Συνέντευξη του Κώστα Τριχιά, μέλος του Κ.Σ. της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση, συλληφθέντα των κινητοποιήσεων της 6ης Δεκέμβρη, στον Κυριάκο Νασόπουλο και το ΠΡΙΝ.
Πού οφείλεται το κατασταλτικό κρεσέντο της κυβέρνησης;
Η κυβέρνηση επενδύει στο δόγμα νόμος και τάξη για δύο λόγους. Πρώτα και κύρια δρα προληπτικά και επιδιώκει να τρομοκρατήσει και να φιμώσει τις αντιστάσεις ενόψει της κλιμάκωσης της αντιλαϊκής επίθεσης. Όσο και να μαγειρεύουν τα δημοσιονομικά και όσο και αν προσπαθούν να μεταφέρουν αλλού το πεδίο της συζήτησης, η αλήθεια είναι ότι κυοφορείται επίθεση μνημονιακού τύπου, ίση ή και ανώτερη της προηγούμενης. Από την άλλη, με αυτή την ατζέντα που περιλαμβάνει και την εθνική πλειοδοσία, επιδιώκει να συσπειρώσει και όλη την «δεξιά» πολυκατοικία ειδικά όσο και ο χώρος της ακροδεξιάς είναι σε μια περίοδο αναδιάταξης.
Μήπως όμως της περνάει τελικά της κυβέρνησης;
Αυτή η πολιτική πρόσκαιρα μπορεί να της εξασφαλίζει την προώθηση της πολιτικής της. Δεν μπορεί να πάει μακριά όμως κυβερνώντας δια της αστυνομίας. Πολύ περισσότερο που η ιστορία αλλά και τα πρόσφατα γεγονότα διεθνώς, δείχνουν πως όταν σπέρνεις Κορκονείς θα θερίζεις Δεκέμβρηδες…
Πώς αποτιμάς τις αντιστάσεις; Τι πρέπει να γίνει για να σπάσει και να ανατραπεί η επίθεση;
Είναι πολύ ενθαρρυντικά τα μηνύματα από το Πολυτεχνείο, την απεργία στις 26 Νοέμβρη και την 6η Δεκέμβρη. Είναι σημαντική παρακαταθήκη το σπάσιμο της απαγόρευσης και το τσαλάκωμα της προσπάθειας της κυβέρνησης να βάλει σε γύψο τις αντιστάσεις. Αν θέλουμε όμως να είμαστε ρεαλιστές, αυτές οι κινήσεις απέχουν ακόμα από το να ορθώσουν πραγματικό ανάστημα απέναντι σε μια επίθεση η οποία αν εδραιωθεί θα οδηγήσει σε ένα όχι απλώς στρατηγικό αλλά ιστορικό πισωγύρισμα. Επί της ουσίας δεν μιλάμε για μαζικές κινηματικές αντιστάσεις αλλά για κάποιες κινήσεις κατά βάση των πιο πρωτοπόρων δυνάμεων. Αυτή η μαγιά που βγήκε μπροστά το προηγούμενο διάστημα πρέπει να επικοινωνήσει με την αυξανόμενη λαϊκή οργή και δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας αλλά και με κάποιες προωθημένες ζώνες όπου σκάνε αντιστάσεις με πιο μαζικά χαρακτηριστικά. Ειδικά η νεολαία, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της στοχοποίησης από την πλευρά της κυβέρνησης και όπου υπάρχει διάχυτη οργή, μπορεί υπό προϋποθέσεις να γίνει ο σπασμένος κρίκος της επίθεσης.
Υπάρχει όμως φόβος για τις συλλήψεις, τις διώξεις, τα πρόστιμα. Τι γίνεται με αυτά;
Είναι φυσιολογικό και ανθρώπινο αυτό. Όποιος δηλώσει ότι δεν φοβάται ψεύδεται. Αυτό όμως που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι οι κίνδυνοι απουσιάζουν μόνο –φαινομενικά και εκεί– στον καναπέ του σπιτιού μας. Μόνο με τη μαζικότητα, την αλληλοβοήθεια και αλληλοϋποστήριξη αλλά και με την ισχυροποίηση του δικού μας στρατοπέδου, μπορούμε να ξεπεράσουμε συλλογικά τον φόβο και να ακυρώσουμε στην πράξη τις διώξεις.
Το ΝΑΡ και η νΚΑ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έλεγαν από το πρώτο lockdown πως πρέπει να αντισταθούμε στην κυβέρνηση, πως τώρα είναι η ώρα και αμφισβητούσαν έντονα την υγειονομική πολιτική της κυβέρνησης. Είχαν δεχθεί έντονη κριτική τότε ακόμα και από δυνάμεις της Αριστεράς. Αυτή την περίοδο οι περισσότερες δυνάμεις της Αριστεράς, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, βγαίνουν στο δρόμο. Πώς εκτιμάτε αυτή την εξέλιξη;
Είναι σίγουρα θετική εξέλιξη που πρέπει να συνεχιστεί και να βαθύνει. Θα ήταν κοντόθωρο να αισθανόμασταν δικαίωση. Άλλωστε πώς θα μπορούσαμε σε ένα τοπίο κοινωνικής καταστροφής, ειδικά για τη νεολαία, με αυτά τα αποτελέσματα της πανδημίας; Η όποια δικαίωση μόνο συλλογική μπορεί να είναι, με τη μορφή μιας συνολικής αντεπίθεσης του κινήματος και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Γι’ αυτό χρειάζεται όμως να βγουν και κάποια συμπεράσματα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις. Αυτό που μας λείπει δεν είναι μια Αριστερά πιο «υπεύθυνη», πιο μετριοπαθή αλλά μια Αριστερά που θα είναι χρήσιμη στην εργατική τάξη και το λαό και γι’ αυτό θα είναι ανατρεπτική, ασυμβίβαστη, επικίνδυνη για το σύστημα.
Βλέπουμε πολλές αριστερές οργανώσεις να υπογράφουν κοινά κείμενα, σε ένα βαθμό να συντονίζονται. Πού μπορεί να πάει αυτό;
Είναι ένα πρώτο βήμα, το οποίο πρέπει καταρχάς να σταθεροποιηθεί. Δεν λέει και πάρα πολλά ένα «ενωτικό κείμενο» το οποίο όμως δεν μετουσιώνεται σε πραγματική ενωτική στάση στην πράξη και δυστυχώς έχουμε αρκετά παραδείγματα κοντόφθαλμου μικροκομματικού σχεδιασμού το τελευταίο διάστημα. Θέλουμε να πάρουμε τολμηρές πρωτοβουλίες για μια πραγματικά ενωτική και ανατρεπτική κοινή δράση όλων των μαχόμενων δυνάμεων στο κίνημα.
Ή θα ζήσει το κεφάλαιο ή θα ανασάνουμε εμείς. Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο πρόγραμμα αντικαπιταλιστικής πάλης και ρήξης
Ποια όμως θα είναι η πολιτική απάντηση; Ο ΣΥΡΙΖΑ αν και απών στους αγώνες, δηλώνει πάντα παρών στην κάλπη. Το ΚΚΕ καλεί σε ισχυροποίησή του, όπως και το ΜέΡΑ25. Η αντικαπιταλιστική Αριστερά;
Πρώτα και κύρια έχουμε συσσωρευμένη εμπειρία από την περασμένη δεκαετία της ανόδου και της πτώσης του κινήματος. Το πολιτικό σχέδιο του αντινεοφιλελεύθερου-αντιδεξιού μετώπου και της αριστερής κυβέρνησης δοκιμάστηκε, ηττήθηκε και οδήγησε όλη την αριστερά και το κίνημα σε πολύ χειρότερες θέσεις. Αποδείχθηκε πως δεν μπορεί να είναι και η πίτα ολάκερη και ο σκύλος χορτάτος. Ή θα ζήσει το κεφάλαιο πάνω στις πλάτες μας ή θα ανασάνουμε εμείς. Δεν υπάρχουν win-win λύσεις. Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο πρόγραμμα αντικαπιταλιστικής πάλης και ρήξης, που θα δίνει διέξοδο στις άμεσες πιεστικές ανάγκες της εργατικής τάξης και θα ανοίγει παράλληλα τον δρόμο προς την κομμουνιστική απελευθέρωση. Απαιτείται ένας ισχυρός μετωπικός πόλος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και μια αναβαθμισμένη σύγχρονη κομμουνιστική οργάνωση. Είμαστε αποφασισμένοι να συμβάλλουμε σε αυτήν την υπόθεση. Σίγουρα δεν είναι ένας εύκολος δρόμος. Απαιτεί θυσίες, αγώνα και ενεργή συμμετοχή των εργαζόμενων και της νεολαίας. Είναι όμως πιο ρεαλιστικό σχέδιο από το χιλιοπαιγμένο εκλογικό σίριαλ «συντήρηση» vs «πρόοδος» ή από τις συμπληρωματικές του παραλλαγές, της ατέρμονης εκλογικής ενίσχυσης του ΚΚΕ μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες ή των νέων αυταπατών που θρέφει το ΜΕΡΑ 25 για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.