Πολιτική Απόφαση του 5ου Συνεδρίου της νΚΑ

Πολιτική Απόφαση του 5ου Συνεδρίου της νΚΑ

Πολιτική Απόφαση
του 5ου Συνεδρίου της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση

1. Η νέα περίοδος που ανοίγεται μπροστά μας

1.1 Σύγχρονος καπιταλισμός: η ακολουθία κρίσεων και η καθολική κρίση

Από την αυγή κιόλας του 21ου αιώνα ο καπιταλισμός δοκιμάζεται εν μέσω ακολουθίας κρίσεων. Η παγκόσμια δομική οικονομική κρίση του 2007-2008 δεν ξεπεράστηκε ποτέ ουσιαστικά, ενώ η πανδημία του κορονοϊού, στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του, έδρασε ως καταλύτης που την επιτάχυνε και την βάθυνε. Οι οικονομικές κρίσεις γεννιούνται από τα ουσιώδη χαρακτηριστικά και τις αντιφάσεις του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Ως ΝΑΡ και ν.Κ.Α. ήδη από την δεκαετία του ’90 έχουμε χαρακτηρίσει τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό ως νέο στάδιο αντιδραστικής ανάπτυξης αλλά και κρίσης του καπιταλισμού. Η πυροδότηση των κρίσεων, ο τρόπος εκδήλωσης και η «απάντηση» σε αυτές, ποικίλουν. Ωστόσο, ο πυρήνας των αιτιών τους πάντα βρίσκεται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, στην υπαγωγή των πάντων στην ανάγκη κερδοφορίας, αλλά και -τελικά- στην αδυναμία του κεφαλαίου να κερδοφορεί διαρκώς με αυξητικές τάσεις.

Η πανδημία παρόξυνε, αλλά δεν προκάλεσε από μόνη της το νέο γύρο οικονομικής κρίσης. Ήδη πριν την πανδημία, πλήθαιναν τα σημάδια ενός επερχόμενου κρισιακού σπασμού. Οι αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξης (1-3%), εναλλασσόταν με ύφεση στις αναπτυγμένες οικονομίες, αλλά και στα «ανερχόμενα» BRICS, ενώ οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ το 2019 έκαναν λόγο για γενικότερη στασιμότητα για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Το ιδιαίτερο στοιχείο της εποχής μας είναι ότι, ενώ ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί οι μετασχηματισμοί, δηλαδή οι αντιδραστικές τομές βάθους μετά την κρίση του 2008, έρχεται το σημερινό κύμα της τριπλής κρίσης, οικονομικής, υγειονομικής και περιβαλλοντικής.

Οι εκτιμήσεις για δυναμική επιστροφή στην ανάπτυξη, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ακόμη και αυτές οι προβλέψεις της τελευταίας έκθεσης του ΔΝΤ -που ξεκινούν από την αμφίβολη υπόθεση για ξεπέρασμα της πανδημίας- αναφέρουν ότι έως και το 2024 το παγκόσμιο ΑΕΠ θα εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τα προ-πανδημίας επίπεδα, με μεγαλύτερο πρόβλημα στις ανερχόμενες οικονομίες. Αναπτυξιακό σοκ για τον καπιταλισμό χωρίς καταστροφή κεφαλαίων (η λεγόμενη δημιουργική καταστροφή), δεν μπορεί να υπάρξει. Εν μέσω παραγωγικής αβεβαιότητας το 2020 και το 2021, τα χρηματιστήρια έκαναν πάρτι, αναδεικνύοντας έτσι ωστόσο ότι οι προοπτικές (μεγαλύτερης) κερδοφορίας από παραγωγικές επενδύσεις είναι περιορισμένες. Αλλά και όταν εκτινάσσονται σε κάποιους κλάδους τα κέρδη, είναι αμφίβολο αν μπορούν να αντισταθμίσουν τις απαιτήσεις των χρεών και του υψηλού δανεισμού. Η φούσκα είναι κάτι παραπάνω από φανερή: Τα ¾ των κερδών προκύπτουν από ανατιμήσεις αξιών χρεογράφων, real estate ή άλλων ροών υφιστάμενων υποδομών και μόλις το 1/4 από νέες επενδύσεις. Η εταιρεία συμβούλων Mckinsey εκτιμά ότι μόλις το 20% των παγκόσμιων αξιών είναι επενδεδυμένες σε σταθερές αξίες. Σε κάθε ένα δολάριο που επενδύεται, αντιστοιχούν δύο επιπλέον δολάρια χρέους, με τα χρέη να τρέχουν διαρκώς γρηγορότερα από την άνοδο του ΑΕΠ. Αυτού του τύπου όμως η ανάπτυξη αυξάνει την καπιταλιστική αστάθεια, ενώ, το κυριότερο, επιφυλάσσει όλο και πιο επαχθείς όρους για τη σύγχρονη εργατική τάξη διεθνώς. Όλα αυτά, από τη «χρηματιστικοποίηση» ως την έκρηξη των ανισοτήτων και ανισορροπιών μεταξύ τομέων και κλάδων της παραγωγής που διαταράσσουν τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, δεν αποτελούν «παρεκκλίσεις» από τον δρόμο του «παραγωγικού» καπιταλισμού, αλλά ακριβώς τα αποτελέσματά της «επιτυχημένης» λειτουργίας του, της καθολικής και γενικευμένης ανάπτυξής του.

Οι δομικές κρίσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, σε αντίθεση με τις απλές κυκλικές, δεν χαρακτηρίζονται μόνο από το βάθος και τη διάρκειά τους, αλλά και από το γεγονός ότι το «ξεπέρασμά» τους απαιτεί συνολικούς μετασχηματισμούς σχετικά με τις μορφές απόσπασης υπεραξίας και οργάνωσης του κεφαλαίου, το πολιτικό σύστημα, τις μορφές καπιταλιστικής διεθνοποίησης, αλλά και αλλαγές στον συσχετισμό δυνάμεων ανάμεσα στα καπιταλιστικά κέντρα. Συχνά οι τεχνολογικές αλλαγές προβάλλονται ως το «φιλί της ζωής» στην ασθμαίνουσα καπιταλιστική ανάπτυξη. Είναι όμως αυτές επαρκείς για την αναγέννηση του συστήματος;

Ήδη από το 2008, στο πλαίσιο και της ευρύτερης συζήτησης για την 4η Βιομηχανική Επανάσταση και την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης, έχει ξεχωρίσει ο ενισχυμένος ρόλος των Πολυεθνικών Πολυκλαδικών Μονοπωλίων και ιδιαίτερα των ψηφιακών γιγάντων τύπου Amazon, Microsoft, Apple, Facebook, Alibaba, Google κ.λπ. Αυτός ο κλάδος βγαίνει ενισχυμένος και από την κρίση του 2008 και από τη σημερινή. Αν το πρώτο κύμα της λεγόμενης ψηφιακής επανάστασης μετά το 1980 έδωσε τη δυνατότητα μιας παγκόσμιας διασύνδεσης της παραγωγής καθώς και της κυκλοφορίας του χρήματος, η σημερινή φάση της σηματοδοτεί μια γρήγορη εκτίναξη των ψηφιακών υπηρεσιών, και μάλιστα με έναν τρόπο που συχνά θολώνει τα όρια μεταξύ του φυσικού και ψηφιακού κόσμου.

Η νέα ψηφιακή εποχή δεν αφορά απλώς τη γιγάντωση του τομέα της ηλεκτρονικής, ούτε συνδέεται μόνο με τη διόγκωση παρασιτικών υπηρεσιών. Αντίθετα, συγκροτεί νέους τομείς βιομηχανιών και παραγωγής ψηφιακής τεχνολογίας, ενώ επίσης διαπερνά οριζόντια όλους τους τομείς της καπιταλιστικής οικονομίας σφραγίζοντας έτσι αντίστοιχους μετασχηματισμούς σε αυτούς, όπως έκανε ο ηλεκτρισμός σε μια άλλη εποχή. Στενά συνδεδεμένες με αυτή τη διαδικασία είναι η προώθηση της τηλεργασίας και συνεπώς ο μεγαλύτερος έλεγχος επί της εργασίας, η τάση εκτόπιση της ζωντανής εργασίας από ρομποτικά συστήματα, διαμορφώνοντας νέες στρατιές ανέργων, και, κυρίως εν τέλει η συνολική αντιδραστική αναδόμηση των εργασιακών σχέσεων. Οι συνολικές ωστόσο λεγόμενες «άυλες» επενδύσεις, εξακολουθούν να αποτελούν ένα πολύ μικρό κλάσμα της τάξης του 5% του συνόλου των τοποθετήσεων. Η αντικατάσταση ζωντανής εργασίας από αυτοματισμούς ή ρομπότ, αυξάνει την παραγωγικότητα, αλλά είναι ακόμη πιο βέβαιο ότι ο εργασιακός και κοινωνικός αποκλεισμός δεν αποτελεί λύση για την κατανάλωση των αδιάθετων πλεονασμάτων ούτε συνεπώς για την άνοδο της κερδοφορίας, που είναι το ζητούμενο. Η μεγάλη εικόνα είναι ότι το κεφάλαιο κάνει ένα άλμα το οποίο θα γιγαντώσει σε απίστευτο βαθμό την κοινωνική και πολιτική πόλωση, ενώ θα πριονίζει τις δυνατότητες πολιτικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης όπως το κατάφερνε στη μεταπολεμική εποχή.

Παράλληλα δεύτερος πυλώνας του μετασχηματισμού της παραγωγικής βάσης είναι η λεγόμενη «πράσινη μετάβαση». Πατώντας πάνω στην τεράστια περιβαλλοντική κρίση και την κλιματική αλλαγή που το ίδιο το κεφάλαιο δημιούργησε προχωράει σε μια ευρύτατη αλλαγή της τεχνολογικής / παραγωγικής και οικονομικής του βάσης με πυρήνα την παραγωγή ενέργειας και όχι μόνο. Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οικονομία υδρογόνου, αλλαγή του στόλου των οχημάτων, πλοίων, αεροπλάνων και των μεθόδων κατασκευής. Οι τεχνολογίες αυτές αξιοποιήσιμες αυτές καθ΄ αυτές για «καθαρότερη παραγωγή ενέργειας», αξιοποιούμενες μέσα στο καπιταλιστικό πλαίσιο, οδηγούν στην μαζική εμπορευματοποίηση των δημόσιων αγαθών (ιδιωτικοποιήσεις / χρηματιστήρια ενέργειας και ρύπων), στο ξεκαθάρισμα των κεφαλαίων που «καθυστερούν» τεχνολογικά, σε νέα οικολογική επιβάρυνση (καταστροφή βουνών και οικοσυστημάτων από ΒΑΠΕ, σπάνιες γαίες κλπ). Τελικά το κόστος της «πράσινης μετάβασης» φορτώνεται στους λαούς με τρομακτική εκτίναξη των τομών και νέα ενεργειακή φτώχια.  Δεν είναι τούτη ή η άλλη τεχνολογία που από μόνη της καταστρέφει ή σώζει το κλίμα. Δική μας αντίληψη είναι η χρησιμοποίηση όλων των τεχνολογικών δυνατοτήτων κάτω από ένα άλλο κοινωνικό οικονομικό πλαίσιο όπου κριτήριο θα είναι η φτηνή, οικολογική ενέργεια και όχι το κέρδος.

Οι παραπάνω τάσεις θα σηματοδοτήσουν αναμφίβολα αναδιατάξεις και συγκρότηση νέων ηγεμονικών μπλοκ εξουσίας με κλάδους που διασυνδέονται μεταξύ τους στο εσωτερικό όλων των χωρών συγκροτώντας τα πολυεθνικά πολυκλαδικά μονοπώλια, καθώς και τις παγκόσμιες αλυσίδες. Θα ξεχωρίσουν οι κλάδοι που ενσωματώνουν τις τεχνολογικές τομές, αυτοτελώς οι ψηφιακοί γίγαντες / διαχειριστές δεδομένων / κατασκευαστές πλατφορμών, οι υπηρεσίες επιτήρησης και ασφάλειας, νέες τεχνολογίες παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας, το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα (μεγάλη άνοδος πολεμικών δαπανών τελευταία), τα χρηματοπιστωτικά συστήματα, η βιομετρική τεχνολογία, οι πολυεθνικές φαρμάκων και άλλοι.

Στο έδαφος μιας κρίσης πολλαπλών μορφών που επιμένει, πριν ακόμη και την πανδημία, ορθώνονταν δύο κύριες γραμμές/τάσεις για το μέλλον του παγκόσμιου καπιταλισμού: Από την μία η περαιτέρω  παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου, των εμπορικών και χρηματοοικονομικών του ροών μέσω των διεθνών θεσμών του, και από την άλλη η προσωρινή επιστροφή στο εθνικό κρατικό έδαφος για συμμετοχή στην διεθνή αρένα αποκλειστικά με βάση την «εθνική δύναμη» (π.χ. America First του Τραμπ, το Brexit κλπ). Είναι φανερό πως η πανδημία όξυνε στο έπακρο αυτή την κρίση προσανατολισμού και τις συνακόλουθες αντιθέσεις. Η κατάρρευση των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων, η αναγκαστική προσφυγή στον αναπνευστήρα της κρατικής προστασίας που στην ουσία υφίσταται μόνο εντός των χωριστών αστικών κρατών, η διαπάλη για τους ενεργειακούς πόρους και δρόμους ενισχύουν τη διαπάλη για την αποτύπωση ενός νέου συσχετισμού.

Στη διεθνή συζήτηση το δίπολο παγκοσμιοποίηση/ανταγωνισμός, συνδέεται όλο και πιο στενά ή/και αντικαθίσταται από το δίπολο «νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός της αχαλίνωτης αγοράς» ή «παραγωγικός καπιταλισμός με ισχυρή κρατική παρέμβαση και στοιχεία κεντρικού σχεδιασμού», με τον δεύτερο να παρουσιάζεται συχνά από ρεύματα της δεξιάς αλλά και της συστημικής αριστεράς ως η θεραπεία έναντι του πρώτου. Παρά το γεγονός ότι το ασιατικό καπιταλιστικό μοντέλο της ισχυρής κρατικής παρέμβασης και στήριξης ειδικά εταιρειών γιγάντων (κρατικών ή ιδιωτικών) έχει ορατές διαφορές στη θεωρία και στην πράξη από τις διδαχές περί «αόρατου χεριού της αγοράς», δεν αναιρούνται τα κοινά, ουσιώδη εκμεταλλευτικά χαρακτηριστικά που συγκροτούν τον καπιταλισμό ως ενιαίο κοινωνικό υπόδειγμα. Δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλισμός καμιάς παραλλαγής χωρίς ισχυρό ρόλο του «γενικού επιτελείου» της αστικής τάξης, δηλαδή του κράτους. Και δεν μπορεί κανένα αστικό κράτος να είναι αποτελεσματικό στο συνολικό του ρόλο, στο βαθμό που δεν επιτυγχάνει τελικά κερδοφόρα εργασιακή εκμετάλλευση και πολιτική κυριαρχία στο εσωτερικό.

Αυτοί οι «νόμοι» είναι που τελικά καθορίζουν τόσο τη φύση του Κινεζικού κράτους ως παράγοντα καπιταλιστικής ανάπτυξης και μάλιστα αναγέννησης του παγκόσμιου καπιταλισμού, όσο και τα όρια των «αριστερών κυβερνήσεων» που φιλοδοξούν να «κυβερνήσουν» το κράτος. Είναι αφελής η πίστη ότι το αστικό κράτος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ουδέτερα, ώστε να «χτίσει» ένα μοντέλο κοινωνικής ζωής με τον ίδιο τρόπο που χτίζει ένα οποιοδήποτε τεχνικό έργο. Είναι η οικονομική λογική του καπιταλισμού, που δεν επιτρέπει να νομοθετήσει ένα κράτος (ή μια κυβέρνηση ως τμήμα του) δίκαια, όταν αυτό το ίδιο συντηρείται, αναπαράγεται από και αναπαράγει ένα καθεστώς αδικίας και ταξικής εκμετάλλευσης.

Οι νέες αυτές αντιθέσεις θα επαναδιαμορφώσουν τα πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα της αστικής πολιτικής και ενσωμάτωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας, αλλά και εντός των εργατικών λαϊκών στρωμάτων και της αριστεράς. Το αστικό «κοσμοπολίτικο» μπλοκ αποδυναμωμένο από τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας, αναγκάζεται να δανείζεται όλο και περισσότερο στοιχεία πολιτικής της alt right, μετριάζοντας τη ρητορική περί παγκοσμιοποίησης και ανεβάζοντας τους εθνικούς τόνους, με μπόλικη αντικινέζικη και αντιρωσική φιλολογία, με εμφατικό παράδειγμα τη διοίκηση Μπάιντεν. Στο «αριστερό» του άκρο, ρεύματα τύπου Μελανσόν, Die Linke ή ΣΥΡΙΖΑ, παρουσιάζουν όλο και πιο συχνά την προσθήκη «δημόσιων πολιτικών» στη λειτουργία των αστικών κρατών ως «εναλλακτική στο νεοφιλελευθερισμό». Ποικίλα ρεύματα στην αριστερά, ακόμη και στην κομμουνιστική, φαίνεται πρόθυμα να αρκεστούν σε μια τέτοια προσέγγιση, ενώ αναπτύσσεται όλο και περισσότερο η εμφανώς λαθεμένη άποψη ότι η Κίνα αποτελεί τον «υπαρκτό σοσιαλισμό στην εποχή μας», όπου εφαρμόζεται η «Νέα Οικονομική Πολιτική» και καπιταλιστική ανάπτυξη ως αναγκαίο στάδιο για τον κομμουνισμό. Η λεγόμενη «ριζοσπαστική» δεξιά με ποικίλες μορφές -από τον νεοφασισμό τύπου Μπολσονάρου έως τον ευρωσκεπτικισμό στην Ευρώπη- με κοινή συνισταμένη, όμως, την επιθετική αστική πολιτική, την διαπραγμάτευση μιας καλύτερης θέσης για την δική τους αστική τάξη μέσα στο πλαίσιο καπιταλιστικής διεθνοποίησης και τον εθνικιστικό παροξυσμό, επιχειρεί να ισχυροποιηθεί μέσα από μια σαφή υιοθεσία όλων των ανορθολογικών ρευμάτων που βγαίνουν στην επιφάνεια.

Η κοινή, στον πυρήνα της, πολιτική που προωθείται από οποιουδήποτε «χρωματισμού» κυβερνήσεις και κόμματα, η αδυναμία τους να διαχειριστούν την κρίση και της επιπτώσεις, αλλά και η προκλητική διαπλοκή τους με μερίδες του κεφαλαίου, επιφέρει μεγάλη φθορά στα μεγάλα αστικά ρεύματα και συνολικά στο πολιτικό σύστημα, με το γνωστό «όλοι ίδιοι είναι». Τα κενά αυτά προσπαθεί να καλύψει με τη ρητορεία του όλο το φάσμα της ακροδεξιάς, που αυξάνεται σε Ευρώπη και Αμερική αξιοποιώντας τον ανορθολογισμό, τις τάσεις ενίσχυσης του ατομισμού, του άκρατου ανταγωνισμού στα όρια  του κανιβαλισμού ιδιαίτερα στα πιο πληβειακά στρώματα.

Η αριστερά από την πλευρά της, διεθνώς, αδυνατεί να ξεχωρίσει και να προβάλει ένα αντίπαλο δέος. Αντί να εκμεταλλευτεί την κρίση του πολιτικού συστήματος και την αμφισβήτηση που δέχονται από μεγάλα τμήματα του λαού οι διεθνείς ολοκληρώσεις, στέκεται με φοβικότητα απέναντι σε επαναστατικές εναλλακτικές, και διαρκώς περιορίζει τις προτάσεις της στα στενά όρια του υπάρχοντος συστήματος. Το γενικό πλαίσιο που κινείται η κυρίαρχη αριστερά δεν βοηθάει τους αγώνες που ξεσπάνε να πάρουν μια αντικαπιταλιστική τροχιά και να συγκροτήσουν ένα πραγματικό αντίπαλο δέος, για αυτό και παρατηρείται συχνά το φαινόμενο νέα ρεύματα ριζοσπαστικοποίησης να συγκροτούνται σε απόσταση από την υπάρχουσα αριστερά. Τα επαναστατικά ρεύματα δεν είναι σε τέτοιο βαθμό μαζικά και συγκροτημένα διεθνώς, ώστε να μπορούν να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις καθοριστικά, αν και υπάρχουν επιμέρους εξαιρέσεις. Σαφώς όμως υπάρχουν θετικές διεργασίες ειδικά όπου αναπτύσσονται μαζικά κινήματα με εξεγερσιακά χαρακτηριστικά. Η περίπτωση της Χιλής οπωσδήποτε ξεχωρίζει, όχι μόνο λόγω της μαζικότητας και της έντασης των κινητοποιήσεων (ανάλογες υπάρχουν σε πολλές χώρες), όσο για την καταγραφή υπαρκτών τάσεων για πολιτικό μετασχηματισμό των ρηξιακών κινηματικών τάσεων με ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής αριστεράς.

Σε αυτό το περιβάλλον οξύνονται και οι διεθνείς ανταγωνισμοί. Οι Η.Π.Α. «δείχνουν τα δόντια τους» προκειμένου να μην χάσουν και άλλους πόντους, καθώς το pax Americana κλονίζεται, και προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν κάθε αντιηγεμονικό καπιταλιστικό συνασπισμό. Η Κίνα έχει σαφώς το προβάδισμα για να πάρει την πρωτοκαθεδρία της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας. Η Ρωσία, όπως και η Ινδία προσπαθούν από την πλευρά τους να πάρουν τον ρόλο ενός περιφερειακού, αλλά καθοριστικού «παίχτη». Στην Ε.Ε. η κρίση παραμένει και επιτάσσει την αναζήτηση της επόμενης φάσης της, προφανώς σε κατεύθυνση αντιδραστικής αναμόρφωσης της. Ενισχύονται, έτσι, οι τάσεις ενοποίησης υπό την σκληρή ηγεμόνευση της Γερμανίας, αλλά και αποκλίνουσες στρατηγικές της Γαλλίας (Αφρική, Μεσόγειος) αλλά και της Ιταλίας,. Οι φυγόκεντρες δυνάμεις από την Ε.Ε., αν και δεν εντάσσονται σε μια αριστερή αντικαπιταλιστική λογική, αναδεικνύουν όμως το ιστορικό μεταίχμιό της Ε.Ε., που αντί να προσελκύει, χάνει δυνάμεις. Όμως, εκεί που εξαντλούνται οι δυνατότητες της αστικής πολιτικής να δαμάσει πραγματικά την κρίση με ειρηνικό τρόπο, διαπραγματεύσεις και κοινωνικά συμβόλαια, επανέρχονται τα πολεμικά σενάρια ως αντιδραστική κλιμάκωση της αστικής πολιτικής.

Στα πλαίσια αυτού του ρευστού τοπίου, καταγράφεται ραγδαία αύξηση του ανορθολογισμού. Ο αιτιολογημένος κλονισμός της εμπιστοσύνης στο κράτος και τους θεσμούς, αλλά και στην επιστήμη που ξεφτιλίζεται από τους «ειδικούς» της κυβέρνησης, αφήνει χώρο στην ανάπτυξη θεωριών συνομωσίας και ενός νέου σκοταδισμού. Αυτός ο ανορθολογισμός δεν είναι καινούριος, υπήρξε ως περιθωριακό ρεύμα σε μια προηγούμενη περίοδο φαινομενικής ευμάρειας, το οποίο γιγαντώθηκε με την κρίση και τον κλονισμό του παγκόσμιου success story. Το ρεύμα αυτό γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνο όταν συγκεράζεται με το ακροδεξιό-νεοφασιστικό ρεύμα, που βρίσκει γόνιμο έδαφος στο φόβο, την ανασφάλεια και την ανορθολογική σκέψη. Το ακροδεξιό με το ανορθολογικό ρεύμα τέμνονται, αλλά δεν ταυτίζονται. Μπορούμε να έχουμε τόσο την ανάπτυξη μιας «κοστουμαρισμένης» ακροδεξιάς τύπου Βελόπουλου, όσο και την διεισδυτικότητα του ανορθολογισμού σε -μικρό ευτυχώς- μέρος του κόσμου του αγώνα, ειδικά στην εποχή του κορονοϊού.

Στον αντίποδα αυτών των ρευμάτων, αναπτύσσεται ένα τεχνοκρατικό, θετικιστικό ρεύμα τυφλής εμπιστοσύνης στο κράτος και την «επιστήμη». Στην περίοδο της πανδημίας το ρεύμα αυτό ταύτισε την επιστημονική αλήθεια με τις πολιτικές διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης, θεωρώντας την επιστήμη ως κάτι αντικειμενικό και ουδέτερο. Οι «Τσιόδρες» αγιοποιούταν και οι αντιφάσεις της κυβερνητικής πολιτικής φαίνονταν ως «ψιλά γράμματα». Αυτό το ρεύμα θετικισμού, πολλές φορές, ακουμπάει και σε δυνάμεις της αριστεράς, που δεν αντιλαμβάνονται ότι ενσωματώνουν και προωθούν τα κυβερνητικά αφηγήματα.

Τα δύο αυτά ρεύματα, παρότι φαινομενικά συγκρούονται, στην πραγματικότητα αλληλοσυμπληρώνουν την αστική πολιτική. Ασχέτως αν κυβερνήσεις επιλέγουν να εκφράζουν κυρίως το πρώτο (βλ. Τραμπ, Μπολσονάρου, Τζόνσον), είτε το δεύτερο, όπως η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων συμπεριλαμβανόμενης και της κυβέρνησης Μητσοτάκη, στην ουσία προσπαθούν να αξιοποιήσουν τον συνδυασμό, πότε του ενός και πότε του άλλου, δικαιολογώντας τις πολιτικές που εφαρμόζουν και επιδιώκοντας να ηγεμονεύσουν πάνω και στα δύο.

1.2. Το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα

Για να σκιαγραφήσουμε το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα, πρώτα και κύρια πρέπει να ξεκινήσουμε από το υπόστρωμα των εξελίξεων. Τα προηγούμενα δέκα χρόνια ήρθαν κυριολεκτικά τα πάνω κάτω στην ελληνική κοινωνία σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο και αυτές οι μεγάλες αλλαγές είναι το σκηνικό πάνω στο οποίο οι σημερινοί πρωταγωνιστές της ταξικής πάλης ξεδιπλώνουν τα σχέδια τους. Σε κοινωνικό επίπεδο, επιδεινώθηκε σε ιστορικό βαθμό η θέση των λαϊκών στρωμάτων (είτε στο μισθολογικό επίπεδο, είτε στο επίπεδο των εργασιακών σχέσεων, είτε στο επίπεδο στοιχειώδους ικανοποίησης βασικών αναγκών) και αντίθετα ισχυροποιήθηκαν σημαντικά τμήματα του κεφαλαίου. Παράλληλα τα βασικά δημοσιονομικά μεγέθη (χρέος, έλλειμα, ΑΕΠ) που με βάση και την επιχειρηματολογία της αστικής τάξης ήταν ο λόγος ένταξης στα μνημόνια όχι απλώς δεν βελτιώθηκαν αλλά επιδεινώθηκαν ραγδαία. Πάνω στα μνημονιακά αποκαΐδια δεν μπορεί να υπάρξει φυσικά επιστροφή στην κανονικότητα, που θα ικανοποιεί τις λαϊκές ανάγκες, όπως υποστηρίζει σε διάφορες παραλλαγές το αστικό προσωπικό, καθώς αυτό παραβλέπει την δεκαετή γιγαντιαία αντιδραστική αναδιάρθρωση που προηγήθηκε, κάτι που μπορεί να γίνει μόνο με την πρόταση της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης και των αναδιαρθρώσεων του κεφαλαίου.

Η τριπλή κρίση, ως απόρροια της δομικότητας της κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, επέφερε τομές στο πεδίο του περιβάλλοντος, της υγείας και της οικονομίας. Η πανδημία άνοιξε με διαφορετική ποιότητα την κουβέντα για τις συνέπειες της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της άκρατης εκμετάλλευσης του ανθρώπου στη φύση. Η αξιοποίηση της πανδημίας από τις δυνάμεις του κεφαλαίου, επιτάχυνε τις καπιταλιστικές αναδιαρθώσεις, επιφέροντας νέες τομές στη σφαίρα τόσο της ιδεολογίας, της πολιτικής όσο και της οικονομίας. Χαρακτηριστική ήταν η πρόδηλη εγκληματική διαχείριση της ανθρώπινης ζωής από το κεφαλαίο και τις κυβερνήσεις του, με χαρακτηριστική την περίπτωση της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας (αλλά και της σιωπηλής συναίνεσης της «αντιπολίτευσης» του ΣΥΡΙΖΑ), όπου χιλιάδες ζωές (οι οποίες διαχωρίστηκαν ανάλογα με την ηλικία και κατ’ επέκταση την παραγωγικότητά τους) θυσιάστηκαν στο βωμό του κέρδους, αρνούμενοι να ενισχύσουν ουσιαστικά τις δομές της δημόσιας υγείας. Η ακραία καταστολή σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής, δεν αποτέλεσε μια «εξαίρεση» της πανδημίας στον κανόνα, αλλά μια πρόβα τζενεράλε περαιτέρω αυταρχικοποίησης του αστικού κράτους. Τέλος, επανέρχεται το ζήτημα του εκ νέου δανεισμού των κρατών, αξιοποιώντας το εργαλείο των μνημονίων και την ενσωμάτωση των τομών που επέφεραν στην αστική πολιτική, οδηγώντας σε περεταίρω καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου. Από την πλευρά του κινήματος, τα αιτήματα για την αύξηση της χρηματοδότησης της δημόσιας υγείας, την έμπρακτη εναντίωση στις απαγορεύσεις, και την ανάδειξη των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων (ΕΕ) ως ουσιαστικούς φορείς που δολοφονούν, αποκτούν αναβαθμισμένα χαρακτηριστικά.

Επί της ουσίας ο πυρήνας της πολιτικής της ελληνικής αστικής τάξης συμπυκνώνεται σε δύο αλληλοσυμπληρούμενους στόχους: Από τη μία, η επιθετική διαχείριση και εμβάθυνση του μνημονιακού κεκτημένου, με στόχο τα περαιτέρω πλήγματα στην εργατική τάξη και την εμβάθυνση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, αφετέρου η προσπάθεια να καλύψει το χαμένο έδαφος της προηγούμενης περιόδου, μέσα από την γεωπολιτική της αναβάθμιση, με βαθύτερη πρόσδεση σε ΝΑΤΟ- Η.Π.Α. προκειμένου να παίξει ρόλο ρυθμιστή στην ευρύτερη περιοχή. Η απαρέγκλιτη προώθηση αυτής της διπλής στρατηγικής προϋποθέτει την οικοδόμηση ενός ασφυκτικού κλίματος καταστολής και περιφρούρησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Από εκεί απορρέει η συστηματική προσπάθεια της άρχουσας τάξης να βάλει σε «γύψο» τα δημοκρατικά δικαιώματα εργαζόμενων και νεολαίας, και η αντιμετώπιση του κινήματος ως «εσωτερικό εχθρό».

Πάνω σε αυτή την διπλή στρατηγική είναι που θεμελιώνεται η ουσία του νέου δικομματισμού που επιδιώκει να σταθεροποιήσει το αστικό πολιτικό σκηνικό μετά τα πλήγματα που δέχθηκε την προηγούμενη δεκαετία, και εκεί είναι που εδράζεται ο κοινός πυρήνας της αστικής πολιτικής ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να παραβλέπουμε φυσικά τις αρκετές διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα, οι οποίες όμως είναι δευτερεύουσες και δεν αγγίζουν τον σκληρό πυρήνα της αστικής πολιτικής. Αυτή η πολιτική συναίνεση, σε καμία περίπτωση δεν αντανακλά μια κοινωνική σταθερότητα. Αντίθετα, η κοινωνία σιγοβράζει και αυτό εκφράζεται ανάμεσα στα άλλα και στην αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη του κινήματος. Είμαστε σε μια φάση όπου τόσο σε εργατικούς χώρους όσο και σε χώρους της νεολαίας φαίνεται να δυναμώνει η δυσαρέσκεια και η αγανάκτηση για την κυβερνητική πολιτική, και να κλονίζεται το κλίμα εμπιστοσύνης και συναίνεσης ενός προηγούμενου διαστήματος. Σε αυτό το τοπίο είναι που πρέπει να οξυνθεί η διαπάλη για τον προσανατολισμό της δυσαρέσκειας. Για το αν θα επικρατήσει μέσα στο λαό «ο φόβος για τα χειρότερα» και η ανημποριά που επιθυμεί η κυβέρνηση και η αστική τάξη, ή αν θα έχουμε γεγονότα μαζικής αντίστασης και πάλης. Για το αν στην λαϊκή κινητοποίηση θα ηγεμονεύσει μια ταξική αντικαπιταλιστική αντίληψη και πρακτική, ή αν η κοινωνική δυσαρέσκεια θα ενισχύσει τα πανιά αντιδραστικών δυνάμεων. Για το αν οι εργατικοί – λαϊκοί αγώνες θα σπάσουν τα πολιτικά όρια του συστήματος ή θα ηγεμονευθούν για μια ακόμη φορά από διαχειριστικές λογικές.

Μέσα σε αυτό το καζάνι που βράζει ο ιδιαίτερος ρόλος της νεολαίας στηρίζεται σε ορισμένα αντικειμενικά πολύ «σκληρά» δεδομένα. Η νέα γενιά καταρχάς βρίσκεται στην καρδιά της επίθεσης του κεφαλαίου ιδιαίτερα από την σκοπιά της  επιθετικής αναδιάρθρωσης στην εκπαίδευση η οποία περνάει μέσα από την όξυνση των ταξικών φραγμών, το τρίπτυχο διάλυση-υποχρηματοδότηση-επιχειρηματικοποίηση, την προώθηση των κατευθύνσεων της Μπολόνια και της Ε.Ε. με σταδιακή υποκατάσταση του ενιαίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης από ένα ρευστό πλέγμα δια βίου μάθησης και κατάρτισης και με παραγωγή αποφοίτων πολλαπλών ταχυτήτων με διαλυμένα εργασιακά επαγγελματικά δικαιώματα, την υποβάθμιση των μορφωτικών δικαιωμάτων αλλά και την ένταση του αυταρχισμού.  Από την άλλη και οι αλλαγές στην εργασία πρώτα και κύρια αφορούν τις νέες φουρνιές των εργαζόμενων οι οποίες αποτελούν συχνά το πειραματόζωο για την διαμόρφωση ενός νέου βάρβαρου εργασιακού χάρτη. Πλέον για τους νέους εργαζόμενους έχει εγκαθιδρυθεί η λογική «αν δεν έχεις εμπειρία δεν αξίζεις μισθό» με αποτέλεσμα εργαζόμενοι με κανονικά ωράρια να αμείβονται με ψίχουλα ή ακόμη και χωρίς τίποτα. Αντίστοιχα οι νέοι εργαζόμενοι έχουν την «τιμητική» τους για όλη την βεντάλια αποδόμησης των εργασιακών σχέσεων, με υπερεργασία και ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, εποχική και part time εργασία, ελαστικές συμβάσεις εργασίας, μηδαμινές συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα. Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με την γενικότερη δυστοπία του σύγχρονου καπιταλισμού, διαμορφώνει μια συνθήκη όπου μια ολόκληρη γενιά όχι απλώς ξέρει ότι θα ζήσει χειρότερα από τις προηγούμενες, αλλά κυριολεκτικά δεν μπορεί να προγραμματίσει στοιχειωδώς το μέλλον της ή να δει κάποια θετική προοπτική στον ορίζοντα.

Στη νεολαία επομένως που της κόβεται το μέλλον δημιουργείται μια αντικειμενικά εκρηκτική κατάσταση, στην οποία συνυπάρχουν οι τάσεις υποταγής και οι τάσεις χειραφέτησης. Από τη μία ο ανταγωνισμός διέπει όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής από την εκπαίδευση και την εργασία μέχρι τις διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνοντας συνειδήσεις. Παράλληλα, οι επιπτώσεις στην εκπαίδευση, η αβεβαιότητα και η απώλεια της εργασίας, σε συνδυασμό με τους υγειονομικούς κινδύνους προκαλούν κραδασμούς στην ψυχική υγεία των νέων. Με βάση έρευνα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) στο πρώτο κύμα της πανδημίας, ένας στους δύο νέους 18-29 χρόνων πιθανότατα αντιμετωπίζει προβλήματα άγχους ή κατάθλιψης, ενώ δηλώνει πως αισθάνεται σπάνια έως καθόλου ηρεμία (35%), αισιοδοξία (31%) ή συντροφικότητα (29%). Από την άλλη η αλληλεγγύη, η συμμετοχή στην κοινωνικοπολιτική ζωή, η αυταπάρνηση, η ανάδειξη του κοινωνικού «εγώ», η αίσθηση του «εμείς» συνυπάρχουν με τα αντίθετά τους και υπό προϋποθέσεις καταφέρνουν να γίνουν ηγεμονικά στοιχεία στο σύνολο της σύγχρονης ελληνικής νεολαίας. Υπάρχουν άλλωστε αρκετές ενδείξεις ότι η νεολαία δίνει τον τόνο σε αρκετές μάχες του κινήματος, συχνά παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και η σημασία της φαίνεται και από την προσοχή που επιδεικνύουν τα  αστικά επιτελεία για μια συστηματική ιδεολογική/πολιτιστική κατεργασία. Επομένως η βαθύτερη κατανόηση των τάσεων, των συμπεριφορών και της πολιτικής, πολιτιστικής και ιδεολογικής διαπάλης στο εσωτερικό της νεολαίας και πολύ περισσότερο ο ρόλος που θα παίξει η ν.Κ.Α. και ευρύτερα οι νεολαιίστικες πρωτοπορίες είναι καθοριστικής σημασίας, ώστε το νεολαιίστικο κίνημα στο πλάι του εργατικού κινήματος να βγει στο προσκήνιο διεκδικώντας πίσω την ζωή που μας αξίζει.

Πολιτικές δυνάμεις και ρεύματα στην ελληνική κοινωνία

Η ΝΔ είναι ο βασικός αστικός πόλος και το παραδοσιακό “κάστρο” της αστικής πολιτικής. Αποτελεί ένα επιθετικό και αντιδραστικό πολιτικό κόμμα, επιταχυντής των επιλογών της ΕΕ και του ΣΕΒ, και βασικός ενορχητρωτής της αστικής επίθεσης. Η μάχη απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό», το  ιδιαίτερο μένος απέναντι στη νεολαία, η ευρύτερη ιδεολογική επίθεση ενάντια σε κάθε τι αριστερό και ριζοσπαστικό αναδείχθηκαν σε αναπόσπαστες πτυχές της πολιτικής του δόγματος “Νόμος-Τάξη-Κέρδη” με το οποίο πέρα από την επιδίωξη τσακίσματος των δυνάμεων του κινήματος, συγκροτεί και τις δικές της αντιδραστικές κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες, σε μια προσπάθεια να εκφράσει τη συντηρητική πολιτική μετατόπιση τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλα όμως, προσπαθεί να εμφανίσει και μια πιο πολυσυλλεκτική λογική εκφράζοντας και τα πιο φιλελεύθερα – δημοκρατικά ρεύματα (εκδίωξη Μπογδάνου, πρώτος ομοφυλόφιλος υπουργός, ΑΜΕΑ ευρωβουλευτής). Η εγκληματική διαχείριση της πανδημίας, αλλά και των πυρκαγιών, κάμπτει σημαντικά την κοινωνική νομιμοποίηση που είχε ένα προηγούμενο διάστημα. Η στενή σύνδεση της Ν.Δ. με τις βάρβαρες αναδιαρθρώσεις, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι κατά την πανδημία είχε βάλει στο στόχαστρο τη νεολαία, συμβάλει, μεταξύ άλλων, στη μειωμένη δυναμική της ΔΑΠ/ΟΝΝΕΔ και στην αδυναμία της να συσπειρώσει με θετικό τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό πως τα τελευταία χρόνια στο φοιτητικό κίνημα περισσότερο αναδύονται ανεξάρτητα αντιδραστικά ρεύματα, κυρίως απέναντι στο ριζοσπαστικό φοιτητικό κίνημα, παρά συγκεντρώνονται μπλοκ με ενεργό τρόπο γύρω από τη ΔΑΠ. Παρά την σχετική πτώση της δυναμικής τους η ΟΝΝΕΔ και ειδικότερα η ΔΑΠ στα πανεπιστήμια αποτελούν τον βασικό εκφραστή της αντιλαϊκής πολιτικής για τη νεολαία και πρέπει να βρίσκεται στο στόχαστρο μας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα αστικό κόμμα και κρίσιμος πυλώνας του πολιτικού συστήματος, παίζοντας τον ρόλο της δικλείδας ασφαλείας που θα ενσωματώνει την λαϊκή δυσαρέσκεια και θα εξασφαλίζει σταθερότητα και ανανέωση. Αποτέλεσε την μακροβιότερη και πιο επιτυχημένη μνημονιακή κυβέρνηση, και απέσπασε αρκετά “εύσημα” σχετικά με την “αναίμακτη” προώθηση αρκετών αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων. Παίζει καλά το ρόλο της συναίνεσης και της πρόθυμης κυβερνητικής εφεδρείας και η “αντιπολίτευση” του δεν θίγει τον πυρήνα της αστικής πολιτικής. Οι όποιες διεργασίες στο εσωτερικό του δεν θα σημάνουν μια «αριστερή στροφή», αλλά ενίσχυση και μονιμοποίηση των αστικών πολιτικών του χαρακτηριστικών. Βασικές αιχμές που ξεχωρίζει είναι το δημοκρατικό ζήτημα, και ευρύτερα τα κοινωνικά δικαιώματα, βέβαια με ρηχό και χλιαρό στίγμα και πάντα εντός του ορίζοντα του συστήματος. Βασικός του στόχος είναι η συγκρότηση μιας ευρύτερης “δημοκρατικήςπροοδευτικής” παράταξης, με άνοιγμα στον χώρο του παλιού ΠΑΣΟΚ και της καραμανλικής δεξιάς, αλλά και με προσπάθεια διεμβολισμού ενός αριστερού ακροατηρίου επαναφέροντας το παλιό σχήμα «δημοκρατικές – προοδευτικές δυνάμεις» vs «ακροδεξιά – συντήρηση». Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην έχει μια μαζική οργανωμένη νεολαία, αλλά έχει μαζική επίδραση στη νέα γενιά, και διακηρυγμένος του στόχος είναι η κάλυψη της απόστασης ανάμεσα στην τωρινή οργανωτική του κατάσταση και την εκλογική και πολιτική του επιρροή, με ειδική στόχευση στη νεολαία. Απαιτείται βαθιά και ουσιαστική πολιτικοιδεολογική αντιπαράθεση και αποκάλυψη του πραγματικού του ρόλου, για να τραβηχτεί ένα προοδευτικό δυναμικό που προσπαθεί να αντιδράσει και εγκλωβίζεται εκεί καθώς δεν βρίσκει άλλη εναλλακτική.

Το ΜΕΡΑ25 πρόκειται για ένα συστημικό, φιλο-ΕΕ και τεχνοκρατικό κόμμα αστικής διαχείρισης. Προσπαθεί να εκφράσει το προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ του ‘15, με μία τάση διαμαρτυρίας για τη σημερινή κατάσταση και μία ακόμα πιο θολή αναζήτηση διεξόδου. Μιλάει για “υπάκουη – ανυπακοή στους τοκογλύφους-δανειστές”, πάντα βέβαια μέσα στα όρια της ΕΕ και του αστικού πολιτικού συστήματος. Προσπαθεί να φέρει στο προσκήνιο τις αυταπάτες για μία “Ευρώπη των λαών” και για “υγιή επιχειρηματικότητα”. Προωθεί μία σύγχρονη εκδοχή της συνεργασίας εργαζόμενων και εργοδοτών, με λίγη γαρνιτούρα από πράσινη ανάπτυξη και επενδύσεις. Με το θεωρητικό σχήμα της «Τεχνοφεουδαρχίας» αθωώνει το σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό, σπέρνοντας αυταπάτες για ένα πιο δίκαιο καπιταλιστικό σύστημα. Σε καμία περίπτωση δε μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες των εργαζομένων και να αποτελέσει δύναμη της αριστεράς, παρόλα αυτά έχει ιδιαίτερη επίδραση στη νεολαία και κυρίως σε τμήματα της μισθωτής διανόησης και για αυτό απαιτείται ένταση της ιδεολογικής διαπάλης με το ΜΕΡΑ25, το οποίο μέσω μιας συμβολικής παρουσίας στα κινήματα προσπαθεί να επιδράσει σε ρεύματα που θα μπορούσαν να προσεγγίσουν την κομμουνιστική αριστερά.

Οι διάφορες διεργασίες στον χώρο της κεντροαριστεράς σκοντάψαν στην ουσιαστική συμφωνία με το κυρίαρχο μίγμα της αστικής πολιτικής, την βαθιά φθορά του πολιτικού της προσωπικού που διαχειρίστηκε τα μνημόνια με αποτέλεσμα το Ποτάμι ή η Ένωση Κεντρώων να έχουν οδηγεί στο περιθώριο της πολιτικής σκηνής, και το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ να βρίσκεται σε τέλμα. Ο χώρος αυτός δυσκολεύεται να διαμορφώσει ένα επαρκώς αυτοτελές στίγμα, είτε απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, είτε απέναντι στη ΝΔ, όπως δείχνουν και οι πρόσφατες εκλογές στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, όπου ο μεγάλος νικητής ήταν η «φτώχεια» πολιτικών ιδεών. Δεν πρέπει όμως, να υποτιμηθεί η συστηματική προσπάθεια για οικοδόμηση ενός τρίτου αστικού πόλου “μπαλαντέρ”, ούτε και οι δυνάμεις του εντός του συνδικαλιστικού κινήματος.

Συνολικότερα ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ 25, σε σημαντικό βαθμό και το ΚΙΝΑΛ, επιδιώκουν να εκφράσουν πολιτικά μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία με κεντρικό τους στοιχείο την «εφικτή λύση» μέσα στα πλαίσια του συστήματος. Είναι πιθανό, να υπάρχει μια νέα άνοδος αυτού του ρεύματος, όπως συμβαίνει και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, ως αποτέλεσμα της αντικειμενικής δυσαρέσκειας πλατιών λαϊκών στρωμάτων αλλά και της αδυναμίας της αντικαπιταλιστικής αριστεράς να προτείνει άλλη εναλλακτική ανατροπής. Χρειάζεται ουσιαστική και βαθιά αντιπαράθεση με αυτά τα ρεύματα, καθώς η στρατηγική που προτείνουν με τον όποιο μανδύα, («μετακαπιταλισμός», «δίκαιη κοινωνία» κλπ) είναι στην καλύτερη περίπτωση μια μορφή αδύναμου κοινωνικού συμβολαίου με μεγαλύτερη φορολόγηση του κεφαλαίου για την καταπολέμηση της φτώχιας, και την «πράσινη» ανάπτυξη. Συνήθως αρνούνται την ανάγκη ισχυρής οργανωμένης βάσης στο όνομα της πάλης κατά της γραφειοκρατίας και προτείνουν «ανοιχτές», «οριζόντιες» και «χαλαρές» μορφές, για να καταλήξουν στην πιο ανεξέλεγκτη επιβολή της κυριαρχίας του ηγέτη-αρχηγού. Η συμμετοχή τους στο κίνημα περιορίζεται σε μια «πολιτική παρουσία» για κοινοβουλευτική εξαργύρωση

Στο χώρο της ακροδεξιάς έχουμε αρκετές αναδιατάξεις. Η ΧΑ, μετά την καταδίκη της ως εγκληματική οργάνωση, παρουσιάζει σημάδια αποσύνθεσης και διάλυσης. Η εξέλιξη αυτή αν και είναι πολύ θετική δεν πρέπει να μας καθησυχάζει. Δεν έχουμε ξεμπερδέψει με το φασιστικό – εθνικιστικό ρεύμα το οποίο προσπαθεί να βαθύνει την παρέμβασή του και να παγιωθεί σε αυτοτελές κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα, όπως δείχνει και η πρόσφατη επανεμφάνιση του σε σχολεία, σχολές, γειτονιές με όρους δρόμου και ομάδες κρούσης (πχ Θεματοφύλακες, ΕΠΑΛ Σταυρούπολης). Η ακροδεξιά αξιοποιεί την ατζέντα που διαμορφώνει η κυρίαρχη πολιτική (εθνικά θέματα, προσφυγικό, διαχείριση πανδημίας κτλ), αρθρώνοντας «αντισυστημικό» λόγο, πατώντας πάνω στην εντεινόμενη κρίση, την όξυνση της φτώχειας και της εξαθλίωσης, ρίχνοντας το φταίξιμο για την λαϊκή απελπισία, στους «ξένους», αθωώνοντας έτσι το σύστημα. Η ακροδεξιά προωθεί ένα πρότυπο αποθέωσης της βίας, καλλιεργεί τον σεξισμό, τον μισογυνισμό και τις «πατροπαράδοτες αξίες». Το τελευταίο διάστημα ενισχύει και ενισχύεται από ένα διάχυτο κλίμα «ανορθολογισμού», θρησκοληψίας, «αντιεπιστημονισμού» με το πρόσχημα και τον μανδύα της «ελευθερίας», κλίμα που ενισχύεται από την εργαλειακή χρήση των «ειδικών» και την χρήση τους κάθε φορά σαν φερέφωνα των κυρίαρχων επιδιώξεων. Δεν είναι τυχαίο ότι επικεφαλής σε μια σειρά ομάδων και πρωτοβουλιών που παρεμβαίνουν στο αντιεμβολιαστικό κίνημα είναι πρώην στελέχη, μέλη και υποψήφιοι της Χ.Α, του κόμματος Σώρρα και  άλλων ακροδεξιών και εθνικιστικών οργανώσεων και κινήσεων. Αυτές τις τάσεις αντανακλά και η πολιτική κινητικότητα στον χώρο αυτό με διάφορες ομάδες και «αρχηγίσκους» όπως π.χ. ο Κασιδιάρης που διεκδικούν να παίξουν πολιτικό ρόλο. Σε κοινοβουλευτικό επίπεδο φαίνεται να κυριαρχεί σε αυτή τη φάση η “Ελληνική Λύση” του Βελόπουλου που υιοθετεί ακροδεξιές, και ανορθολογικές απόψεις. Αποτελεί το δεξί δεκανίκι της κυβέρνησης της ΝΔ, αποτελώντας πάντα πρόθυμο υποστηρικτή διάφορων αντεργατικών και αντιδημοκρατικών νόμων στη Βουλή.

Το ΚΚΕ είναι μια δύναμη κομμουνιστικού ρεφορμισμού, ακολουθώντας μία τακτική «κομμουνισμός στα λόγια, αγώνες μικρού μεγέθους για «άμεσα αιτήματα» στην πράξη». Αρνείται να προβάλλει μία συνολικά διαφορετική συνολική πολιτική διέξοδο -πόσο μάλλον επαναστατική προοπτική στο σήμερα- σε ρήξη με τους βασικούς κόμβους τους συστήματος (ΕΕ, χρέος, κυβερνήσεις, κτλ). Χαρακτηρίζεται από σοβαρό έλλειμμα σύνδεσης κομμουνιστικής στρατηγικής και τακτικής, έλλειμμα το οποίο επιδρά σε όλη την παρέμβαση του, πολιτική και κινηματική – συνδικαλιστική, παρά την άνοδο της κομμουνιστικής ρητορικής του τελευταίου διαστήματος. Εμφανίζεται ως έμπιστη δύναμη σταθερότητας για ένα λαϊκό κόσμο, ως κόμμα-καταφύγιο “για να περάσουν τα δύσκολα”. Στα “εθνικά” ζητήματα υιοθετεί απόψεις που δεν διαχωρίζονται στρατηγικά από την αστική αφήγηση (Μακεδονικό, Ελληνοτουρκικά κ.α.). Στον χώρο της νεολαίας η ΚΝΕ εξακολουθεί να αποτελεί την πιο μαζική οργάνωση, αν και απέχει αρκετά από την αίγλη του παρελθόντος. Το τελευταίο διάστημα φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι στους κόλπους της νεολαίας γεννιούνται νέα ρεύματα αμφισβήτησης με τα οποία προσπαθεί να επικοινωνεί, ανοίγοντας ζητήματα που μέχρι πρότινος υποτιμούσε και κάνοντας κάποια μικρά, αλλά ασταθή βήματα στην κοινή δράση (π.χ. στο φοιτητικό). Επιχειρεί μια συστηματική δουλειά σε ιδεολογικά, πολιτιστικά και αξιακά ζητήματα, όπως και στο ζήτημα της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος που συγκροτούν μια «κομμουνιστική ταυτότητα» στη νεολαία. Παρόλα αυτά τα βήματα φαίνεται ότι δεν μπορεί να επικοινωνήσει με βάθος και ουσία με το διάχυτο ριζοσπαστισμό. Τα γενικότερα όρια της πολιτικής του ΚΚΕ, η έλλειψη πολιτικών στόχων ρήξης, ο συμβιβασμός με το πολιτικό σύστημα στις κρίσιμες στιγμές του κινήματος (Δεκέμβρης ‘08, δημοψήφισμα 2015) και η -σε μεγάλο βαθμό άκριτη- υποστήριξη του «υπαρκτού σοσιαλισμού» αποτελούν όρια στην πολιτική της επιρροή, και στην επαφή του με τον σύγχρονο ριζοσπαστισμό. Στο πρόσφατο φοιτητικό κίνημα προσανατολίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε μια γραμμή «ελάχιστου πλαισίου», υποβάθμισης της αναγκαίας πολιτικής κατεύθυνσης στο όνομα της ενότητας, υποτίμησης των μαζικών διαδικασιών και  «ελεγχόμενων και λελογισμένων μορφών πάλης». Παρόλα αυτά, ο χώρος του ΚΚΕ/ΚΝΕ, αποτελεί σήμερα τον πιο μαζικό πόλο συσπείρωσης ενός αριστερού, κομμουνιστικού και εργατικού δυναμικού και για αυτό χρειάζεται να επιμείνουμε στην αναγκαία κοινή δράση στη βάση αρχών, στην ουσιαστική κριτική στην γραμμή του και στον διάλογο για την κομμουνιστική προοπτική.

Στον χώρο της εκτός των τειχών αριστεράς, υπάρχουν διεργασίες και κινητικότητα. Ξεχωρίζει η συγκρότηση της «Αριστερής Πρωτοβουλίες Διαλόγου και Δράσης», η οποία έχει συσπειρώσει κάποιες δυνάμεις με ασαφείς όμως προγραμματικές θέσεις και κατά βάση εκλογικές στοχεύσεις. Ο χώρος αυτός φαίνεται να προωθεί και μια λογική παραταξιακής της συγκρότησης στους κοινωνικούς χώρους (σωματεία, χώρους νεολαίας κτλ). Η ΛΑΕ βρίσκεται σε πορεία υποχώρησης και συρρίκνωσης, εξαιτίας της αδιέξοδης πολιτικής της λογικής, αλλά παρόλα αυτά διατηρεί μια σχετική δυναμική στα πανεπιστήμια μέσω της ΑΡΑΣ. Σε γενικές γραμμές, επικρατεί μια στρατηγική αμηχανία, και μια δεξιά μετατόπιση των περισσότερων δυνάμεων, που εγκλωβίζονται στα όρια ενός μαχητικού αντιδεξιού μετώπου χωρίς σύγκρουση με τους πυλώνες της αστικής πολιτικής, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις. Δεν λείπουν και φωνές, που προωθούν την δορυφοροποίηση γύρω από το ΚΚΕ στο όνομα της «επαφής με την εργατική τάξη» ή ακόμα και λογικές «εισοδισμού» στο ΜΕΡΑ25 για να υπάρχει μια «αριστερή φωνή» στο κοινοβούλιο. Συνολικά αυτό το ρεύμα δεν μπορεί να έχει αυτοτελή προοπτική ανάμεσα στο αντικαπιταλιστικό ρεύμα και στον πόλο του κομμουνιστικού ρεφορμισμού του ΚΚΕ από την μια, ή την σοσιαλδημοκρατία των ΣΥΡΙΖΑ-ΜΕΡΑ από την άλλη. Χρειάζεται από την πλευρά μας μια θαρρετή πολιτική απεύθυνσης, ώστε να μετατοπιστούν δυνάμεις και να συσπειρωθούν σε μια αντικαπιταλιστική βάση καθώς και ένα ριζοσπαστικό δυναμικό που εγκλωβίζεται σε αυτό τον χώρο να κάνει το βήμα προς την αντικαπιταλιστική αριστερά.

Ο χώρος της αναρχίας φαίνεται να έχει μια ιδιαίτερη γοητεία στη νεολαία, με κύριο όχημα το πολιτιστικό/αντιφασιστικό αντιπρόταγμα και μια φυσιογνωμία μαχητικών μορφών δράσης και αντισυστημικού λόγου. Μετά το 2012, όμως, εμφανίσε κάμψη, καθώς ήταν ευάλωτος απέναντι στο ανερχόμενο ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά το τέλος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έγιναν ποικίλες ανακατατάξεις, ωστόσο την περίοδο της πανδημίας βρέθηκε σε ιδιαίτερη αμηχανία, καθώς δυσκολεύτηκε να αναπροσαρμόσει την δράση του, με αποτέλεσμα να μην καταφέρει να αμφισβητήσει έμπρακτα και με μαζικούς όρους τις κυβερνητικές απαγορεύσεις, ενώ τμήματα της αυτονομίας υιοθέτησαν ανορθολογικές και επικίνδυνες προσεγγίσεις σχετικά με την πανδημία. Ο χώρος αυτός τροφοδοτείται από την ιστορική κρίση του κομμουνιστικού κινήματος, δεν έχει ενιαία έκφραση και λογική, αν και εν τέλει ανεξαρτήτως διαδρομών και προθέσεων καταλήγει σε ρεφορμιστικές λογικές και την υιοθέτηση του μικρότερου κακού. Υπάρχουν βέβαια δυνάμεις και ρεύματα που υπό όρους μπορούμε να διαμορφώσουμε πρακτικές κοινής δράσης (πάντα στα πλαίσια του μαζικού κινήματος, με πολιτικά αυτοτελή δική μας παρουσία και ουσιαστική και σε βάθος κριτική στην γραμμή τους). Ιδιαίτερα με εκείνες τις δυνάμεις της αναρχίας που προσπαθούν να ψηλαφήσουν όρους μαχητικής εργατικής παρέμβασης και με αυτές που σε πολιτικό επίπεδο, φαίνεται να εμπνέονται από έναν πιο παραδοσιακό κομμουνιστικό αντιμπεριαλιστικό λόγο, ακόμα και αν συχνά εγκλωβίζονται σε αδιέξοδους θεαματικούς ακτιβισμούς και δυσκολεύονται να πάνε μέχρι τέλους την ρήξη τους με τον αναρχικό χώρο. Επίσης υπάρχουν και δυνάμεις που συμμετέχουν στο εργατικό κίνημα, δίνουν μάχες, έχουν όμως πολύ στενή αντίληψη για το συνδικαλισμό, καθώς θεωρούν τα σωματεία απλά εργαλεία μαχητικής εργατικής άμυνας, χωρίς πολιτικό ρόλο και επιβάλλουν έναν ιδιότυπο απομονωτισμό/σεχταρισμό. Παρόλα αυτά όμως τα τμήματα αυτά δεν είναι κυρίαρχα, αλλά αντίθετα τον τόνο δίνουν ρεύματα που  πρεσβεύουν την άρνηση της οργάνωσης ως «γραφειοκρατία» και καταλήγουν σε έναν μικροαστικό ατομισμό. Η άρνηση κομματιών του χώρου αυτού να δράσουν μέσα στο κίνημα και με όρους κινήματος και η δράση τους σαν «πολιτικός χώρος» τους οδηγεί σε ενέργειες που ξεκόβουν από το επίπεδο συνείδησης και τις ανάγκες του κινήματος και πολλές φορές τείνουν να το υποκαθιστούν. Οι απόψεις τους σε κρίσιμα ζητήματα (εκπαίδευση, έμφυλο ζήτημα κ.α.) αυτονομούν τις «επιμέρους αντιθέσεις» καταλήγοντας να επικοινωνούν τόσο με το «δικαιωματισμό» των ρεφορμιστικών δυνάμεων όσο και με τον «φιλελευθερισμό». Τέλος με ομάδες τυφλής-μηδενιστικής βίας, που δρουν ουσιαστικά εκτός του μαζικού κινήματος και συχνά εναντίον του, πρέπει να έχουμε συνολική αντιπαράθεση.

 

1.3. Η πολιτική πρόταση του ΝΑΡ και της ν.Κ.Α.

ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΝΗΚΕΙ

ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΝΑ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΝΑ ΜΑΣ ΧΩΡΑ ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ

  • ΜΕ ΜΑΖΙΚΟ ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΛΑΟ
  • ΜΕ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
  • ΜΕ ΙΣΧΥΡΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

ΝΑ ΑΝΑΤΡΕΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΝΔ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ,

ΝΑ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΣΤΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ.

Ο ΛΑΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΗ ΤΟΥ ΘΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΤΟΥ ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ, ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

Μπαίνουμε σε μια περίοδο μεγάλων πολιτικών αναμετρήσεων όπου θα τεθούν στον λαό μεγάλα ερωτήματα και επιλογές για το παρόν και το μέλλον του. Για να απαντηθούν ανατρεπτικά-αντικαπιταλιστικά τα ερωτήματα αυτά και να μπορέσει να οργανωθεί αποτελεσματικά και νικηφόρα η λαϊκή αντίσταση και πάλη χρειάζεται:

α) να αναπτυχθεί ένα συνολικό ρεύμα κριτικής και τοποθέτησης για τα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας από αντικαπιταλιστική και σύγχρονη κομμουνιστική σκοπιά ενάντια στην κυρίαρχη καπιταλιστική αφήγηση, την ακροδεξιά και τα σύγχρονα διαχειριστικά ρεύματα της σοσιαλδημοκρατίας, που είναι πλήρως ενταγμένα στο σύστημα. Σε αυτό επιδιώκουμε να συμβάλουν το ΝΑΡ, η ν.Κ.Α. αλλά και η Πρωτοβουλία για Σύγχρονο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα και Κόμμα, καθώς και η αναγκαία αντικαπιταλιστική πολιτική μετωπική συσπείρωση για την οποία παλεύει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

β) Να διαμορφωθεί μια γραμμή άμεσης αποφασιστικής σύγκρουσης με την κυβέρνηση και το σύστημα και να συγκροτηθεί κινηματικά, πολιτικά και μετωπικά ένα αντίστοιχο μπλοκ δυνάμεων. Στον πυρήνα της τακτικής μας είναι η πάλη για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της βάρβαρης επίθεσης του κεφαλαίου και της υπεραντιδραστικής ανασυγκρότησής του. Η τακτική αυτή έγκειται στην πρωτοπόρα συμμετοχή μας στη μάχη για την ικανοποίηση των ζωτικών λαϊκών αναγκών πετυχαίνοντας έστω και ασταθείς νίκες, με λογική σύγκρουσης με την ουσία της αστικής πολιτικής (και όχι μόνο τις επιμέρους πλευρές της) και στην επιδίωξη μέσω του αντικαπιταλιστικού περιεχομένου της πρότασης μας, των δρόμων και των μέσων υλοποίησης της, να συνδέουμε ουσιαστικά την μαχητική κοινωνικοπολιτική αντιπαράθεση στο σήμερα με το ίδιο το άλμα της επανάστασης.

Το ΝΑΡ για τη Κομμουνιστική Απελευθέρωση και η ν.Κ.Α. απευθύνουν κάλεσμα στον μαχόμενο κόσμο της αριστεράς και του αγώνα σε μια από κοινού προσπάθεια για να κάνουμε βήματα στις δύο παραπάνω κρίσιμες πλευρές.

  • Άμεσα να συσπειρωθούν όλες οι μαχόμενες δυνάμεις του εργατικού κινήματος, πρωτοβάθμια σωματεία, επιτροπές αγώνα, συνδικαλιστές σε μια ανεξάρτητη πρωτοβουλία που θα συμβάλλει στην αναγέννηση και ανάπτυξη των εργατικών αγώνων. Για αγώνες που θα είναι επικίνδυνοι και θα επιδιώκουν την ανατροπή, και όχι αγώνες διαμαρτυρίες.
  • Για μια νέα μετωπική πολιτική ενότητα όλων των δυνάμεων που παλεύουν από ανατρεπτική αντικαπιταλιστική και σύγχρονα κομμουνιστική σκοπιά. Για να συγκροτηθεί ένας άλλος πόλος στην αριστερά που θα πρεσβεύει τη συνολική αντιπαράθεση με την αστική πολιτική και μια άλλη χειραφετητική προοπτική. Στηρίζουμε την πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για τη συσπείρωση των αντικαπιταλιστικών και ανατρεπτικών δυνάμεων και καλούμε κάθε δύναμη, κάθε αγωνιστή και αγωνίστρια να πάρει μέρος σε αυτή τη πρωτοβουλία.
  • Συμβάλλουμε αποφασιστικά στην Πρωτοβουλία για Σύγχρονο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα και Κόμμα γιατί θεωρούμε καθοριστικής σημασίας στόχο τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής απάντησης στον βάρβαρο ολοκληρωτικό καπιταλισμό της εποχής μας και της αντίστοιχης νέας κομμουνιστικής οργάνωσης που θα την εκφράζει. Καλούμε τους αγωνιστές/-ριες που εμπνέονται από την επαναστατική αναγκαιότητα και την κομμουνιστική απελευθέρωση να στρατευτούν στις επιτροπές της Πρωτοβουλίας.

Να διαμορφώσουμε τους όρους για ένα νέο γύρο αναμέτρησης για την ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της. Ξεχωρίζουμε τα ζητήματα της επίθεσης σε όλο το φάσμα της παιδείας, των αντεργατικών νόμων και το χτύπημα του οργανωμένου συνδικαλισμού, των αυξήσεων και της φτωχοποίησης του λαού, της υγείας, των ελευθεριών και της απειλής του πολέμου, ως στοιχεία που θα προκαλέσουν άμεση αντιπαράθεση με την κυβερνητική πολιτική το επόμενο διάστημα. Για να «αποσταθεροποιηθεί» η επίθεση του κεφαλαίου, να μπει σε κρίση και να ανατραπεί, να ανοίξει δρόμος για ευρύτερες επαναστατικές αλλαγές σε όφελος του λαού, για την εργατική εξουσία-δημοκρατία και όχι για να οδηγηθούμε σε μια νέα σταθεροποίηση του συστήματος σε βάρος των εργαζομένων, όπως έγινε από το 2016 και μετά. Έχουμε πλέον την σημαντική συσσωρευμένη εμπειρία ότι η μάχη για το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης δεν μπορεί να στοχεύει σε κάποια αριστερή κυβέρνηση, αλλά στην εμφάνιση μορφών του οργανωμένου λαού, στην αμφισβήτηση του καπιταλιστικού πλαισίου, στην απόσπαση κατακτήσεων και στην κλιμάκωση του πολιτικού αγώνα ως τον κλονισμό της αστικής κυριαρχίας με στόχο την επαναστατική αλλαγή. Με αυτή την έννοια, η εμφάνιση σε μαζική κλίμακα ορατών αντιπαραδειγμάτων του οργανωμένου λαού, και κατ’ επέκταση η εργατοδημοκρατική συγκρότηση του εργατικού του φοιτητικού και μαθητικού κινήματος αλλά και η εμφάνιση τέτοιων φύτρων στις γειτονιές αποτελεί κεντρική επιδίωξη της ν.Κ.Α.

Κομμουνισμός η απάντηση για τον 21ο αιώνα

Ο καπιταλισμός δεν διορθώνεται. Η λύση είναι μια άλλη κοινωνία, στηριγμένη σε ριζικά διαφορετικές αρχές, ο κομμουνισμός της εποχής μας. Μια κοινωνία που βασίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και του πλούτου, την αυτοκυβέρνηση των ίδιων των ανθρώπων. Μια κοινωνία που θα αξιοποιεί σε όφελος των εργαζόμενων τα πιο σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνικής, μειώνοντας άμεσα και ριζικά τις ώρες δουλειάς, εξασφαλίζοντας αξιοπρεπή δουλειά για όλους. Που, απαλλαγμένη από το κριτήριο του κέρδους, θα παράγει και θα καταναλώνει με τρόπο που δεν καταστρέφει το περιβάλλον. Που θα βάλει στην θέση των διεθνών αστικών και ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών την φιλία των λαών.

Η κοινωνία αυτή θα παίρνει υπόψη της την πείρα των κοινωνιών του «υπαρκτού σοσιαλισμού» που κατέρρευσαν, που παρά τα δικαιώματα που εξασφάλισαν στην πρώτη φάση τους στους λαούς δεν ήταν σοσιαλιστικές, τελικά η εξουσία πέρασε στα χέρια μιας νέας άρχουσας τάξης, που οδήγησε πίσω στον καπιταλισμό. Παλεύουμε για την επανίδρυση του κομμουνιστικού κινήματος της εποχής μας και της αντεπίθεσης των επαναστατικών ιδεών. Στηρίζουμε την Πρωτοβουλία για Σύγχρονο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα και Κόμμα και την προσπάθεια για την ίδρυση μιας νέας οργάνωσης κομμουνιστικής απελευθέρωσης που έχει ανάγκη η εποχή μας.

Ο κομμουνισμός δεν είναι ούτε για το συρτάρι της ιστορίας ούτε για το μακρινό μέλλον. Είναι ένα πολιτικό κίνημα του σήμερα, που καταργεί την άδικη και καταστροφική «υπάρχουσα τάξη πραγμάτων», αναπτύσσει την ανειρήνευτη ταξική διαπάλη με τον κόσμο του κεφαλαίου, καταλαμβάνει με επαναστατικό τρόπο την πολιτική και κοινωνική εξουσία, με το τσάκισμα της αστικής κρατικής μηχανής, σώζοντας την κοινωνία απ’ την καταστροφή, αλλάζοντας την σε βάθος.

 

2. Η ανασυγκρότηση της πρωτοπορίας

2.1 Είμαστε στην εποχή των εξεγέρσεων. Αρκεί όμως αυτό;

Με την τριπλή κρίση να σφραγίζει τις εξελίξεις, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο συνειδητοποιούν ότι «δεν πάει άλλο η κατάσταση», οδηγούνται σε αγώνες, σε σοβαρά ξεσπάσματα ακόμα και εξεγέρσεις. Κάθε «ξέσπασμα» του λαού θέτει ερωτήματα για το μέλλον της ανθρωπότητας και αναζητά απαντήσεις. Από τη Χιλή και το “Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα, διότι η κανονικότητα ήταν το πρόβλημα”, μέχρι το Παρίσι και τα Κίτρινα Γιλέκα, και από το Λίβανο πίσω στις ΗΠΑ και το “black lives matter”, οι αγώνες αυτοί χαρακτηρίζονται από διάρκεια, επιμονή, διάθεση για σύγκρουση αλλά και πολιτικά όρια.

Αντίστοιχα στην χώρα μας, την τελευταία δεκαετία οι αγώνες του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας στην Ελλάδα μπήκαν σφήνα στα σχέδια του κεφαλαίου δημιούργησαν σοβαρά πολιτικά γεγονότα, χωρίς να γίνεται εφικτός ωστόσο ο μετασχηματισμός της μαζικής αντίδρασης σε συνειδητό πολιτικό ρήγμα, καθώς τελικά ηγεμόνευσε ο αριστερός κυβερνητισμός του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και σήμερα βλέπουμε πως οι αγώνες, παρά την σημαντική μαχητικότητα τους, δυσκολεύονται να ενοποιηθούν σε ένα ανώτερο επίπεδο πέρα από την άρνηση σε ένα νόμο, σε ένα θέμα ακόμα και σε ένα πρόσωπο. Παραμένουν ευάλωτοι στους τακτικούς ελιγμούς της αστικής πολιτικής, του λεγόμενου «προοδευτικού μετώπου», και γενικά του εγκλωβισμού της αντιπαράθεσης με την «ακραία πτέρυγα» της αστικής πολιτικής. Η έλλειψη μιας σχετικά μαζικής αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής πρωτοπορίας, οδηγεί στην  αδυναμία  να διαμορφωθεί η σύγχρονη στρατηγική κομμουνιστική απάντηση απέναντι στον σημερινό καπιταλισμό, και εκείνη η επαναστατική τακτική που να συνδέεται με την εργατική τάξη και την πλειοψηφία της νεολαίας,  ανοίγοντας δρόμους για ρωγμές στην πολιτική των κυρίαρχων τάξεων στην κατεύθυνση της ανατροπής της.

Η αναγκαιότητα λοιπόν για την ανασυγκρότηση της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα προκύπτει από:

  • Την ανάγκη απαντήσεων, κομμουνιστικής στρατηγικής και επαναστατικής τακτικής που να ανταποκρίνονται στο βάθος των σημερινών ερωτημάτων, ειδικά στην σημερινή εποχή εκρηκτικών αντιθέσεων, της πολύπλευρης δομικής κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.
  • Τις δυνατότητες της εποχής με βάση τα επιτεύγματα της επιστήμης και του ανθρώπινου πολιτισμού για να ζήσει η νέα γενιά μια πραγματική αξιοβίωτη ζωή, αν αυτά μετασχηματιστούν και μπουν την υπηρεσία του λαού και όχι του κέρδους και του κεφαλαίου.
  • Τα συμπεράσματα του προηγούμενου κύκλου αγώνων και ιδιαίτερα στην χώρα μας από την ηγεμονία του «σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ», (προοδευτική διαχείριση του καπιταλισμού, μέσω μιας «αριστερής διακυβέρνησης»), αλλά και συνολικότερα του κύματος των «αριστερών κυβερνήσεων», μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της αφομοίωσης της ιστορικής εμπειρίας της κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος.
  • Την ανάγκη μιας θετικής τριπλής υπέρβασης σε επίπεδο προγράμματος και συγκρότησης. Υπέρβασης: α) Του «διαχειριστικού μεταρρυθμισμού» (ΣΥΡΙΖΑ) και των δήθεν «ρεαλιστικών προτάσεων» (τύπου ΜΕΡΑ25). β) Του «κομμουνιστικού ρεφορμισμού» (ΚΚΕ), του «κομμουνισμού στα λόγια», αλλά της «εφικτής πολιτικής» στην πράξη, χωρίς πρόγραμμα ρήξης με τους πυλώνες της αστικής στρατηγικής. γ) Κάθε λογής κινηματικού κατακερματισμού, είτε σε στείρο οικονομικό αγώνα, είτε σε έναν ξεκομμένο πολιτικό αγώνα ο οποίος θα αδυνατεί να συνδέσει τις τακτικές με τις στρατηγικές μας επιδιώξεις.
  • Την ανάγκη αντιμετώπισης της υποχώρησης του ρεύματος της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που εκφράζεται στα όρια και την κρίση της πρωτοπορίας που οικοδομήθηκε την προηγούμενη περίοδο.
  • Το χαμηλό επίπεδο οργάνωσης του εργατικού λαϊκού κινήματος σε όλα τα επίπεδα που φανερώνει ότι χρειάζεται μια νέα έμπνευση για να ξαναπιάσουμε το νήμα από την αρχή.
  • Την εμπειρία της αλλαγής του συσχετισμού δύναμης σε περιπτώσεις όπου συγκροτήθηκαν σε ανώτερο επίπεδο οι όποιες διάσπαρτες φωνές αμφισβήτησης.

Με βάση τα παραπάνω, επιλέγουμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι της ανασυγκρότησης της πρωτοπορίας ξεκινώντας από το στρατηγικό πεδίο, ενός σύγχρονου προγράμματος και κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης, μιας νέας κομμουνιστικής Αριστεράς. Η επιλογή αυτή δεν σημαίνει ισοπέδωση ή παραμέληση των άλλων πλευρών (αντικαπιταλιστικό μέτωπο και αριστερή πτέρυγα του κινήματος) αλλά ξεχώρισμα εκείνου του κρίκου που θα μας βοηθήσει σε αυτή την φάση να ξεδιπλώσουμε όλη την αλυσίδα της ανασυγκρότησης της πρωτοπορίας.

Παρά την διακηρυγμένη στόχευση τόσο του ΝΑΡ όσο και της ν.Κ.Α. για αυτή την υπόθεση, διακρινόμαστε από στασιμότητα και ασυνέχειες της προσπάθειας μας. Η καθυστέρηση αυτή οφείλονται πρώτα απ’ όλα στον συνολικό συσχετισμό δυνάμεων, στην ιστορική οπισθοχώρηση του κομμουνιστικού κινήματος. Σχετίζεται όμως και με τις δικές μας ιδιαίτερες ανεπάρκειες, τον τρόπο που έχουμε μάθει να λειτουργούμε ως πολιτική οργάνωση, την ελλιπή μαρξιστική θεωρητική μας συγκρότηση στα πλαίσια του διαρκώς αναπτυσσόμενου μαχόμενου επαναστατικού μαρξισμού, την αδύναμη προγραμματική μας επεξεργασία, τα κομβικά βήματα που εκκρεμούν για την ανώτερη γείωση μας στην εργατική τάξη και την εργατική νεολαία και τις ελλιπείς διεθνείς σχέσεις. Αυτά είναι που πρέπει να αφήσουμε πίσω μας.

 

2.2. Η συμβολή της ν.Κ.Α. σε ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα

Η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση σήμερα έχει μπροστά της ένα διπλό στόχο. Από τη μια την αναβαθμισμένη συνεισφορά της στην προσπάθεια συγκρότησης νέας κομμουνιστικής οργάνωσης, του προγράμματος και κόμματος της εποχής μας. Από την άλλη η ν.Κ.Α. πρέπει να κάνει ειδική δουλειά στη νεολαία για την υπόθεση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης και της αντίστοιχης οργάνωσης στη νέα γενιά. Η προσπάθειά μας αυτή στηρίζεται σε τρεις μεγάλους αλληλένδετους πυλώνες: α) τη συμβολή της ν.Κ.Α. στην υπόθεση ενός ευρύτερου σύγχρονου κομμουνιστικού ρεύματος στη νεολαία. β) στην προώθηση του κομμουνιστικού μετασχηματισμού της ίδιας της ν.Κ.Α. και γ) την πρωταγωνιστική συμβολή της ν.Κ.Α. στην συνολική προσπάθεια για ένα σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης.

2.2.1. Για την οικοδόμηση ενός ευρύτερου κομμουνιστικού ρεύματος στη νεολαία

Ο στόχος της οικοδόμησης ευρύτερου επαναστατικού, κομμουνιστικής κατεύθυνσης ρεύματος στη νέα γενιά δεν είναι ζήτημα «εσωτερικής κατανάλωσης», αλλά στόχος που φιλοδοξούμε να αγκαλιάσει πλατιά τμήματα της μαχόμενης νεολαίας.

Η ιδιομορφία της συμβολής της ν.Κ.Α. στην υπόθεση του κομμουνιστικού φορέα της εποχής μας έγκειται στο ότι ενώ στο ΝΑΡ η απεύθυνσή μας αφορά κυρίως αγωνιστές και δυνάμεις που έχουν βγάλει συμπεράσματα- έστω αντιφατικά- μέσα στην πολιτική διαδρομή των τελευταίων δεκαετιών, στη νεολαία μιλάμε δηλαδή όχι για τη συσπείρωση κάποιων έτοιμων δυνάμεων, αλλά κυρίως για τη διαμόρφωση εκείνου του νέου ρεύματος των κομμουνιστών που πολιτικοποιούνται και προσεγγίζουν τον κομμουνισμό και την επαναστατική πάλη με νέους τρόπους και διαδρομές μέσα από την πάλη ενάντια στον σύγχρονο καπιταλισμό.

Άρα βασικό καθήκον της ν.Κ.Α. πέφτει στην οικοδόμηση, αποκατάσταση, επανανακάλυψη, επανανοηματοδότηση του κομμουνισμού της εποχής μας και κατά συνέπεια της επαναστατικής πολιτικής για τη νέα γενιά. Βάση για την «επανανακάλυψη του κομμουνισμού» είναι οι συγκεκριμένες «κομμουνιστικές απαντήσεις» στις θεμελιώδεις σημερινές αντιφάσεις του καπιταλισμού και η πάλη για αυτές. Γιατί πράγματι όταν ο καπιταλισμός στα βασικά προβλήματα της ζωής (δουλειά και κοινωνικά αγαθά, δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, περιβάλλον, πόλεμος και ειρήνη, ανθρώπινες σχέσεις, έμφυλη καταπίεση κ.α.) οδηγεί σε μια ιστορική καταστροφική οπισθοδρόμηση, τότε ουτοπία δεν είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η επανανακάλυψη της πορείας προς τον κομμουνισμό, αλλά η αιώνια διατήρησή του.

Οι προσπάθειες της οργάνωσής μας τα τελευταία χρόνια έχουν δώσει ορισμένα δείγματα γραφής σε αυτή την κατεύθυνση, τα οποία οφείλουμε να συστηματοποιήσουμε και να αναπτύξουμε.

Για παράδειγμα με την καμπάνια «Κομμουνισμός: back to the future», επιχειρήσαμε να αναδείξουμε την κομμουνιστική δυνατότητα και αναγκαιότητα, εκκινώντας από καθημερινά ζητήματα, προβάλλοντας μιας άλλη προοπτική υπό το πρίσμα της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Με την «μπροσούρα για το πανεπιστήμιο» επιδιώξαμε να συνδέσουμε την εμπειρία των φοιτητών από τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση με την καπιταλιστική εκμετάλλευση, και έτσι να δώσουμε συνείδηση και στρατηγική στόχευση στην μαχόμενη πρωτοπορία, αντοχή και προοπτική στο κίνημα. Με την μπροσούρα για τους μαθητές (που ετοιμάζεται ώστε να αποτελέσει ντοκουμέντο για όλη την ν.Κ.Α.) επιχειρούμε να απαντήσουμε όχι απλά στο «ερώτημα της εκπαίδευσης», αλλά στο σύνολο των ερωτημάτων που συγκροτούν την «ταυτότητα» του νέου κομμουνιστή, της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης και του άμεσου επαναστατικού αγώνα.

Παράλληλα έχουμε αναγνωρίσει ότι το κομμουνιστικό ρεύμα συγκροτείται από ένα σύνολο αξιών αλληλεγγύης και ανιδιοτελούς προσφοράς, εργατικού και λαϊκού πολιτισμού, αντίληψης της ιστορικότητας. Είχαμε και έχουμε πολύ σοβαρά κενά σε αυτά τα ζητήματα που ακριβώς συγκροτούν την ευρύτερη και βαθύτερη κομμουνιστική φυσιογνωμία και ταυτότητα. Κρατάμε την εμπειρία των πιο θετικών εμπειριών από την δουλειά μας στις Αναιρέσεις των τελευταίων ετών (οι  Αναιρέσεις πάνε «πλατείες», διεθνιστικές εκδηλώσεις, «ιστορικοί περίπατοι» κ.α.) και βάζουμε στόχους για να δουλέψουμε πιο αποφασιστικά.

Σε αυτόν τον φιλόδοξο δρόμο θέλουμε να μπει η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση επιδιώκοντας να μετατραπεί σε πόλο συσπείρωσης κάθε ζωντανής και ανήσυχης διεργασίας στη νεολαία, και ιδίως στα πιο φτωχά στρώματα της νεολαίας που πρέπει να αποτελούν και την κοινωνική βάση αυτού του ρεύματος.

 

2.2.2. Κομμουνιστικός μετασχηματισμός της ν.Κ.Α.

Χρειαζόμαστε μια οργάνωση ικανή να οικοδομήσει ένα τέτοιο ευρύτερο ρεύμα στην νεολαία. Μια οργάνωση που κοιτώντας τον «εαυτό της» σε σχέση με τους στόχους της θα υλοποιήσει πρώτα απ’ όλα τον δικό της «κομμουνιστικό μετασχηματισμό». Η κατεύθυνση αυτή περνάει σήμερα μέσα από 4 βασικούς πυλώνες:

Ο πρωταγωνιστικός αυτοτελής  πολιτικός ρόλος της ν.Κ.Α.

Πρώτα και κύρια, κομμουνιστικός μετασχηματισμός της ν.Κ.Α. σημαίνει ανέβασμα του πήχη για τον πολιτικό ρόλο της ν.Κ.Α. στην τρέχουσα κοινωνικοπολιτική αναμέτρηση με άνοδο της μαχητικότητας και της πολιτικής συμβολής της οργάνωσης στους αγώνες, με επικοινωνία με τις πιο πρωτοπόρες ριζοσπαστικές τάσεις της νεολαίας και στόχευση την προγραμματική και στρατηγική τους αναβάθμιση. Κρίσιμος κρίκος για αυτή την στοχοθεσία είναι καταρχάς η ψηλάφηση ενός συγχρόνου επαναστατικού πολιτικού σχεδίου για την σημερινή νεολαία όπου η επαναστατική τομή, θα εμφανίζεται σαν ο ώριμος και απαραίτητος δρόμος τόσο για την αναχαίτιση της αστικής επίθεσης και την επιβολή βασικών κατακτήσεων, όσο και για τη συνολική ανατροπή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, και η προβολή του μέσα από μια αποφασιστική στροφή στην αυτοτελή πολιτική παρουσία της ν.Κ.Α, που μπορεί να αντιμετωπίσει και φαινόμενα «συνδικαλιστικοποίησης» της δράσης μας και περιορισμού στα σχήματα χώρων ή θεμάτων και στα ζητήματα της επικαιρότητας.

Εργατική στροφή της ν.Κ.Α.

Ο στόχος της εργατικής στροφής της ν.Κ.Α. – της πανελλαδικής και πανκοινωνικής απεύθυνσής της – αποτελεί μία από τις πιο κρίσιμες πλευρές του κομμουνιστικού μετασχηματισμού της οργάνωσής μας. Από το 4ο συνέδριο της ν.Κ.Α. έχουμε μετρήσει κάποια βήματα (προσπάθεια για πανελλαδική συλλογικότητα στην ανεργία και την επισφάλεια, εκκίνηση μιας δουλειάς στην τεχνική εκπαίδευση, πρωτογενής εργατική δουλειά σε ορισμένους κλάδους που δεν είχαμε απεύθυνση). Όμως τα βήματα αυτά είναι πολύ αδύναμα και αποσπασματικά.

Η στροφή που έγινε στην ΟΝΕ στην Αθήνα, και τα βήματα σε άλλες πόλεις (Θεσσαλονίκη, Πάτρα) το τελευταίο διάστημα πρέπει να αποτιμηθούν θετικά. Η συμμετοχή μας στις κινητοποιήσεις από τις μάχες του τελευταίου διαστήματος αλλά και η πολύ πλατιά επαφή μας με χιλιάδες νέους εργαζόμενους στις πολλές και σε γενικές γραμμές επιτυχημένες εκλογικές μάχες στις οποίες οι δυνάμεις της ν.Κ.Α. είχαν μια πολύ σημαντική συνεισφορά (Επισιτισμός, ΣΕΤΗΠ, Συνέλευση Ηθοποιών, ΣΜΤ, Σωματείο Μισθωτών Δικηγόρων, Σωματείο στην Έρευνα, ΣΕΦΚ κλπ), άλλες πρωτοβουλίες όπως το διήμερο των εργατικών σχημάτων στην Αθήνα και οι κοινές εκδηλώσεις φοιτητικών – εργατικών σχημάτων, μας πλουτίζουν με πλούσια εμπειρία για τα ερωτήματα και τις ανάγκες των νέων εργαζόμενων, αλλά και για την ανάγκη της αποφασιστικής επιτάχυνσης και την έμπρακτη υλοποίηση της εργατικής στροφής στην ν.Κ.Α.

Η εργατική δουλειά πρέπει να οργανωθεί σε όλη την κλίμακα της οργάνωσης (και όχι μόνο της ΟΝΕ) με ενιαία πανελλαδική ιεράρχηση, παράλληλα με τα κινηματικά καθήκοντα της επικαιρότητας, και καλύτερη σύνδεση με την εργατική δουλειά του ΝΑΡ. π.χ. μέσω κοινών διαδικασιών και εκδηλώσεων.

Οι ανάγκες της ταξικής πάλης, η αναμέτρηση με την εργοδοσία και το κεφάλαιο απαιτεί μια άλλη «οργανωτική κουλτούρα» απ’ ό,τι μέχρι τώρα, με κέντρο την συνέπεια, την οργανωτικότητα, τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη, την αυτοθυσία, την επαφή με την συνείδηση και τις ανάγκες της εργατικής τάξης καθώς ακόμα και ο «λόγος» και η γλώσσα των κειμένων μας συχνά δυσκολεύουν την επαφή με την εργατική νεολαία. Έχουμε κάνει βήματα σε αυτή την κατεύθυνση (π.χ. συμμετοχή σε περιφρουρήσεις απεργιών στο λιμάνι, σε τράπεζες, σε επισιτισμό κλπ).

Σημαντικό είναι ότι η «εργατική στροφή» της ν.Κ.Α. συνδέεται με την διαμόρφωση της προσωπικότητας του αγωνιστή μέλους της ν.Κ.Α. Η οργάνωσή μας πρέπει να βοηθήσει ώστε τα μέλη της ν.Κ.Α. να μπαίνουν μπροστά στους αγώνες, στην ίδρυση σωματείων και επιτροπών αγώνα, στην οργάνωση και τους αγώνες της τάξης, να ζουν, να «αναπνέουν» και «ρισκάρουν» μαζί της. Ξεπερνάνε την προοπτική της ατομικής ανέλιξης, της καριέρας, της «καθώς πρέπει ζωής» σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους. Αντιλαμβάνονται την περιπέτεια της ζωής μέσα απ΄ την ομορφιά της πάλης για να την αλλάξουμε! Σε αυτό το αγωνιστικό «πρότυπο» ζωής είναι απαραίτητο να «δουλέψει» η ν.Κ.Α. και να αποτελέσει μέτρο και κριτήριο του κομμουνιστικού μετασχηματισμού μας.

Χρειάζεται όμως να κάνουμε ένα αποφασιστικό επόμενο βήμα, για να αλλάξουμε την ταξική σύνθεση που θα παίξει κυρίαρχο ρόλο στη ν.Κ.Α. Από τη μία η εργατική δουλειά που απευθύνεται γενικά προς όλους τους εργαζόμενους ανεξαρτήτως ηλικίας, πρέπει να γίνει από κοινού με το ΝΑΡ ώστε να ενισχυθεί η απεύθυνση και η ενότητα του συνόλου της εργατικής τάξης, κάτι που αντικειμενικά απαιτείται λόγω της αντιδραστικής ανάπτυξης του καπιταλισμού με τη συμπίεση των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων προς τα κάτω που αγγίζει το σύνολο των εργαζομένων. Από την άλλη η ν.Κ.Α. πρέπει να στοχεύσει στην εξειδικευμένη εργατική δουλειά προς την νεολαία και ιδιαίτερα στην εργατική νεολαία.

Η εργατική δουλειά προς τη νεολαία κέντρο βάρους πρέπει να έχει:

α) Την παρέμβαση στη νεολαία της ανεργίας, της επισφάλειας και της επανακατάρτισης, σε σχολές τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης, ΙΕΚ, κέντρα κατάρτισης, σχολές ΟΑΕΔ κλπ, β) Την συγκρότηση δυνάμεων στους μαζικούς και κρίσιμους κλάδους της οικονομίας, που δουλεύει μεγάλο κομμάτι ανειδίκευτης εργατικής νεολαίας (επισιτισμός-τουρισμός, εμπόριο, τηλεπικοινωνίες, ναυτιλία κ.α.). γ) Την ενδυνάμωση του Ανυπόταχτου Μαθητή και της ν.Κ.Α., ειδικά στα παιδιά των πιο φτωχών λαϊκών στρωμάτων, δ) Την προσπάθεια ενίσχυσης της Ταξικής Κίνησης για την εργατική χειραφέτηση και την ανασυγκρότηση της δουλειάς της πτέρυγας.

Πρέπει να λάβουμε υπ’όψιν ότι μιλάμε για κομμάτι της νεολαίας που δεν έχει σημαντικές συλλογικές αναπαραστάσεις, επαφή με τον ταξικό συνδικαλισμό και τις δομές του κινήματος ή εμπειρία στην πολιτική διαπάλη. Η συγκρότηση αυτή έχει λοιπόν σαν αναγκαίο στοιχείο το ρίζωμα μας στις λαϊκές συνοικίες των μεγάλων πόλεων και την παρέμβαση στην ταξική νεολαία διαμέσου της γειτονιάς, εκεί που ζει, αναπνέει και πιο εύκολα προσεγγίζεται.

Ιδεολογική συγκρότηση

Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα έλεγε ο Λένιν. Η ενασχόληση με τη θεωρία δεν μπορεί να θεωρείται ως «ακόμα μια δουλειά» για τους κομμουνιστές, αλλά βασικό καθήκον για τη συγκρότησή τους και την επαναστατική πρακτική τους και επομένως πρέπει να ιεραρχείται αντιστοίχως και όχι να υποτιμάται μπροστά στο καθημερινό «τρέξιμο». Τα προηγούμενα χρόνια η θεωρητική δουλειά της ν.Κ.Α. ήταν εξαιρετικά αδύναμη τόσο «προς τα μέσα» όσο και προς τα «έξω», πράγμα που οδήγησε σε πολύ σοβαρά προβλήματα στην ίδια την συγκρότηση της φυσιογνωμίας μας και της ικανότητας μας να κατανοούμε την ουσία και το βάθος των αλλαγών που επιφέρει η αντιδραστική ανασυγκρότηση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και αντίστοιχα να συνολικοποιούμε προγραμματικά και να δίνουμε στρατηγικό βάθος στις αντιστάσεις και τους αγώνες που αναπτύσσονται. Πλευρά της θεωρητικής μας αδυναμίας είναι και η σοβαρή αδυναμία στην πολιτιστική μας δουλειά. Δεν μπορεί να οικοδομηθεί κομμουνιστικό ρεύμα στην νεολαία χωρίς ανώτερη σχέση με τον ανατρεπτικό πολιτισμό. Το τελευταίο διάστημα έγιναν κάποια μετρήσιμα βήματα για το ξεπέρασμα αυτής της αδυναμίας, (π.χ. ιδεολογικά μαθήματα, εξώστρεφες πρωτοβουλίες κ.α.), που σε κάποιο βαθμό αντιστρέφουν αυτή την τάση αλλά παραμένουν ακόμα αποσπασματικές. Επιδιώκουμε οι Ο.Β. να διοργανώνουν ιδεολογικά μαθήματα με βάση ζητήματα κλάδου/επικαιρότητας, στα πλαίσια της πλούσιας εσωτερικής ζωής τους.

Κεντρικό καθήκον της ν.Κ.Α. το επόμενο διάστημα είναι η υπεράσπιση και η συμβολή της στην δημιουργική ανάπτυξη του μαχόμενου επαναστατικού μαρξισμού. Αποτελεί ζήτημα στρατηγικής σημασίας από την πλευρά μας η δημιουργική ανάπτυξη της θεωρητικής ταυτότητας του ρεύματος μας πέρα από τον μεταμοντέρνο εκλεκτικισμό ή τον αδιέξοδο κλασικισμό που αναπαράγονται συνεχώς εντός του ρεύματος μας. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, χρειάζεται να αυξηθεί ο βαθμός της ενεργητικής ενασχόλησης με αυτά τα ζητήματα τόσο με προσωπική όσο και συλλογική τριβή, απαιτείται η επαφή με τις σύγχρονες επιστημονικές εξελίξεις και την θεωρητική παραγωγή και η κριτική τους επεξεργασία.

Βασική προϋπόθεση για μια ανώτερη προσέγγιση αυτών των ζητημάτων είναι το προχώρημα της θεωρητικής σχολής του Κ.Σ. της ν.Κ.Α., με σκοπό την καλλιέργεια κριτηρίων που θα πετυχαίνουν τη σύνδεση θεωρίας-πράξης, η οποία βάζουμε τον στόχο να έχει ολοκληρωθεί εντός του 2022.

Ανώτερη οργανωτική συγκρότηση

Ο κομμουνιστικός μετασχηματισμός της ν.Κ.Α. συμπυκνώνεται τελικά στο «οργανωτικό ζήτημα» στον ρόλο και τα χαρακτηριστικά της οργάνωσής μας. Χρειαζόμαστε μια άλλη οργάνωση, πιο πολιτική και θεωρητική, πιο μαζική και εργατική, με ουσιαστική εσωτερική δημοκρατία και πειθαρχημένη στην μάχη.

Η ν.Κ.Α. πρέπει να συμβάλλει ώστε να οικοδομηθεί ένα διαφορετικό πρότυπο του αγωνιστή κομμουνιστή με βασικά χαρακτηριστικά την ανώτερη στράτευση, την αγωνιστικότητα, την αυτοθυσία, την ικανότητα την λαϊκότητα, την ηθική ακτινοβολία του κάθε αγωνιστή. Να αναγνωρίσει και να ξεπεράσει τον ελιτισμό, την έλλειψη επαφής με τις πλατιές μάζες της νεολαίας, τον εγωισμό της ατομικής άποψης ή και της «κλειστής ομάδας» ακόμα και της διαρκούς διαφωνίας ενάντια στο συλλογικό, την οργάνωση και τους συντρόφους. Χρειαζόμαστε ένα νέο οργανωτικό πολιτισμό της ανιδιοτελούς συνεισφοράς που θα διαμορφώνει κεντρομόλες δυνάμεις προς την ευρύτερη συλλογική υπόθεση. Χρειαζόμαστε το ξεπέρασμα του εμπειρισμού, του οικονομισμού, και της θεωρητικής τεμπελιάς, προς ένα πρότυπο αγωνιστή που θα συνδυάζει την πιο μαχητική αγωνιστική δράση με την πιο βαθιά θεωρητική γνώση. Ξεπερνώντας στην πράξη τη διάκριση ότι κάποιοι διαβάζουν και κάποιοι τρέχουν.

Η κατεύθυνση αυτή προϋποθέτει και μια ριζικά διαφορετική οργανωτική λειτουργία. Με βαθύτερη κατάκτηση της έννοιας της εργατικής δημοκρατίας αναβάθμιση του τρόπου δουλειάς μας, της διάταξης δύναμης και της ιεράρχησης καθηκόντων. Με νέα αυτοπεποίθηση για το τι θέλουμε να γίνουμε και βαθιά επίγνωση με το τι πραγματικά είμαστε. Χρειαζόμαστε μια οργάνωση η οποία δεν θα είναι ένας ατέρμονος κύκλος εσωτερικών διαδικασιών που θα περιορίζει την μαζική δουλειά, αλλά μια οργάνωση μάχης με τα μάτια στραμμένα προς τις αγωνίες της τάξης. Από αυτή την σκοπιά θέλουμε μια βαθιά δημοκρατική οργάνωση, και ένα μοντέλο συζήτησης που θα αναβαθμίζει τον εσωτερικό διάλογο και θα εξοπλίζει τους συντρόφους και τις συντρόφισσές για τις μάχες. Μια οργάνωση που θα επικοινωνεί τις ανησυχίες της με πανελλαδικό τρόπο και με βάση το νέο περιεχόμενο που αποκτούν στα πλαίσια της ενιαίας στάσης και δράσης του επαναστάτη αγωνιστή, και όχι σε μια ρηχή αντιπαράθεση «αστικοφιλελεύθερων» δικαιωμάτων με «στρατιωτικού» τύπου υποχρεώσεις. Με ουσιαστική μέριμνα της οργάνωσης για την βοήθεια σε όλα της τα μέλη ώστε να μπορούν πράγματι να συμμετέχουν στην οργανωμένη ζωή, με ιδιαίτερη έμφαση στους νέους από τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα, τους  νέους εργαζόμενους, τις νέες γυναίκες και ΛΟΑΤΚΙ+, και ειδική μέριμνα για την βοήθεια στα νέα ζευγάρια. Τέλος χρειαζόμαστε μια οργανωτική λειτουργία που δεν θα υποτιμάται ως «χαμαλίκι» αλλά θα αντιμετωπίζεται ως κρίσιμο πολιτικό καθήκον που εξασφαλίζει την επίτευξη των πολιτικών μας στόχων, και κατ’ επέκταση θα αποκτάει πιο συντονισμένα και αποτελεσματικά χαρακτηριστικά.

Το πρωταρχικό βήμα είναι η αναβάθμιση των Οργανώσεων Βάσης. Οι οργανώσεις οφείλουν να αναπτύσσουν πλούσια, ουσιαστική εσωτερική ζωή και συντροφικό καταμερισμό καθηκόντων και ευθυνών ανάμεσα στα μέλη τους, με βάση τις ανάγκες της επαναστατικής συλλογικότητας που συγκροτούμε, αλλά παίρνοντας υπόψη τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντα τους. Οι Ο.Β. είναι η κινητήρια δύναμη της ευρύτερης πολιτικής, θεωρητικής και πολιτιστικής δουλειάς της οργάνωσης. Αντίστοιχη αναβάθμιση απαιτείται και για τα καθοδηγητικά μας όργανα, με βάση και τα κριτήρια που περιγράφονται προηγουμένως.

Τέλος χρειαζόμαστε μια οργάνωση πολύ πιο μαζική από την σημερινή, προκειμένου να προσεγγίσουμε τους πολιτικούς στόχους που θέτουμε. Με αυτή την έννοια, οφείλουμε να βάλουμε παντού φιλόδοξους οργανωτικούς στόχους ανάπτυξης, με βάση την βαθύτερη στράτευση νέων συντρόφων στην υπόθεση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.

 

2.2.3 Για την συνολική συμβολή μας στην οικοδόμηση νέου προγράμματος και κόμματος

Η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση επιδιώκουμε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην διαδικασία οικοδόμησης του νέου κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος. Η συμμετοχή της ν.Κ.Α. στην πανελλαδική συνέλευση του καλοκαιριού, η συμμετοχή της στις ομάδες δουλειάς δείχνουν αντίστοιχες δυνατότητες. Η πρωτοπόρα συμβολή της ν.Κ.Α. στην πορεία αυτή δεν θα δώσει μόνο νέα καύσιμα στην προσπάθειά μας. Αποτελεί όρο για την υλοποίηση του κομουνιστικού μετασχηματισμού και του δυναμώματος της ίδιας της ν.Κ.Α. Η επαφή και η εμβάθυνση στα πιο μεγάλα και στρατηγικά ζητήματα της εποχής (σύγχρονος καπιταλισμός, επανάσταση, μετάβαση στον σοσιαλισμό/κομμουνισμό, επαναστατική τακτική κλπ), αλλά και η επαφή συνολικότερα με  τους εργαζόμενους που συμβάλλουν στην προσπάθεια αυτή αποτελούν ένα μεγάλο κέρδος για τον πολιτικό και κοινωνικό πλούτο της οργάνωσής μας.

Σε αυτή την συνολική προσπάθεια του ρεύματός μας η ν.Κ.Α. θα δώσει όλες της τις δυνάμεις, με πρωτοπόρα συμμετοχή στις συσκέψεις, στις νέες επιτροπές που συγκροτούνται, στις θεματικές επεξεργασίες κτλ. Συγκεκριμένα:

  • Συγκροτούνται άμεσα οι 5 θεματικές ομάδες για την ανάπτυξη-διατύπωση των προγραμματικών κειμένων. Στόχος μας είναι, ως το Ιδρυτικό Συνέδριο, να έχουμε μια ισχυρή προγραμματική βάση εκκίνησης.
  • Πρώτος σταθμός επιδιώκουμε να είναι μια ημερίδα-ειδική διαδικασία με θέμα τον «ελληνικό καπιταλισμό, τις εξελίξεις σε αυτόν, την εργατική τάξη στην Ελλάδα και τη διάρθρωσή της». Στοχεύουμε να γίνει στις αρχές του ’22 και χρειάζεται να οργανωθεί μια αντίστοιχη δουλειά από τις ΟΒ του ΝΑΡ και της ν.Κ.Α, με επεξεργασίες για το χώρο ευθύνης τους.
  • Παρεμβαίνουμε για την ενεργοποίηση όλου αυτού του δυναμικού στο κίνημα και, κυρίως, στη συγκέντρωση των δυνάμεων εργατικής χειραφέτησης και στα βήματα για τον αναγκαίο πόλο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
  • Στόχος είναι να προχωρήσουν οι συγκροτήσεις των Επιτροπών. Κύριο ζήτημα αποτελεί η ευρύτερη συγκέντρωση-στράτευση αγωνιστών, η αποδοχή και συμμετοχή τους στην προσπάθεια, καθώς και η ειδική δουλειά της ν.Κ.Α. προς τη νεολαία. Αυτό απαιτεί μια σοβαρά σχεδιασμένη δουλειά απεύθυνσης της κάθε Ο.Β. και ανάπτυξη μιας δημόσιας καμπάνιας.

 

2.3 Για μια νέα σελίδα στην αντικαπιταλιστική αριστερά.

2.3.1 Για την ανασυγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για το αντικαπιταλιστικό μέτωπο / πόλο

Η ανάγκη της αυτοτέλειας της αντικαπιταλιστικής πολιτικής και του αντικαπιταλιστικού μετώπου, τόσο από το σύστημα όσο και από ρεφορμιστικά ρεύματα, η κατάκτηση μιας βαθύτερης στρατηγικής ηγεμονίας των κομμουνιστικών αντιλήψεων μέσα στο μέτωπο – πόλο και την μαχόμενη πρωτοπορία που θα μετατοπίζει ρεύματα και αγωνιστές, η συσπείρωση δυνάμεων πάνω στην βάση του αναγκαίου σήμερα αντικαπιταλιστικού προγράμματος και η προσπάθεια επίδρασης στο πλατύ ριζοσπαστικό δυναμικό, είναι προϋπόθεση για τη συνολικοποίηση των αγώνων και την αλλαγή του πολιτικού συσχετισμού.

Η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνέβαλε αποφασιστικά στην προσπάθεια οικοδόμησης του αντικαπιταλιστικού μετώπου – πόλου. Έθεσε με επιμονή το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, αντιπαλεύοντας τη λογική του ρεφορμισμού και του «αντιμνημονιακού μετώπου» που τότε κυριαρχούσε, καταφέρνοντας να συμπυκνώσει πολιτικά – προγραμματικά τις μάχες εκείνου του διαστήματος. Παράλληλα για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες κατέστησε «ορατό» αλλά και πολιτικά διακριτό σε πανκοινωνική κλίμακα το ρεύμα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Παράλληλα, στην δύσκολη και πρωτόγνωρη περίοδο της πανδημίας η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς έδωσαν σοβαρές μάχες με θετικό αποτύπωμα, κόντρα στη γραμμή της κυβέρνησης, με γραμμή «απειθαρχίας» στα μέτρα απαγόρευσης, διαμορφώνοντας προγραμματικά στοιχεία σε κρίσιμα θέματα, όπως την υγεία ή τα «εθνικά ζητήματα».

Τα θετικά αυτά στοιχεία, όμως, δεν αναιρούν τα εκτεταμένα στοιχεία κρίσης στην λειτουργία, τη συγκρότηση και την πολιτική παρέμβαση του μετώπου, που σχετίζεται με το ανώτερο βάθος των εξελίξεων και των ερωτημάτων που αναπτύχθηκαν στην ταξική πάλη στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, με την αδυναμία να ηγεμονεύσει με σταθερότητα η λογική του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και πόλου απέναντι στον ρεφορμισμό, τις διαφορετικές στοχεύσεις ανάμεσα στις οργανώσεις και τα ρεύματα που την συγκροτούσαν τόσο απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και στο πλαίσιο του εργατικού κινήματος και άλλων κινημάτων. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ λόγω της κρίσης της δεν κατάφερε να αποτελέσει πόλο έλξης για το αγωνιστικό δυναμικό που απογοητεύτηκε από το ΣΥΡΙΖΑ. Οι ταλαντεύσεις αυτές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αδυνατίζουν και τη δυνατότητα να εκφραστεί προς το λαό και τη νεολαία ένα αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης και σχέδιο που θα γίνει κτήμα του ίδιου του κινήματος, και θα συνδέει τις υλικές κατακτήσεις στο σήμερα φέρνοντας τον αγωνιζόμενο λαό σε ρήξη με τις καπιταλιστικές επιδιώξεις.

Το ΝΑΡ και η ν.Κ.Α. είναι αταλάντευτα προσηλωμένοι στην οικοδόμηση ενός αυτοτελούς και μαζικού αντικαπιταλιστικού μετώπου – πόλου με επαναστατική κατεύθυνση και κομμουνιστική ηγεμονία, και από αυτή την σκοπιά αντιμετωπίζουν και τα προβλήματα και τους στόχους τους για την συμβολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Παλεύουμε για την ανάπτυξη, τον μετασχηματισμό και την υπέρβαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την σκοπιά ενός βαθύτερου προγραμματικά, πιο γειωμένου ταξικά και ευρύτερου αντικαπιταλιστικού μετώπου, οικοδομώντας τις προϋποθέσεις για αυτό.

Οι προϋποθέσεις αυτές είναι: μια νέα ανώτερη κοινωνική και ταξική βάση, προσανατολισμένη στα πιο εκμεταλλευόμενα στρώματα, μια νέα προγραμματική συμπύκνωση, στην εποχή της δομικής, καθολικής καπιταλιστικής κρίσης, της αντιδραστικής στροφής και των πολέμων και της πανδημίας, η ενίσχυση της αυτοτέλειας και της πειστικής πολιτικής και ιδεολογικής διαπάλης με τον ρεφορμισμό.

Η συνειδητή και οργανωμένη δουλειά του ΝΑΡ, της ν.Κ.Α. και των πρωτοπόρων κομμουνιστικών δυνάμεων στην κατεύθυνση της ωρίμανσης αυτών των προϋποθέσεων είναι προϋπόθεση ώστε η «υπέρβαση» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να οδηγηθεί προς τα «μπροστά», και όχι προς τα «πίσω», στον κατακερματισμό, στην υποχώρηση στον χώρο και την άρνηση τελικά του συνολικού πολιτικού ρόλου. Ακόμα και αν δεν είναι ώριμη με τη σημερινή κατάσταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και τη στάση των δυνάμεων της υπόλοιπης αριστεράς η συγκρότηση ενός αντικαπιταλιστικού μετώπου με τα χαρακτηριστικά που επιδιώκουμε, εμείς δεν πρέπει να «παραιτηθούμε» από την πολιτική διαπάλη, αλλά αντιθέτως να διαμορφώσουμε τους όρους για τη δημιουργία του. Η συνεχή προσπάθεια για μια αριστερή αντικαπιταλιστική πολιτική ενοποίηση, με ταυτόχρονη αντιπαράθεση, στην πολιτική ουσία με όλες τις δυνάμεις της αριστεράς, η καλύτερη συγκρότηση του πολιτικού μπλοκ που έχει κοινή αντίληψη με μας για το ρόλο και το χαρακτήρα του αντικαπιταλιστικού μετώπου καθώς και η αλλαγή των συσχετισμών στην πολιτική κατεύθυνση που βάζει το ίδιο το κίνημα είναι βασικοί όροι για το προχώρημα του σχεδίου μας.

Οι πρωτοβουλίες συσπείρωσης πρωτοπόρων δυνάμεων που αναλαμβάνουν το ΝΑΡ και η ν.Κ.Α. («Ταξική Κίνηση για την Εργατική Χειραφέτηση» στο εργατικό κίνημα, κίνηση για τα ζητήματα των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, πρωτοβουλίες στην νεολαία και η Πρωτοβουλία για Σύγχρονο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα και Κόμμα) συνεισφέρουν στην συγκέντρωση ταξικών και κομμουνιστικών δυνάμεων, και την θετική επίδραση τους στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στο αναγκαίο αντικαπιταλιστικό μέτωπο, και δεν έρχονται σε αντιπαράθεση με αυτό.

Σε αυτή την κατεύθυνση η ν.Κ.Α. θα συμβάλλει στην προσπάθεια για την ενεργοποίηση του δυναμικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στην πολιτική πρωτοβουλία του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για την ενότητα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, απευθυνόμενη πλατιά σε αγωνιστές, ρεύματα και οργανώσεις του νεολαιίστικου κινήματος, που συμφωνούν όχι με το σύνολο του αντικαπιταλιστικού προγράμματος αλλά σε ορισμένες βασικές αφετηριακές θέσεις, που ορίζουν την αντικαπιταλιστική αριστερά σήμερα. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε αναπτύξει και δουλέψει επαρκώς με την πολιτική πρόταση που έχουμε αποφασίσει.

Τέτοιες θέσεις η υπεράσπιση των αγώνων για την βελτίωση της θέσης των λαϊκών στρωμάτων ενάντια στο κεφάλαιο, η πάλη ενάντια στον πόλεμο, τον ιμπεριαλισμό και τους ανταγωνισμούς των αστικών τάξεων σε κατεύθυνση αντιιμπεριαλιστική, αντιεθνικιστική, διεθνιστική και η έξοδος από το ΝΑΤΟ, η πάλη ενάντια στον αντιδραστικό ταξικό ρόλο της ΕΕ και του χρέους για την έξοδο από την ΕΕ και την διαγραφή χρέους, η απόρριψη της λογικής των «αριστερών κυβερνήσεων» μέσα στα πλαίσια του συστήματος, ο προσανατολισμός στην ανατροπή του καπιταλισμού και στην επαναστατική αλλαγή του.

Η πρόταση αυτή διαφοροποιείται ριζικά από τις «προτάσεις ενότητας» άλλων πολιτικών χώρων. Από την «πρόταση συμπόρευσης του ΚΚΕ», που διεκδικεί την πολιτική και εκλογική στήριξη στο «κόμμα», πάνω στην βάση ενός προγράμματος «άμεσων στόχων» χωρίς συνολικούς πολιτικούς στόχους ρήξης με την αστική στρατηγική, που παραπέμπονται στην «λαϊκή εξουσία». Από την «Αριστερή Πρωτοβουλία Διαλόγου και Δράσης» που είναι επί της ουσίας μια εκλογική συνάντηση με ασαφείς προγραμματικές θέσεις ώστε να «χωράνε όλοι», αλλά και από την πρωτοβουλία των δυνάμεων της «Συνάντησης» και της «Αναμέτρησης» που, παρά τα επιμέρους θετικά στοιχεία, επαναφέρουν την λογική της «αριστερής κυβέρνησης» χωρίς κάποια ουσιαστική και βαθιά κριτική στην διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από αυτή.

 

2.3.2 Για μια αριστερή αντικαπιταλιστική πολιτική ενοποίηση στην νεολαία

Η προσπάθεια συγκρότησης του πόλου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς πρώτα και κύρια πρέπει να «πατήσει στα πόδια της», να στηριχθεί δηλαδή σε ένα αγωνιστικό αντικαπιταλιστικό ρεύμα σε όλους τους κρίσιμους χώρους και κλάδους της κοινωνίας. Ειδικά στη νεολαία, είναι φανερό ότι υπάρχουν σοβαρές δυνατότητες για μια τέτοια προσπάθεια, καθώς εμφανίζεται ένα διάχυτο ρεύμα στη νεολαία το οποίο από διαφορετικές διαδρομές (φοιτητικό κίνημα, δημοκρατικό-αντιφασιστικό, έμφυλο) αμφισβητεί τον καπιταλιστικό μονόδρομο και φαίνεται να αποστρέφεται την προοπτική που του προσφέρει η αστική πολιτική. Αυτό εκφράζεται πιο έντονα τα τελευταία δύο χρόνια και με σημαντική συμμετοχή σε κινηματικές διεργασίες, όπως στο φοιτητικό κίνημα της προηγούμενης χρονιάς, αλλά και την συμμετοχή της νεολαίας στις απεργίες του τελευταίου διαστήματος.

Στοίχημα για τις δυνάμεις της ν.Κ.Α. είναι η επικοινωνία, επίδραση και μετασχηματισμός των τάσεων αυτών σε μια αριστερή αντικαπιταλιστική ενοποίηση στην νεολαία, που αποτελεί την ειδική συμβολή της νεολαίας στην υπόθεση του πόλου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Η πάλη δηλαδή για την οικοδόμηση ενός κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος που να έχει περιεχόμενο και αξίες, κοινωνική και ταξική γείωση, μορφές συσπείρωσης και δράσης σε ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.

Η προσπάθεια αυτή κυρίως θα στηριχθεί σε αυτό το διάχυτο δυναμικό, και όχι τόσο σε έτοιμες δυνάμεις και οργανώσεις (που δεν έχουν άλλωστε μεγάλη εμβέλεια). Βέβαια, αυτή η σωστή διαπίστωση, δεν μπορεί να μεταφράζεται σε απραξία και αδράνεια από την πλευρά μας, αλλά η ν.Κ.Α. πρέπει μέσα από πολιτικές πρωτοβουλίες και διαπάλη στο πλαίσιο του κινήματος, να διεμβολίζει τον υπάρχοντα συσχετισμό, και να επιδιώκει να «τραβάει» και να κερδίζει ταλαντευόμενες δυνάμεις υπερ μιας αντικαπιταλιστικής αντίληψης, τόσο στα μέτωπα πάλης όσο και στην κατάκτηση μονιμότερων μορφών διαλόγου και πολιτικής συνεργασίας σαν συμβολή στην συνολικότερη προσπάθεια του ΝΑΡ.

Σημαντικό ρόλο στην μέχρι τώρα μετωπική πολιτική της ν.Κ.Α. παίζουν τα κοινωνικοπολιτικά σχήματα  στους χώρους δουλειάς, σπουδών, γειτονιών, που αποτελούν τις βασικότερες και μαζικότερες μορφές οργάνωσης του πλατιού, ριζοσπαστικού, αντικαπιταλιστικού ρεύματος. Επιδιώκουμε να είναι το πλατύ πεδίο δικής μας αλληλεπίδρασης με νεολαίστικο ριζοσπαστισμό, να δίνουμε την μάχη για την ηγεμονία με τα άλλα ρεύματα και να το ενοποιούμε σε ανώτερο πολιτικό επίπεδο.

Ιδιαίτερα κρίσιμη πλευρά είναι οι ειδικές μορφές συσπείρωσης των σχετικά σταθερότερων, βαθύτερα πολιτικοποιημένων και πιο ταξικών δυνάμεων τόσο στο εργατικό κίνημα όσο και στα πανεπιστήμια, προκειμένου να εμφανίζεται παντού η αριστερή, αντικαπιταλιστική πολιτική, χωρίς να «πνίγεται» στα πλαίσια αντιφατικών κοινωνικοπολιτικών συσπειρώσεων στις οποίες συνυπάρχουν διαφορετικές, ή ακόμα και ανταγωνιστικές λογικές.

Συνοψίζοντας η πάλη για την αριστερή αντικαπιταλιστική ενοποίηση της νεολαίας περιλαμβάνει:

  • Την οικοδόμηση κοινωνικοπολιτικών συσπειρώσεων σε χώρους / γειτονιές / κλάδους / ειδικά στην εργατική νεολαία, που στην πορεία τους να κατακτούν αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, να τείνουν να ενοποιούνται σε συνολικό πλαίσιο αναλαμβάνοντας κοινές πρωτοβουλίες (π.χ. διήμερο ανεργίας επισφάλειας, ή οι κοινές εκδηλώσεις φοιτητικών / εργατικών σχημάτων) και κοινές μορφές παρέμβασης.
  • Την ανάπτυξη της παρέμβασης του αριστερού ριζοσπαστικού αντικαπιταλιστικού πόλου σχημάτων και αγωνιστών στο φοιτητικό κίνημα, της «ταξικής κίνησης για την εργατική χειραφέτηση» στο εργατικό κίνημα αλλά και νέων μορφών όπου οι αντιφάσεις και τα όρια υφιστάμενων σχημάτων εμποδίζουν το ξεδίπλωμα της βασικής μας κατεύθυνσης.
  • Τις αυτοτελείς πολιτικές πρωτοβουλίες της ν.Κ.Α. στο επίπεδο των πολιτικών δυνάμεων και ρευμάτων στη νεολαία. Η νΚΑ θα αναλάβει συνολική πολιτική πρωτοβουλία συσπείρωσης αγωνιστών, ρευμάτων και δυνάμεων πάνω στην βάση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος με έμφαση στα ζητήματα της νεολαίας. Παράλληλα, δεν πρέπει να αμελούμε και επιμέρους πολιτικές πρωτοβουλίες για ειδικότερα θέματα που απασχολούν τη νεολαία, (π.χ. πόλεμος, εκπαίδευση, δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες κ.α.).

 

2.3.3. Ειδικότερα για την ανασυγκρότηση της αριστερής αντικαπιταλιστικής πτέρυγας

Η συνολική κατάσταση της αριστερής αντικαπιταλιστικής πτέρυγας είναι πίσω από τις ανάγκες της περιόδου. Ειδικότερα στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τον ειδικό ρόλο που παίζει στο νεολαιίστικο κίνημα, ξεχωρίζει η αδυναμία της ΕΑΑΚ να ξεπεράσει τα εκφυλιστικά φαινόμενα και την πολιτική κρίση στο εσωτερικό της, λόγω των διαφορετικών πολιτικών σχεδίων, αλλά και πρακτικών που αναπτύσσονται στις γραμμές της. Τα εργατικά σχήματα στον χώρο της νεολαίας κινούνται σε μια τροχιά στασιμότητας, απομαζικοποίησης σε αρκετές περιπτώσεις και έλλειψης ανώτερου συντονισμού, παρά τα ελπιδοφόρα φαινόμενα ανασυγκρότησης και παρέμβασης που έγινε σε πολλά και σημαντικά σωματεία με αφορμή τις πρόσφατες εκλογές ή άλλες πρωτοβουλίες  (π.χ. Διήμερο Ανεργίας Επισφάλειας σε Αθήνα και Βόρεια Ελλάδα). Τα πολύ θετικά βήματα του Ανυπόταχτου Μαθητή δεν έχουν αντισταθμίσει πλήρως την ιστορική έλλειψη ενός μαζικού πανελλαδικής εμβέλειας διακριτού πολιτικού ρεύματος στον χώρο του μαθητικού κινήματος.

Με βάση τα παραπάνω οι δυνάμεις της ν.Κ.Α. οφείλουν να πρωταγωνιστήσουν το επόμενο διάστημα σε μια μάχη με ενιαία κριτήρια ώστε τα σχήματα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς να γίνουν σημεία αναφοράς της νεολαίας και θύλακες υποδοχής και μετασχηματισμού του διάχυτου αγωνιστικού αντισυστημικού ρεύματος σε συνολικό αντικαπιταλιστικό επαναστατικό ρεύμα. Σε αυτή την προσπάθεια κάποια βασικά κριτήρια για την δουλειά της ν.Κ.Α. στο επίπεδο της πτέρυγας είναι τα εξής:

– Η σταθερή προσπάθεια για μαζικοποίηση / πολιτικοποίηση / ανασυγκρότηση / των σχημάτων στους χώρους που δραστηριοποιούνται, ώστε να αποτελούν τους αγωνιστικούς πόλους συσπείρωσης του πιο πρωτοπόρου δυναμικού. Ενοποίηση του ευρύτερου ριζοσπαστικού νεολαιίστικου ρεύματος, με κοινές πρωτοβουλίες με σχήματα νέων εργαζομένων, μαθητών, στρατευμένων κ.α.

Η συγκρότηση πολιτικών πρωτοβουλιών στις οποίες συγκεντρώνονται οι πιο πρωτοπόρες και συνειδητές δυνάμεις, όταν αυτό επιβάλλεται από τις αντιφάσεις, τις αδυναμίες, ή τις αντίθετες λογικές που παραλύουν τα σχήματα των χώρων, χωρίς εύκολες «αποχωρήσεις» που θα μας απομόνωναν  από ένα ευρύτερο δυναμικό αλλά και χωρίς την καταστροφική υποταγή στο «μέσο όρο» που τελικά αναιρεί την δική μας υπόσταση.

– Η εγγύηση από την πλευρά μας της ενιαίας, δημοκρατικής έκφρασης του κόσμου των σχημάτων και συνολικά της πτέρυγας μπροστά στις μεγάλες μάχες της περιόδου όπου αυτό είναι δυνατό. Αυτό απαιτεί αναβαθμισμένη διαπάλη με τα άλλα ρεύματα με στόχο την ηγεμονία των αντικαπιταλιστικών αντιλήψεων.

– Η σταθερή μέριμνα για αυτοτελή εμφάνιση και δουλειά της ν.Κ.Α. ώστε να εξασφαλίζεται το βάθεμα της πολιτικής κατεύθυνσης, αλλά και να αποφεύγεται η τεχνητή «υπερπολιτικοποίηση» των σχημάτων.

 

Με βάση τα παραπάνω πιο συγκεκριμένα:

Στους χώρους εργασίας

Παλεύουμε για να δυναμώνουν οι αγώνες και να κατακτάμε πρωτοπόρο ρόλο σε αυτούς. Να συμβάλει η ν.Κ.Α. ώστε να απλωθούμε σαν ρεύμα σε κρίσιμους εργατικούς κλάδους και κλάδους αιχμής (οικοδομή, βιομηχανία / μέταλλο, ναυτιλιακό κλάδο ενέργεια, εμπόριο). Να ενισχύεται η πολιτική τους κατεύθυνση. Να αναλαμβάνονται σταθερές πρωτοβουλίες ενοποίησης σε επίπεδο κινήματος και πτέρυγας.  Με βάση τα παραπάνω ιεραρχούμε:

– Την μαζικοποίηση και την ενίσχυση των σχημάτων που ήδη υπάρχουν και δραστηριοποιούνται στους κλάδους.

– Την οικοδόμηση νέων σχημάτων σε κρίσιμους κλάδους (εμπόριο, βιομηχανία, κ.α.). Ξεχωρίζουμε την ανάγκη αντικαπιταλιστικής συλλογικότητας στις δομές τεχνικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΙΕΚ).

– Να ξαναπιάσουμε το νήμα για μια πιο συνολική πολιτική παρέμβαση στην εργατική νεολαία αξιοποιώντας και βαθαίνοντας τον συντονισμό των σχημάτων.

–  την ολόπλευρη στήριξη της Ταξικής Κίνησης για την Εργατική Χειραφέτηση.

 

Στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

Κεντρική μας επιδίωξη στο φοιτητικό κίνημα είναι η ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας. Η λογική της ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας θα γίνει στην βάση του αναγκαίου αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης, την δημοκρατική συγκρότηση του μαχητικού αγωνιστικού σχεδίου και της δημοκρατικής συγκρότησης του φοιτητικού κινήματος. Η πρόταση αυτή απευθύνεται σε κάθε σχήμα, συλλογικότητα, δύναμη και αγωνιστή εντός και εκτός ΕΑΑΚ που έχει διάθεση να συμβάλλει στην παραπάνω κατεύθυνση. Έχει στόχο να οικοδομήσει όρους μιας νέας ανώτερης δημοκρατικής και αντικαπιταλιστικής ενότητας. Στη βάση αυτή ιεραρχούμε:

– Την επιδίωξη συγκρότησης ενός πόλου σχημάτων και αγωνιστών που θα πρεσβεύει την ανάγκη ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στα πανεπιστήμια. Αξιοποιούμε το κάλεσμα αγώνα σε όλα τα σχήματα που παρεμβαίνουμε, που προέκυψε από την πανελλαδική διαδικασία σχημάτων και αγωνιστών. Προχωράμε σε ανοιχτές συσκέψεις ανά ίδρυμα ή/και πόλη με σταθερή απεύθυνση στο αγωνιστικό δυναμικό και τις αγωνιστικές δυνάμεις των συλλόγων με στόχο την ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος και το άνοιγμα της κουβέντας για την αναγκαία Αριστερά, ανεξάρτητα με το εάν έχουμε εμείς συγκροτημένη παρέμβαση μέσα από σχήμα που ηγεμονεύει η δική μας αντίληψη. Διεξαγωγή διαδικασιών συντονισμού των σχημάτων του πόλου, με σκοπό να τροφοδοτούν τη συζήτηση στο εσωτερικό της ΕΑΑΚ αλλά και να τροφοδοτούνται από αυτήν.

– Τη μαζικοποίηση και πολιτική αναβάθμιση των σχημάτων της ΕΑΑΚ που έχουμε καθοριστική συμμετοχή. Την οικοδόμηση σχημάτων ΕΑΑΚ σε σχολές και ιδρύματα που δεν έχουμε παρέμβαση και, όπου δεν είναι δυνατό, συλλογικοτήτων με σαφή αναφορά στην ανασυγκρότηση της αριστερής αντικαπιταλιστικής πτέρυγας.

– Προσπαθούμε να εμφανίζεται η ΕΑΑΚ με κεντρικές ανακοινώσεις, πολιτικές πρωτοβουλίες και κοινό αγωνιστικό σχεδιασμό, με διαδικασίες της ΕΑΑΚ σε τοπικό και πανελλαδικό επίπεδο, καλώντας το δυναμικό της να εξασφαλίσει τους υγιείς όρους διεξαγωγής τους – κόντρα σε εκφυλιστικές λογικές, όπου αυτό είναι εφικτό. Αναβαθμίζουμε την πολιτική διαπάλη στο εσωτερικό της, δίνουμε τη μάχη για την ηγεμονία, με βάση το αναγκαίο περιεχόμενο, την φυσιογνωμία και τη δομή της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας.

Τελικός στόχος μας είναι η θετική υπέρβαση της σημερινής ΕΑΑΚ και η ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας σε ΑΕΙ και ΤΕΙ με τους αγωνιστές, τα σχήματα και τις δυνάμεις που μπορούν να συμφωνήσουν στην παραπάνω κατεύθυνση.

 

Στους μαθητές

Η ουσιαστική πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του Ανυπόταχτου Μαθητή από το 4ο Συνέδριο αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για την οργάνωση και το ρεύμα μας. Ο Ανυπόταχτος Μαθητής ήταν παρών σε όλες τις σημαντικές μάχες του μαθητικού κινήματος και έχει σημαντική αναγνώριση, δεν κατάφερε όμως να συγκροτήσει μια σταθερή φυσιογνωμία που θα του επέτρεπε να πρωταγωνιστήσει στην οικοδόμηση ενός μαζικού διακριτού αγωνιστικού και αντικαπιταλιστικού ρεύματος μέσα στα σχολεία.

Θέλουμε ο Ανυπόταχτος Μαθητής να γίνει ο βασικός φορέας υποδοχής του διάχυτου αγωνιστικού – αντισυστημικού ρεύματος, εργαστήρι κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης και εκφραστής των πιο μαχητικών αντανακλαστικών των μαθητών, πυρήνας της προσπάθειας για την οικοδόμηση ενός μαζικού και επικίνδυνου μαθητικού κινήματος, με δράση πολύμορφη τόσο μέσα στα σχολεία όσο και στις γειτονιές. Στην βάση αυτή ιεραρχούμε:

– Την ανώτερη πολιτικοϊδεολογική βοήθεια της ν.Κ.Α. στον Ανυπόταχτο Μαθητή, που πρέπει να γίνει υπόθεση όλης της οργάνωσης. Μόνο με μια τέτοια ανώτερη βοήθεια μπορούμε να υπερβούμε τις αντικειμενικές αστάθειες και αρρυθμίες που θα παρουσιάζονται σε ένα τόσο ευαίσθητο πεδίο όπως το μαθητικό.

– Την ενίσχυση της μαζικότητας, της αυτοτέλειας και της πανελλαδικότητας του Ανυπόταχτου Μαθητή.

– Την ενίσχυση της πολιτικής φυσιογνωμίας του Ανυπόταχτου με ισχυροποίηση των πολιτικών του θέσεων και των προγραμματικών του χαρακτηριστικών, πρώτα από όλα φυσικά στην ουσιαστική παρέμβασή του στην εκπαίδευση, αλλά και στα γενικότερα θέματα που απασχολούν τη νεολαία, ειδικά τις μικρές ηλικίες  (περιβάλλον, ρατσισμός, σχέσεις μεταξύ των φύλων, διαδίκτυο κλπ).

– Την συμβολή του στην ανάπτυξη ενός ευρύτερου πολιτιστικού ρεύματος, του πολιτισμού της αντίστασης αναβαθμίζοντας αποφασιστικά την πολιτιστική τους δουλειά, την επαφή με τις προοδευτικές αξίες, την ανάπτυξη και προβολή της ερασιτεχνικής δημιουργίας. Οι Αναιρέσεις πρέπει να παίξουν ιδιαίτερο ρόλο.

 

Στο χώρο της πόλης

Με αφορμή το lockdown και τον περιορισμό μεγάλης μερίδας του κόσμου κοντά στο σπίτι του, οι γειτονιές ανάδειξαν ξανά μετά το ’10-’12 τη δυναμική που μπορούν να έχουν. Η αξία που έχουν οι ελεύθεροι χώροι, η σημασία της «γειτονιάς», η δυνατότητα του λαού και ιδιαίτερα της νεολαίας να οικειοποιείται τις γειτονιές της χωρίς το φόβο της καταστολής, η διεκδίκηση του δικαιώματος σε χώρους πρασίνου και χώρους δωρεάν άθλησης και ψυχαγωγίας, έγινε εμφατική. Η ανάγκη της μάχης για τους δημόσιους χώρους πρασίνου γίνεται πιο επιτακτική μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού. Την περίοδο της πανδημίας οι κινήσεις πόλης, οι εργατικές λέσχες και άλλες συλλογικότητες γειτονιάς ανέπτυξαν μια πλούσια δράση για τα ζητήματα υγείας και αντιμετώπισης της πανδημίας και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις μεγάλες κινητοποιήσεις για τις λαϊκές ελευθερίες. Κατάφεραν σε πρωτόγνωρες συνθήκες να διατηρήσουν τη λειτουργία τους και την παρέμβασή τους. Φάνηκε ότι η παρέμβαση στη γειτονιά μπορεί να συνδυάζει την παρέμβαση μας στο εργατικό, στο μαθητικό, και να συσπειρώνει όλο εκείνο το δυναμικό για το οποίο η εργασία θα συνιστά χώρο αναφοράς και πεδίο κοινωνικής αναπαραγωγής, ενώ νέες πλευρές ανοίγονται καθώς το κράτος «σπρώχνει προς τα κάτω» τις υπηρεσίες μέριμνας, εκχωρώντας αρκετές αρμοδιότητες σε δήμους και περιφέρειες για ζητήματα όπως είναι τα σχολεία ή οι πρωτοβάθμιες δομές υγείας. Σημαντικό χαρακτήρα αποκτά η παρέμβασή μας ενάντια στις αυξήσεις σε ενέργεια και βασικά καταναλωτικά αγαθά, ενάντια γενικά στην ακρίβεια και συνολικά για τα κοινωνικά-λαϊκά αγαθά. Μια μεθοδολογία παρέμβασης στον χώρο των γειτονιών θα πρέπει να μπορεί να αναγνωρίζει και να εξειδικεύει ανά γειτονιά και ανά συγκυρία εκείνες τις αντιθέσεις που βγαίνουν στο προσκήνιο (εργοδοτικές αυθαιρεσίες, διαχείριση του δημοσίου χώρου από κράτος και κεφάλαιο, σεξιστικά και κακοποιητικά περιστατικά, καταστολή κ.α.). Στη βάση αυτή ιεραρχούμε:

  • Τη μεγαλύτερη εμπλοκή της ν.Κ.Α. με τις κινήσεις πόλης και περιφέρειας. Με παρουσία στην καθημερινή ζωή των κινήσεων, στα συντονιστικά και τις συνελεύσεις των κινήσεων, ανάληψη καθηκόντων κλπ.
  • Την προσπάθεια επεξεργασίας γραμμής, εντός των τοπικών κινήσεων για ζητήματα που έχουν ιδιαίτερη επίδραση στη νεολαία, όπως είναι οι ελεύθεροι χώροι, η άθληση, η διασκέδαση, η προσπάθεια εμπορευματοποίησης κάθε πλευράς της πόλης, η προσβασιμότητα των ΑΜΕΑ και η έμφυλη καταπίεση. Είναι κρίσιμο στοιχείο η παρέμβαση των κινήσεων να αποκτήσει και νεολαιίστικα χαρακτηριστικά, ώστε να ανοίγουμε και άλλους δρόμους επικοινωνίας με τη νεολαία της κάθε περιοχής.
  • Την επιδίωξη να δημιουργήσουμε μορφές ανόδου της οργάνωσης του λαού στις γειτονιές, αναδεικνύοντας ένα διαφορετικό υπόδειγμα εργατικού πολιτισμού και αλληλεγγύης. Καταρχάς συμμετέχοντας με ενεργό τρόπο και ενισχύοντας τις ήδη υπάρχουσες (εργατικές λέσχες, λαϊκές συνελεύσεις κλπ) και με δημιουργία τοπικών συνελεύσεων, πρωτοβουλιών, λεσχών και στεκιών σε περιοχές που δεν υπάρχουν.

 

3. Πρωτοβουλίες της ν.Κ.Α. για την παρέμβαση στο κίνημα της νεολαίας το επόμενο διάστημα.

Σε αυτή την φάση που είμαστε, το νεολαιίστικο κίνημα φαίνεται να αφήνει πίσω του μια παρατεταμένη περίοδο αδράνειας και να μπαίνει δυναμικά στο προσκήνιο. Η επανεμφάνιση του φοιτητικού κινήματος, η άνοδος των μαθητικών αντιστάσεων η ενεργητική συμμετοχή της νέας βάρδιας της εργατικής τάξης σε όλες τις μάχες της προηγούμενης περιόδου αλλά και η πρωτοπόρα παρουσία της νεολαίας σε μάχες με ιδιαίτερο αξιακό φορτίο (αντιφασιστικό, φεμινιστικό κίνημα κ.α.) συνηγορούν στο ότι γεννιέται ένα νέο ρεύμα ριζοσπαστικοποίησης στις μικρότερες ηλικίες.

Ενώ όμως μπαίνουμε σε μια νέα φάση για το νεολαιίστικο κίνημα, η ηγεμονία των οργανωμένων δυνάμεων και ρευμάτων εντός του παραμένει ρευστή. Σε επίπεδο πολιτικού περιεχομένου μια βασική τάση που κερδίζει έδαφος (και θα συνεχίζει να το κάνει όσο δεν εμφανίζεται μια ορατή πραγματικά ριζοσπαστική αντιπρόταση) είναι η ρηχή εναντίωση στην «υπεραντιδραστική και διεφθαρμένη» ΝΔ, μένοντας έκθετη σε «δημοκρατικές και προοδευτικές» αφηγήσεις διαφόρων παραλλαγών. Από την άλλη, η ανάγκη αναζήτησης νέων μαχητικών μορφών άσκησης πολιτικής μέσω πειραματισμού, εναλλακτικών αντιθεσμών και λειτουργίας μέσα από ανοιχτές συνελεύσεις και δομές άμεσης δημοκρατίας, συχνά ηγεμονεύεται από τον δήθεν «αδιαμεσολάβητο αγώνα ατομικοτήτων», κρατώντας αποστάσεις από συλλογικούς φορείς και οργανωμένες δυνάμεις και βάζοντας αντικειμενικά όρια στο κίνημα. Σε γενικές γραμμές, όμως η διαπάλη είναι ακόμα ρευστή και φαίνεται ότι κανένα πολιτικό σχέδιο δεν έχει καταφέρει να ηγεμονεύσει πλήρως στο νεολαιίστικο κίνημα. Επιμέρους κατευθύνσεις μπορεί να ακολουθούνται στη μία ή την άλλη καμπή, στον έναν ή τον άλλο αγώνα, παρ’ όλα αυτά όχι με σταθερό και μόνιμο τρόπο.

Υπάρχει επομένως ένα κενό πολιτικής ηγεμονίας στο κίνημα της νεολαίας, και το στοίχημα για μια νέα ανατρεπτική πολιτική ηγεμονία παραμένει ανοιχτό. Η αντικαπιταλιστική αριστερά και ειδικά η ν.Κ.Α. έχει τις δυνατότητες να εκφράσει με μαζικούς – πλειοψηφικούς όρους τις πιο ανατρεπτικές αναζητήσεις της νεολαίας και να συμβάλει στο ανέβασμα του πολιτικού πήχη αλλά και της μαχητικότητας του νεολαιίστικου κινήματος. Με βάση αυτή την πολιτική λογική παρεμβαίνουμε στους χώρους της νεολαίας για την συμβολή σε ένα ενωτικό ανατρεπτικό νεολαιίστικο κίνημα εργατικής κατεύθυνσης. Με επιδίωξη να συμβάλλουμε αποφασιστικά στο ξέσπασμα αντιστάσεων, στην πολιτικοποίηση των αγώνων μέσα από τις διαδικασίες του ίδιου του κινήματος με μορφές οργάνωσης που θα ευνοούν την ενεργητική συμμετοχή των αγωνιζόμενων και όχι πρακτικές ανάθεσης, με πλούτο μορφών πάλης που σε κάθε συγκεκριμένη καμπή θα προωθούν το προχώρημα του αγώνα, και με επιδίωξη ανατρεπτικής ενότητας όλων των μαχόμενων δυνάμεων πάνω σε ένα προωθητικό πλαίσιο και κατεύθυνση. Άλλωστε με μια τέτοια ματιά πρέπει να δούμε και τον συνολικό μας στόχο για ανασυγκρότηση της πρωτοπορίας, με επίγνωση πως η όποια πρωτοπορία αναγνωρίζεται ως τέτοια μόνο εντός του κινήματος, και αναπτύσσεται μέσα στις κάθε φορά πρωτόγνωρες συγκεκριμένες συνθήκες και όχι εντός δοκιμαστικού σωλήνα.

Βασικοί άξονες του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης που θέλουμε να γίνει κτήμα και πεδίο μάχης του κινήματος εργαζομένων και νεολαίας είναι:

  • Ριζική βελτίωση της θέσης της νεολαίας και της εργατικής τάξης! Ενάντια στο σύγχρονο «καθεστώς εκμετάλλευσης». Να χάσει πλούτο και δύναμη το κεφάλαιο! Για 6ήμερο-5ήμερο, με ριζικές αυξήσεις στους μισθούς. Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους/ες. Άμεση σύγκρουση με τους αντεργατικούς νόμους.
  • Πάλη ενάντια σε Χρέος-Ε.Ε.-Μνημόνια-Υπερεθνικούς καπιταλιστικούς οργανισμούς. Για αποδέσμευση από την Ε.Ε. με εργατική, διεθνιστική, αντικαπιταλιστική σκοπιά και διαγραφή του χρέους.
  • Πάλη ώστε υγεία, εκπαίδευση, ενέργεια, έρευνα και άλλοι ζωτικοί τομείς να είναι αποκλειστικά δημόσια και υψηλής ποιότητας αγαθά. Απέναντι στην εμπορευματοποίηση, με ριζική αύξηση της χρηματοδότησης.
  • Πάλη ενάντια στην αύξηση των τιμών στα βασικά αγαθά (ενέργεια, τρόφιμα, μεταφορές), ποιοτική, ασφαλής στέγη για όλους/ες, όχι στην εκτίναξη των ενοικίων.
  • Απελευθερωτική παιδεία και ανάπτυξη της επιστήμης για τις κοινωνικές ανάγκες! Όχι στην εκπαίδευση της αγοράς και των επιχειρήσεων, των ταξικών φραγμών, της αντιδραστικής ιδεολογίας και του αυταρχισμού. Με δημόσιο δωρεάν ενιαίο 12χρονο σχολείο, δίχρονη προσχολική αγωγή και ελεύθερη πρόσβαση σε μία ενιαία πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
  • Διεθνιστική ειρήνη, συνύπαρξη και συνεργασία των λαών, κόντρα στην πολεμική απειλή. Έξω από το ΝΑΤΟ και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.
  • Πάλη για διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και λαϊκές ελευθερίες. Ενάντια στον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό, τους αντεργατικούς νόμους, τον αυταρχισμό και την καταστολή.
  • Αγώνας ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις. Αγώνας για ενίσχυση των δικαιωμάτων γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ+ στα πλαίσια της συνολικής ισότητας.
  • Πάλη απέναντι στο φασισμό, το ρατσισμό. Έξω οι φασίστες από σχολεία, σχολές και γειτονιές. Ταξική αλληλεγγύη σε πρόσφυγες και μετανάστες. Κατάργηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
  • Πάλη για μια νέα, αρμονική σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Με προστασία της φύσης, ενάντια στις ληστρικές επενδύσεις.
  • Διεκδικούμε το «χαμένο» χρόνο! Για ποιοτική και ελεύθερη πρόσβαση στον πολιτισμό, στον αθλητισμό και την ψυχαγωγία. Για μια ζωή στο μπόι των ονείρων μας, πεδίο ανάπτυξης και ολοκλήρωσης του κοινωνικού ανθρώπου!

 

Πιο συγκεκριμένα για τα επιμέρους μέτωπα πάλης της νεολαίας:

  • Εργατικό κίνημα

Πρώτα και κύρια θέλουμε να ανασυγκροτήσουμε την δουλειά μας στο εργατικό κίνημα και ιδιαίτερα στην εργατική νεολαία. Η ν.Κ.Α. με τις θέσεις που διαμόρφωσε (4ο συνέδριο) αλλά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έπαιξε σε εργατικές πρωτοβουλίες σε κρίσιμους κλάδους διαμόρφωσε ένα πολύ σημαντικό κεκτημένο. Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη νέων εργατικών σχημάτων και πρωτοβουλιών καθώς και στον συντονισμό τους (βλ. διήμερο ανεργίας και επισφάλειας), αναζωογόνησε υπάρχοντα σχήματα (π.χ. στο ΣΜΤ), σε ορισμένες έπαιξε κρίσιμο ρόλο σε εργατικούς αγώνες (π.χ. 5500 συμβασιούχοι). Παρόλα αυτά η φτωχή θεωρητικοπολιτική συγκρότηση, οι παράλληλες διαδρομές με το ΝΑΡ,  η απειρία μας μπροστά σε καταστάσεις πολύ πιο δύσκολες από το φοιτητικό συνδικαλισμό η αδύναμη εργατική μας σύνθεση, και οι αποκλίνουσες τάσεις που διαμορφώθηκαν στο εσωτερικό της πτέρυγας δείχνει πως οι προσπάθειες των προηγούμενων χρόνων έχουν φτάσει σε ένα ταβάνι. Όπου το νήμα όμως πιάστηκε με διαφορετικό τρόπο τα αποτελέσματα αν και μικρά από πρώτη άποψη, είναι ιδιαίτερα διδακτικά. Η ίδρυση πανελλαδικού σωματείου στην έρευνα αποτελεί ένα πολύ σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση αυτή. Είναι μία κίνηση που συγκροτήθηκε έπειτα από ουσιαστική θεωρητικοπολιτική δουλειά, συγκεκριμένα οργανωτικά βήματα με πανελλαδική εμπλοκή των δυνάμεων μας και σχέδιο χρόνων.

Η εργατική δουλειά της ν.Κ.Α. θέλουμε το επόμενο διάστημα να μετρήσει συγκεκριμένα βήματα στους εξής τομείς:

–              Στην τεχνική εκπαίδευση. Οι τελευταίες εξελίξεις με το πέταγμα χιλιάδων νεολαίων εκτός της τριτοβάθμιας, αλλά και η ανάπτυξη ολοένα και περισσότερων ταξικών φραγμών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθιστούν την ανάγκη ανώτερου ριζώματος μας στην Τ.Ε.Ε. ως στόχο πρωταρχικής σημασίας για να πλατύνουμε την απεύθυνση μας στην εργατική νεολαία. Στα πλαίσια αυτά: α) Αξιοποιούμε το σημείωμα για την παρέμβαση στην τεχνική εκπαίδευση, με ειδικό κύκλο συζήτησης σε όλες τις Ο.Β. της ΟΝΕ πανελλαδικά β) Με βασική ευθύνη της νέας εργατικής επιτροπής του Κ.Σ. ορίζουμε υπεύθυνους συντρόφους για την δουλειά αυτή σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. γ) Αξιοποιούμε όλους τους συντρόφους και τις συντρόφισσές που σπουδάζουν ή εργάζονται στον χώρο και βάζουμε τον στόχο για συγκρότηση Ο.Β. τεχνικής εκπαίδευσης σε πρώτη φάση στην Αθήνα. δ) Συνεχίζουμε την παρέμβαση μας μέσω της attack και στόχος μας είναι να αποκτήσουμε σταθερούς δεσμούς με τους σπουδαστές και σ’ ένα βάθος χρόνου να μετράμε τη συγκρότηση επιτροπών αγώνα σε αυτές τις δομές, και να μπορούμε να μιλάμε για την συγκρότηση αυτοτελούς κοινωνικοπολιτικής συλλογικότητας στους χώρους της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης. ε) Σε συνεργασία με τις εργατοπαραγωγικές Ο.Β., εξειδικεύουμε Πρόγραμμα Πάλης και ορισμένο σχέδιο για τους μαθητές και σπουδαστές που εργάζονται ή προορίζεται να εργαστούν στους δικούς τους κλάδους.

–              Στην ανεργία και την επισφάλεια, με αναζωογόνηση της δουλειάς μας στην Attack, επιδιώκοντας την πολιτική και οργανωτική της αναβάθμιση. Ενισχύουμε τις τρεις πλευρές της λειτουργίας της Attack: α) Ως συλλογικότητα ενάντια στις πολιτικές διαχείρισης της ανεργίας: με βασικό αίτημα τη μόνιμη και σταθερή δουλειά και την απαγόρευση των απολύσεων, συγκροτούμε ξανά την παρέμβασή μας στα προγράμματα ΟΑΕΔ-ΕΣΠΑ, σε συνεργασία με την αντικαπιταλιστική αριστερή πτέρυγα στο τοπικό κράτος και ευρύτερα στο δήμοσιο. β) Ως συλλογικότητα ενάντια στον εργασιακό μεσαίωνα: επιδιώκουμε την ενίσχυση εργατικών διεκδικήσεων, μέσα από παρεμβάσεις και καμπανιακού τύπου πρωτοβουλίες και την ανάδειξη αιτημάτων ανακούφισης των ανέργων. γ) Ως συλλογικότητα της νέας βάρδιας, που στοχεύει στην ένταξή της στον οικονομικό και πολιτικό αγώνα του εργατικού κινήματος ως όρο για την ανασυγκρότησή του: επεξεργαζόμαστε εκ νέου τα προγράμματα πάλης και τις μορφές οργάνωσης με στόχο τη συμβολή στη δημιουργία νέων πρωτοβουλιών, σχημάτων και σωματείων. Σε αυτή την κατεύθυνση στρεφόμαστε πιο αποφασιστικά στον κόσμο της Τ.Ε.Ε., τον κλάδο των ταχυμεταφορών κτλ.

–              Στην ιεράρχηση κρίσιμων εργατικών κλάδων από κοινού με το ΝΑΡ με ιδιαίτερη στόχευση στη νέα εργατική βάρδια, και προσπάθεια να ριζώσουμε τόσο στους λεγόμενους κλάδους έντασης εργασίας (εμπόριο, επισιτισμός) όσο και στα προλεταριοποιούμενα στρώματα της μισθωτής διανόησης. Αξιοποιούμε κάθε σύντροφο μας που εργάζεται, και κάνουμε τα ζητήματα του χώρου δουλειάς του υπόθεση της κάθε Ο.Β. Δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στους εργαζόμενους σε μεγάλους χώρους του ιδιωτικού τομέα, και βάζουμε στόχο για την συγκρότηση επιτροπών αγώνα. Αξιοποιούμε τα θετικά αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών στα σωματεία, για την ενδυνάμωση των σωματείων, και την συγκρότηση σωματειακών επιτροπών σε μεγάλους χώρους δουλειάς.

–              Στην ενεργό συμμετοχή της νεολαίας στην προσπάθεια για την Ταξική Κίνηση για την Εργατική Χειραφέτηση. Η προσπάθεια αυτή με την συσπείρωση όλων εκείνων των αγωνιστών που από διαφορετικές αφετηρίες συγκλίνουν στην ανάγκη ενός νέου εργατικού κινήματος είναι πρωταρχικής σημασίας για την αντεπίθεση του εργατικού κινήματος, και μιλάει αντικειμενικά πρώτα και κύρια στις συνθήκες που αντιμετωπίζει η νέα εργατική βάρδια. Η κίνηση αυτή πρώτα και κύρια μπορεί να παίξει χρήσιμο ρόλο εκεί όπου χτυπά η καρδιά της νέας εργατικής βάρδιας. Στο ρευστό, και ασυνδικάλιστο πεδίο του ιδιωτικού τομέα. Στα σύγχρονα κάτεργα της εκμετάλλευσης, όπου δεν μπορεί (και δεν θέλει) να συγκροτήσει δυνάμεις ο επίσημος συνδικαλισμός. Στις νέες βάρβαρες μορφές εργασιακών σχέσεων που δεν καλύπτονται από τα υπάρχοντα συνδικάτα. Σε εργατικές φιγούρες που δεν αγκαλιάζονται από τον υποταγμένο συνδικαλισμό όπως οι μετανάστες, οι γυναίκες, τα ΛΟΑΤΚΙ+. Η νεολαία αντικειμενικά πρέπει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως και σε κάθε άλλο νέο και επαναστατικά φιλόδοξο εγχείρημα που χρειάζεται όρεξη, ζωντάνια και φρέσκιες ιδέες. Η ν.Κ.Α. μπορεί να συμβάλλει προνομιακά σε αυτή την προσπάθεια, καθώς όλο το προηγούμενο διάστημα έχει συγκεντρώσει σημαντικές εμπειρίες από τις πρωτόλειες προσπάθειες παρέμβασης με πιο στρατηγικό τρόπο στο εργατικό κίνημα (επεξεργασίες της attack, διήμερο ενάντια στην ανεργία επισφάλεια κ.α.)

 

  • Φοιτητικό κίνημα

Στη νέα πολιτική και κινηματική καμπή που διαμορφώνεται, θα κριθεί, αν το φοιτητικό κίνημα θα υπερβεί τα όρια του και θα κάνει τομές στη συγκρότησή του, ώστε να είναι νικηφόρο και να αποτελέσει πυροδότη ευρύτερων εξελίξεων ή αν θα εγκλωβιστεί σε μερικές επιλογές και διαμαρτυρίες, που δεν του δίνουν τα καύσιμα για να αντιπαρατεθεί σε μια συνθήκη που κυβερνήσεις-ΕΕ-ΟΟΣΑ βάζουν στο στόχαστρο τα μορφωτικά και εργασιακά μας δικαιώματα, τις ελευθερίες μας. Ο πολιτικός επανεξοπλισμός και η μαχητική ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος είναι αναγκαίες τομές προκειμένου να μπορέσει το ίδιο να αντιπαρατεθεί σε κεντρικό επίπεδο με το σύνολο της επίθεσης που συντελείται στο χώρο της παιδείας και της εργασίας- κόντρα στην ηγεμονία μικροαστικών λογικών και τάσεων συντεχνιασμού και δικαιωματισμού που αναπτύσσονται εντός του, και όσο προχωράει αναδιάρθρωση θα ενισχύονται.

 

Επιδιώκουμε η νέα χρονιά να είναι χρονιά δυναμικής επανεμφάνισης του φοιτητικού κινήματος. Αξιοποιούμε την μέχρι τώρα νίκη του φοιτητικού κινήματος σχετικά με το πάγωμα της πανεπιστημιακής αστυνομίας και παλεύουμε να την βαθύνουμε και να την εδραιώσουμε με σκοπό να ανατραπεί συνολικά το νομοσχέδιο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη. Σηκώνουμε το γάντι απέναντι στα νέα σχέδια για το «Πανεπιστήμιο 2030» και την διακηρυγμένη επιδίωξη για νέο νόμο πλαίσιο για τα πανεπιστήμια. Παίρνουμε την πρωτοβουλία των κινήσεων και διαμορφώνουμε προϋποθέσεις ώστε το φοιτητικό κίνημα να βγει μαχητικά διεκδικώντας μέτρα για την πανδημία, αύξηση των δαπανών για την παιδεία, καμία σκέψη για νέο νομοσχέδιο για την παιδεία και απόσυρση του νόμου Κεραμέως- Χρυσοχοίδη. Βασικοί κρίκοι για αυτή μας την προσπάθεια είναι:

 

  • Η ανώτερη πολιτικοποίηση του φοιτητικού κινήματος μέσα από τις διαδικασίες του και μέσα από την υπέρβαση των πολιτικών ορίων που εμφανίζονται στους αγώνες του. Ανάδειξη του συνόλου της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, καθώς και των αιτιών που την καθιστούν αναγκαία για το κεφάλαιο. Σύνδεση με το νέο μοντέλο εργαζόμενου και τις απαιτήσεις του κεφαλαίου για ενίσχυση συγκεκριμένων κλάδων. Ανάδειξη της συνέχειας που έχει η επίθεση από όλες τις κυβερνήσεις και του ρόλου των ΕΕ-ΟΟΣΑ- Μπολόνια. Με ένα φοιτητικό κίνημα που θα έχει μαχητικό λόγο για όλα τα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας (πόλεμος, περιβάλλον κ.α.), και θα βάζει στο στόχαστρο τις εκάστοτε κυβερνήσεις και το σύνολο της αστικής πολιτικής.
  • Κάνουμε το ζήτημα της παιδείας υπόθεση όλης της κοινωνίας. Προκειμένου να ανατραπεί αυτή η στρατηγικού χαρακτήρα επίθεση πρέπει η μάχη για μια άλλη παιδεία να γίνει πανκοινωνική υπόθεση. Βασικός κρίκος για την ανατροπή της αστικής πολιτικής στην εκπαίδευση είναι η οικοδόμηση ενός μαζικού, δημοκρατικά οργανωμένου και πολιτικά επικίνδυνου πανεκπαιδευτικού κινήματος με βασικούς άξονες: α) την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης και την πάλη ενάντια στην ιδιωτικοποίηση και την επιχειρηματική λειτουργία, β) την πάλη ενάντια στους ταξικούς φραγμούς σε όλες τις βαθμίδες γ) και την πάλη να μην περάσει ο σύγχρονος αυταρχισμός στον χώρο της εκπαίδευσης. Αυτό το πανεκπαιδευτικό κίνημα θέλουμε να απλωθεί σε όλες τις μαχόμενες δυνάμεις της κοινωνίας, να γίνει υπόθεση των σωματείων, των συνελεύσεων γειτονιάς κ.α.
  • Ένα φοιτητικό κίνημα εργατικής κατεύθυνσης. Στην εποχή που οι φοιτητές επηρεάζονται έντονα από το κοινωνικό ζήτημα και την εργασιακή προοπτική, χρειάζεται πάλη για τους συνολικούς όρους ζωής και εργασίας της νεολαίας σε στενή σύνδεση με την πάλη για τους όρους με τους οποίους σπουδάζουν οι φοιτητές. Επιδιώκουμε την ουσιαστική σύνδεση με το εργατικό κίνημα και πλατύ κοινωνικό άνοιγμα. Παράλληλα πρέπει να ενισχυθεί ο κλαδικός συντονισμός ανάμεσα σε φοιτητές και εργαζόμενους, και οι κοινές πρωτοβουλίες εργατικών και φοιτητικών σχημάτων.
  • Εργατοδημοκρατική συγκρότηση, ισχυροποίηση και αναζωογόνηση των φοιτητικών συλλόγων. Επιμονή στην κατεύθυνση οι γενικές συνελεύσεις να είναι το βασικό κύτταρο οργάνωσης και παραγωγής πολιτικής του φοιτητικού κινήματος και των συλλόγων. Οι φοιτητικοί σύλλογοι πρέπει να εμπλουτίσουν τη λειτουργία τους και να μπορούν να απαντάνε στο σύνολο των αναγκών ενός νέου, από τους όρους σπουδών και διαβίωσης, μέχρι και ζητήματα όπως ο πολιτισμός ή ο αθλητισμός. Παλεύουμε για την εμφάνιση και ανάπτυξη του συντονιστικού Γενικών Συνελεύσεων με αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους και θα μπορεί να αποτελεί την κεντρική πολιτική έκφραση του φοιτητικού κινήματος. Όπου υπάρχει αδυναμία διεξαγωγής γενικών συνελεύσεων προκρίνεται η δημιουργία πρωτοβουλιών αγώνα μέσα από τις οποίες θα δραστηριοποιείται το δυναμικό που θέλει να κινητοποιηθεί, επιδιώκοντας ταυτόχρονα να δοθεί ώθηση για τη δημιουργία γενικής συνέλευσης. Σημαντική πλευρά τέλος είναι και η ανάγκη διεξαγωγής μαζικών φοιτητικών εκλογών μετά από 2 χρόνια αδράνειας, με διαδικασίες ανεξάρτητες από το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του, με πολιτική αντιπαράθεση των δυνάμεων μακριά από ενιαία ψηφοδέλτια και ηλεκτρονικές διαδικασίες.
  • Εμπλουτισμός των μορφών πάλης. Το φοιτητικό κίνημα πρέπει να ξεφύγει από μια μονότονη επαναληψιμότητα στον τρόπο που αγωνίζεται. Χρειάζεται να αξιοποιεί τις πιο δυναμικές μορφές του όπως είναι η κατάληψη των σχολών, ειδικά όταν υλοποιείται κυλιόμενα και για μεγάλο χρονικό διάστημα, και να εμφανίζει στον δρόμο τη δυναμική που συσπειρώνει μέσα από πορείες. Χρειάζεται όμως να επιλέγει και διαφορετικές μορφές που πλήττουν την κυριαρχία και κερδοφορία του κεφαλαίου μέσα στο πανεπιστήμιο, ριζοσπαστικοποιώντας παράλληλα τις συνειδήσεις. Μπορεί να έχουν πιο εξώστρεφα χαρακτηριστικά (τοπικές πορείες, δράσεις σε κεντρικά σημεία) ή μπορεί να αφορούν εξειδικευμένους αγώνες, ή και πολιτιστικές δράσεις, αξιοποιώντας μορφές καλλιτεχνικής δημιουργίας.
  • Η ανάδειξη σε πολιτικό επίπεδο ενός άλλου πολιτικού πόλου στο φοιτητικό κίνημα. Με ανασυγκρότηση της φοιτητικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς και ισχυροποίηση ενός ρεύματος νεολαιίστικης κομμουνιστικής αναζήτησης και πάλης. Τα όρια του φοιτητικού κινήματος αντανακλώνται ταυτόχρονα και στην πολιτική του πρωτοπορία και αντίστροφα. Το καθήκον της ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας στην εκπαίδευση είναι από τα πιο σημαντικά της φάσης που διανύουμε και έχει άμεση σχέση με την δυνατότητα κοινωνικής και πολιτικής συσπείρωσης δυνάμεων στην ευρύτερη κατεύθυνση του αντικαπιταλιστικού πόλου.
  • Η μαζικοποίηση και η πολιτικοποίηση των οργανώσεων σπουδάζουσας της ν.Κ.Α. πανελλαδικά. Η ανάπτυξη της ν.Κ.Α. στο φοιτητικό κίνημα είναι βασικός όρος για την επίτευξη των στόχων μας. Ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να δείξουμε στην ανάπτυξη της οργάνωσης σε κρίσιμες επαρχιακές πόλεις, όπου έχουμε υποχωρήσει το τελευταίο διάστημα. Το καθήκον αυτό δεν είναι ζήτημα μόνο των τοπικών οργανώσεων, αλλά όλης της οργάνωσης πανελλαδικά και ιδιαίτερα του επόμενου Κ.Σ., και είναι βασική προϋπόθεση για να συμβάλλουμε σε ένα πανελλαδικό φοιτητικό κίνημα.

 

  • Μαθητικό

Στο μαθητικό κίνημα, βιώνουμε μια σημαντική άνοδο του ριζοσπαστισμού και της δυναμικής του τα τελευταία χρόνια. Ξεχώρισε η μάχη των μαθητών στην πανδημία για 15 μαθητές ανά τάξη με μαχητικότητα αλλά και συνολικό πολιτικό περιεχόμενο, η αντιπαράθεση για να μην πατήσει πόδι ο εθνικισμός στα σχολεία ενώ τα σχολεία ήταν από τους λίγους χώρους που κατάφεραν να κρατήσουν αγωνιστική στάση κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, καταρρίπτοντας το φιλολαϊκό του προσωπείο. Οι δυνάμεις μας έχουν παίξει ένα σημαντικό ρόλο σε αυτή την διαδικασία, και έχουν αναδειχθεί ως σημαντικός πολιτικός πόλος ιδιαίτερα στην Αθήνα, ενώ ελπιδοφόρα είναι και η ανάπτυξη του Ανυπότακτου Μαθητή σε Πάτρα και Πρέβεζα. Οι κύριες μάχες για το μαθητικό κίνημα το επόμενο διάστημα, είναι απέναντι στο νέο ταξικό σχολείο που διαμορφώνεται (κυρίαρχα με τις ΕΒΕ και την τράπεζα θεμάτων), αλλά και στην προσπάθεια των φασιστών να εισχωρήσουν στα σχολεία. Το επόμενο διάστημα ιεραρχούμε:

  • Την ανάπτυξη του μαθητικού κινήματος με τρόπο που θα ξεπερνάει τις ασυνέχειες, την ρηχή πολιτικοποίηση και την έλλειψη διαδικασιών. Με δραστήριες τις μαθητικές κοινότητες και κύριο όπλο τις γενικές συνελεύσεις και τις καταλήψεις. Με πραγματικά συντονιστικά σχολείων που θα οργανώνουν και θα συντονίζουν τον αγώνα. Με συνολική πρόταση για το πως θέλουμε να ζούμε και να σπουδάζουμε. Για να συμβεί αυτό πρέπει να δουλεύουμε διαρκώς με πανεκπαιδευτικά κριτήρια σε επίπεδο στόχων πάλης, κινηματικού βηματισμού και πολιτικής πρακτικής. Ξεχωρίζουμε τον στόχο της συγκρότησης και ισχυροποίησης ενός διακριτού αγωνιστικού πόλου (στην κατεύθυνση της Πρωτοβουλίας για το Συντονισμό) που θα αποτελέσει ένα χώρο υποδοχής και μετασχηματισμού του πιο ριζοσπαστικού δυναμικού των μαθητών, και θα τροφοδοτείται διαρκώς με αποφάσεις γενικών συνελεύσεων αλλά και από τα 5μελή, 15μελή τα οποία έχουν αγωνιστική αντιγραφειοκρατική κατεύθυνση. Υπό αυτό το πρίσμα ιεραρχούμε τη στροφή στη δουλειά πεδίου μέσα στις τάξεις και στα σχολεία, και αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων για να εκφραστούν οι αγωνιστικές διαθέσεις και η δυνατότητα να συζητήσουν οι μαθητές.
  • Την καθιέρωση του Ανυπόταχτου Μαθητή ως ενός μαζικού διακριτού αγωνιστικού και αντικαπιταλιστικού ρεύματος μέσα στα σχολεία.
  • Την ανάπτυξη των μαθητικών οργανώσεων της ν.Κ.Α. Βασική μας στοχοθεσία είναι η πανελλαδικοποίηση της προσπάθειάς μας σε όλες τις μεγάλες πόλεις, το άνοιγμα στις πιο εργατικές λαϊκές περιοχές και ιδιαίτερα στα ΕΠΑΛ.

 

  • Δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες

Η νεολαία και οι αγώνες της, τα συνδικαλιστικά και δημοκρατικά δικαιώματα και οι ελευθερίες  της βρίσκονται στο στόχαστρο της επίθεσης του αστικού κράτους και των κυβερνήσεων του όλα τα τελευταία χρόνια. Ευρύτερα, το σύστημα, αξιοποιώντας και την περίοδο της πανδημίας θωρακίζεται με ένταση του αυταρχισμού και συρρίκνωση ελευθεριών σε όλα τα πεδία: Προσπάθεια για περιορισμό των διαδηλώσεων και του δικαιώματος στην απεργία, κατάργηση του ασύλου, διώξεις και παρακολουθήσεις αγωνιστών, ποινικοποίηση πολιτικών και κινηματικών δράσεων, τιμωρητική διαχείριση της πανδημίας ειδικά απέναντι στους ανεμβολίαστους, γιγάντωση των μηχανισμών καταστολής, ενίσχυση του αντιδραστικού νομοθετικού πλαισίου, με την προσπάθεια για κατάργηση του ασύλου, με τις επιθέσεις ενάντια στο συνδικαλισμό, στον αποκλεισμό της αντιπροσωπευτικότητας με επέκταση του πλαφόν 3% και σε περιφέρειες-δήμους, με περιορισμό του δικαιώματος στο άσυλο και τις ελευθερίες των προσφύγων κλπ. Ο περιορισμός των αστικών δημοκρατικών ελευθεριών, η κρατική βία και η αστυνομική καταστολή αποτελεί τον απαραίτητο βραχίονα για το σύστημα, προκειμένου να επιβάλλει την ένταση της εκμετάλλευσης, το πέρασμα των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων και τη θωράκιση της εξουσίας του. Στο κράτος του ολοκληρωτικού καπιταλισμού εμπεδώνεται το δόγμα «νόμος-τάξη-κέρδη-ασφάλεια», ενώ τείνει να γίνει κανονικότητα η επίκληση της «έκτακτης ανάγκης», με τη χρήση δικλείδων που ενυπάρχουν στα αστικά συντάγματα διαχρονικά. Αξιοποιώντας διάφορες αφορμές (περιβαλλοντική-υγειονομική κρίση κλπ), ολοένα και σκληραίνει το νομοθετικό πλαίσιο και η καταστολή, ολοένα και εμφανίζονται «νέα μέτρα» που έρχονται για να μείνουν. Σε αυτά τα πλαίσια αναπτύσσεται η λαϊκή δυσαρέσκεια αλλά και οι αντιστάσεις απέναντι σε αυτή την πολιτική, και χρειάζεται να αναπτύξουμε την παρέμβασή μας σε όλα τα επίπεδα.

Πρώτα και κύρια επιδιώκουμε να «ανέβουν» τα ζητήματα της δημοκρατίας στις διεκδικήσεις του κινήματος. Θέλουμε μαχητικούς αγώνες υπεράσπισης και διεύρυνσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών με οργανική τους αλληλοσύνδεση με τις κάθε φορά κεντρικές διεκδικήσεις στο εργατικό κίνημα, στο κίνημα της εκπαίδευσης κτλ. Ξεχωρίζουμε σε αυτή την φάση την μάχη για να ηττηθεί η εγκληματική διαχείριση της κυβέρνησης στην πανδημία. Θέλουμε ανάπτυξη αγώνων που θα συνδυάζουν την ανάγκη ενίσχυσης της δημόσιας υγείας (που αποδεδειγμένα σώζει ζωές), με ενίσχυση του εμβολιασμού (με άρση των πατεντών και της υποχρεωτικότητας), μαζικά δωρεάν τέστ ως όπλο για την αντιμετώπιση της πανδημίας (και όχι ως τιμωρητικό εργαλείο απέναντι σε ανεμβολίαστους), και πάλη ενάντια στα περιοριστικά και πειθαρχικά μέτρα (lockdown, πρόστιμα, απολύσεις, διαχωρισμοί μεταξύ εμβολιασμένων/ανεμβολίαστων κ.α.).

Με προσπάθεια ανάπτυξης στο προγραμματικό πεδίο μια σύγχρονης αντικαπιταλιστικής θεώρησης για αυτά τα ζητήματα (πως αντιμετωπίζουμε την έννοια της δημοκρατίας, του κράτους κτλ) ενάντια σε λογικές αντιδεξιού – προοδευτικού μετώπου, στείρου αντικρατικού αγώνα, ή ακόμα και υποτίμησης αυτών των ζητημάτων. Για την δικιά μας αντίληψη, η όξυνση του δημοκρατικού ζητήματος (όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά διεθνώς) δεν είναι ζήτημα υπερβολών της μιας ή της άλλης κυβέρνησης ή κακοδιαχείριση, αλλά μονόδρομος και ανάγκη για το σύστημα για να διατηρήσει την κυριαρχία του.  Η υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και η διεκδίκηση των λαϊκών ελευθεριών, είναι αναγκαίο συστατικό της δράσης της κομμουνιστικής αριστεράς στο σήμερα με πλήρη επίγνωση, ότι το βασίλειο της ελευθερίας και η πλέρια και ουσιαστική δημοκρατία μπορούν να κατακτηθούν, μόνο όταν πάψει και η εκμετάλλευση. Αποτελούν πλευρά των αντικαπιταλιστικών στόχων που συνδέονται με την προοπτική του μέλλοντός μας και δεν τα παραπέμπουμε στο επέκεινα της λαϊκής εξουσίας.

Με αυτή την έννοια έχει ιδιαίτερη αξία η συγκρότηση της Κίνησης για τις Ελευθερίες, τα Δημοκρατικά Δικαιώματα, την Αλληλεγγύη (ΚΕΔΔΑ) που συσπειρώνει ήδη ένα ευρύ ανένταχτο δυναμικό και μπορεί να συμβάλλει στην συγκέντρωση και ανάδειξη των προβλημάτων, στη στήριξη σε όσους-ες υφίστανται παραβιάσεις δικαιωμάτων, σε κινηματικές πρωτοβουλίες και στο συντονισμό κινηματικών δράσεων. Τα μέλη της ν.Κ.Α. συμβάλλουν στην ενίσχυση της ΚΕΔΔΑ, ώστε να δυναμώσει περαιτέρω και να στηρίζει αποτελεσματικά κάθε διωκόμενο για πολιτική, κινηματική δράση.

 

  • Αντιπολεμικό Διεθνιστικό κίνημα

Η εποχή μας είναι εποχή γεωπολιτικής ρευστότητας και ανταγωνισμών των σχεδίων των κυρίαρχων καπιταλιστικών πόλων (ενδεικτικά αναφέρουμε: ΝΑΤΟ 2030, AUKUS κ.α.). Ο ανταγωνισμός αυτός και ιδιαίτερα η διαμάχη ΗΠΑ-ΚΙΝΑ, απογειώνουν τους πολεμικούς εξοπλισμούς, ενισχύουν τον κρατικό αυταρχισμό, τον μιλιταρισμό, τους εθνικισμούς και τον ρατσισμό, και πυκνώνουν τα σύννεφα του πολέμου τόσο στην περιοχή μας όσο και ευρύτερα. Στα πλαίσια αυτού του κλίματος, εντάσσεται η συνολική προσπάθεια ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού σε γεωπολιτικό επίπεδο, και ιδιαίτερα η όξυνση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. Τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση και συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα επιτάχυναν την προώθηση της πολεμικής προετοιμασίας της Ελλάδας και της εμπλοκής της στους επικίνδυνους επιθετικούς σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Ξεχωρίζουν: η συμφωνία με την Γαλλία, που μεταξύ άλλων προβλέπει συμμετοχή ελληνικών δυνάμεων στο Σαχέλ της Αφρικής, η πενταετής συμφωνία με τις ΗΠΑ, με πολλαπλασιασμό των αμερικανικών βάσεων, η εκτόξευση των εξοπλισμών βυθίζοντας στη φτώχεια το λαό, οι συνεχείς ασκήσεις και πρόβες πολέμου με τους συνεταίρους του άξονα Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ – Αίγυπτος, η αποστολή ελληνικής πυροβολαρχίας Πάτριοτ για την «προστασία» της Σαουδικής Αραβίας κ.α.

Σε αυτή τη σύνθετη πραγματικότητα, το εργατικό κίνημα και η κομμουνιστική αριστερά χρειάζεται να δώσουν μία ταξική διεθνιστική απάντηση ενάντια στον πόλεμο και να συμβάλλουν σε ένα συνολικό αντιπολεμικό-διεθνιστικό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Από αυτή την σκοπιά ιεραρχούμε:

α) Την σύνδεση της πάλης για την αποτροπή του πολέμου με την καθημερινή πάλη για τα εργατικά συμφέροντα κόντρα στις επιδιώξεις των αστικών τάξεων, που θα θέτουν τα ζητήματα της αντιπολεμικής παρέμβασης ως οργανικό τμήμα του εργατικού κινήματος. Ιεραρχούμε την πάλη ενάντια στα νέα εξοπλιστικά προγράμματα από την σκοπιά της εξυπηρέτησης των κοινωνικών αναγκών, όπως και την πάλη για μείωση της θητείας και να μην μπαίνουν στα χακί οι νέοι από τα 18, κόντρα στο αξιόμαχο του ελληνικού στρατού. Θέτουμε τα ζητήματα αυτά σε όλους τους μαζικούς φορείς που συμμετέχουμε. Ενισχύουμε και αναπτύσσουμε την δουλειά του Δικτύου Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος και της Επιτροπής Αλληλεγγύης Στρατευμένων. Αξιοποιούμε το θετικό κεκτημένο των πανελλαδικών αντιπολεμικών ημερών δράσης, και επιδιώκουμε να συνεχίσουμε σε μια τέτοια μεθοδολογία εμπλέκοντας ακόμα περισσότερες δυνάμεις. Ιδιαίτερα σε περιοχές με ιδιαίτερη σημασία (π.χ. Αλεξανδρούπολη ή Χανιά) επιδιώκουμε να έχουμε μόνιμη αντιπολεμική παρέμβαση.

β) Επιδιώκουμε να κάνουμε ένα βήμα μπροστά σχετικά με μια αναβαθμισμένη συνεργασία και συντονισμό δυνάμεων στο αντιπολεμικό κίνημα. Αποκτά ιδιαίτερη σημασία η συγκρότηση ενός μόνιμου Αντιπολεμικού Συντονισμού κινήσεων, σχημάτων, συλλογικοτήτων και αγωνιστών από τους χώρους του εργατικού κινήματος, της νεολαίας και των φοιτητών, των γειτονιών, των αντιρατσιστικών πρωτοβουλιών και των κινήσεων για τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών, της συνεργασίας λαών και κινημάτων ενάντια στα καταστροφικά σχέδια των κυβερνήσεων κλπ. Δρομολογούμε ιδρυτική σύσκεψη του Αντιπολεμικού Συντονισμού το πρώτο τρίμηνο του 2022. Επιδιώκουμε η σύσκεψη αυτή να προετοιμαστεί με επιμέρους θεματικές συσκέψεις που θα συσπειρώνουν το δυναμικό της πτέρυγας (π.χ. έρευνα και πόλεμος, ή νεολαία και θητεία).

γ) Ενισχύουμε την επιτροπή αντιπολεμικής παρέμβασης ΝΑΡ-ν.Κ.Α. που στόχο έχει την επεξεργασία των ζητημάτων του συγκεκριμένου πεδίου, να συντονίζει την αντιπολεμική δουλειά της οργάνωσης και ιδιαίτερα να καθοδηγεί τους στρατευμένους συντρόφους. Παράλληλα διαμορφώνουμε τους όρους μέσα από την παρέμβαση μας στο κίνημα αλλά και στον αντιπολεμικό συντονισμό για την συγκρότηση μιας μαζικής, με έντονα εργατικά-λαϊκά-νεολαιίστικα χαρακτηριστικά, αντικαπιταλιστική διεθνιστική αντιπολεμική κίνηση.

 

  • Προσφυγικό/μεταναστευτικό

Με τη συνέχιση των πολέμων, των πολιτικών, φυλετικών και θρησκευτικών διώξεων, την ένταση της φτώχειας και την καταστροφή ολόκληρων περιοχών από περιβαλλοντικούς παράγοντες εκατομμύρια άνθρωποι έχουν οδηγηθεί (και θα οδηγηθούν) στην μετανάστευση. Οι αστικές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν τους πρόσφυγες ως εχθρούς και ως εύκολα θύματα εκμετάλλευσης, και γίνονται μπαλάκι των ανταγωνισμών όπως στην περιοχή μας του ελληνοτουρκικού. Ειδικότερα στο σήμερα, το ελληνικό κράτος, με τη συνδρομή της FRONTEX και των συνοριοφυλάκων, κάνοντας τη “βρώμικη δουλειά” στα σύνορα της ΕΕ, επαναπροωθεί, απαγάγει, κλέβει και μεταφέρει με τη βία εκτός των συνόρων της, μετανάστες που βρίσκονται σε ελληνικά εδάφη, μια καθαρά δολοφονική και απάνθρωπη πολιτική ευρέως γνωστή ως pushbacks. Αρνούνται και περιορίζουν το δικαίωμα των προσφύγων στο άσυλο, τους αρνούνται στοιχειώδη δικαιώματα και ελευθερίες, δημιουργούν στρατόπεδα-γκέτο και τους κρατούν σε άθλιες συνθήκες με περιορισμό πρόσβασης σε παιδεία, υγεία, εργασία. Παράλληλα, χρησιμοποιούν το προσφυγικό για την όξυνση του εθνικισμού, του ρατσισμού, την ένταση της εργατικής εκμετάλλευσης και την καλλιέργεια αντιθέσεων ανάμεσα σε ντόπιους και μετανάστες.

Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να δουλέψουμε ώστε να αναπτυχθεί ένα κίνημα που θα αντιπαλεύει το βάρβαρο και βαθιά ρατσιστικό καθεστώς που διαμορφώνουν το ελληνικό κεφάλαιο με την ΕΕ. Πρέπει να ενισχυθεί ο αγώνας για ελεύθερη διέλευση των προσφύγων στα σύνορα, το δικαίωμα στο άσυλο, την αντίθεση στον εγκλεισμό και τη γκετοποίηση τους, να μπορούν να ζουν μέσα τις πόλεις και τα χωριά μας κόντρα στην δημιουργία στρατοπέδων/φυλακών, για ομαλή ένταξη όσων θέλουν στην ελληνική κοινωνία με πρόσβαση στη δημόσια υγεία και παιδεία, στην εργασία χωρίς διαχωρισμούς. Αυτός ο αγώνας χρειάζεται να συνδεθεί με ένα ευρύτερο διεθνιστικό κίνημα που θα αντιπαλέψει την πολιτική των επεμβάσεων και των πολέμων, την πολιτική που σπέρνει την φτώχεια και την δυστυχία ξεριζώνοντας χιλιάδες ανθρώπους από τα σπίτια τους. Μια τέτοια πολιτική κατεύθυνση πρέπει να γίνει υπόθεση του μαζικού κινήματος στην Ελλάδα, με κοινούς αγώνες ντόπιων μεταναστών. Τα τελευταία χρόνια η παρέμβαση μας ατόνησε στα πλαίσια και της γενικής υποχώρησης του κινήματος. Ειδικά στη ν.Κ.Α. η συλλογική συνεισφορά μας είναι αρκετά κάτω του αναγκαίου. Χρειάζεται να αντιστρέψουμε αυτή την κατάσταση με συγκεκριμένους στόχους:

α) Με την ανάπτυξη ενός κινήματος ντόπιων και μεταναστών για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους. Με το μπλοκάρισμα των εξώσεων και την ενίσχυση των διεκδικήσεων στέγασης σε κατοικίες. Με την επιδίωξη οργανικής τους ένταξης στο μαζικό κίνημα και την αντίστοιχη μέριμνα ώστε σύλλογοι και σωματεία να βάζουν ψηλά στην ατζέντα τους τα ζητήματα των μεταναστών. Με την συμβολή στην αυτοοργάνωση των προσφύγων με δημιουργία διεθνικών επιτροπών στα στρατόπεδα, αλλά και επιτροπών έξω από αυτά.

β) Με την ανασυγκρότηση και μετασχηματισμό του ΣΥΠΡΟΜΕ ως κεντρικό εργαλείο παρέμβασής μας στα παραπάνω μέτωπα με στήριξή του και από νέες συλλογικότητες και με την αναγκαία συμμετοχή προσφύγων, μεταναστών και ντόπιων ως μέλη του. Παίρνουμε πρωτοβουλία μέσω του ΣΥΠΡΟΜΕ το επόμενο διάστημα, με απεύθυνση και σε άλλες συλλογικότητες για να κλείσουν τα  στρατόπεδα φυλακές και να ενταχθούν οι πρόσφυγες οργανικά στις πόλεις και τα χωριά και για να στηρίξουμε κοινές δράσεις ενάντια στις επαναπροωθήσεις.

γ) Ενισχύουμε με συντρόφους-ισσες από την νεολαία τη στελέχωση της επιτροπής ΝΑΡ-ν.Κ.Α για το προσφυγικό και την επανένταξη του προσφυγικού στην συζήτηση των Ο.Β., και ιδιαίτερα των Ο.Β. γειτονιών. Βάζουμε ψηλά στην ατζέντα μας την ανάπτυξη σταθερών επαφών με πρόσφυγες και μετανάστες σε κάμπ και γειτονιές και να ξεχωρίσουμε έναν πολιτικό πυρήνα για ένταξη και δράση στον κοινό πολιτικό αγώνα αλλά και στην οργάνωσή μας. Ιεραρχούμε την στρατολόγηση στη ν.Κ.Α. περισσότερων μεταναστών/τριων κάτι που αποτελεί βασικό πυλώνα της αναγκαίας εργατικής στροφής της ν.Κ.Α. Δρομολογούμε ειδικό υλικό της ν.Κ.Α. με τίτλο «Μπορούμε και θέλουμε να ζήσουμε μαζί» για την απεύθυνση μας.

 

  • Έμφυλες διακρίσεις και καταπίεση

Το φεμινιστικό και ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα έχουν έρθει ορμητικά στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια σε όλο τον κόσμο, με μαχητικότητα και συμμετοχή μεγάλων τμημάτων της νεολαίας. Πρόκειται για ένα αδιαμφισβήτητα θετικό γεγονός που έχει αναδείξει τις διακρίσεις και καταπιέσεις με βάση το φύλο και τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Παράλληλα, ευρύτερα αλλά και εντός του κινήματος και των γραμμών μας, έχει ανοίξει ο διάλογος για τον χαρακτήρα των ζητημάτων αυτών, σε μια προσπάθεια διαμόρφωσης ενός σύγχρονου ταξικού απελευθερωτικού προγράμματος πάλης ενάντια στην πατριαρχία. Οι δυνάμεις μας πρέπει να παρέμβουν με στοχοθεσία  και αποφασιστικότητα σε αυτές τις κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες προκειμένου, αφού αλληλεπιδράσουν βαθύτερα με τις θέσεις μας, να καταφέρουν να ενοποιήσουν τις αντιστάσεις και να πετύχουν νίκες σε ένα ευρύτερο κίνημα ανατροπής.

Συμβάλλουμε στην οργανωμένη δράση του εργατικού κινήματος για το ζήτημα των έμφυλων διακρίσεων αλλά και σε ένα ταξικό φεμινιστικό κίνημα με αντικαπιταλιστική ηγεμονία, συμπεριληπτικό, χωρίς ομοφοβικές ή τρανσφοβικές συμπεριφορές, οργανωμένο από τα κάτω, μακριά από ΜΚΟ, τη λογική της αγοράς και τον συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, σε οργανική σύνδεση με το εργατικό κίνημα.

Πρέπει να πάρουμε πρωτοβουλίες ανάδειξης κρίσιμων ζητημάτων, αλλαγής του συσχετισμού και επίτευξης νικών. Ανοίγουμε το ζήτημα των γυναικοκτονιών, της έμφυλης βίας συνολικά, και των έμφυλων διακρίσεων σε κάθε χώρο που παρεμβαίνουμε και επιδιώκουμε να γίνει υπόθεση όλου του κινήματος. Έχουμε αποφασιστική στάση αρχών απέναντι σε κάθε περιστατικό έμφυλης βίας. Εκδίδουμε ειδικό υλικό της ν.Κ.Α. και παίρνουμε πρωτοβουλία για καλά οργανωμένη πανελλαδική μέρα δράσης ενάντια στις γυναικοκτονίες.

Δρομολογούμε καμπάνια με αφίσες, αυτοκόλλητα και κείμενα για τα περιστατικά έμφυλων διακρίσεων και επιθέσεων στους χώρους εργασίας καθιστώντας σαφές πως τα σωματεία και οι συλλογικότητες μας είναι ακριβώς αυτές που θα συνδράμουν για να σταματήσουν όλων των ειδών οι καταπιέσεις κι οι αυθαιρεσίες στους χώρους εργασίας. Ενισχύουμε οργανωμένα τη Συνέλευση Φεμινιστικών κι Εργατικών Συλλογικοτήτων, συμβάλλουμε ώστε τα εργατικά σχήματα που παρεμβαίνουμε να εκδίδουν ειδικές επεξεργασίες για την έμφυλη καταπίεση, επιπροσθέτως συμβάλλουμε και ενισχύουμε τη δημιουργία ειδικών επιτροπών που θα ασχολούνται με τις έμφυλες διακρίσεις εντός των σωματείων με στόχο να μπορέσουν αυτά να εντάξουν στον πολιτικό αγώνα τους αυτά τα ζητήματα, και να ενισχυθεί ο ταξικός προσανατολισμός του φεμινιστικού και ΛΟΑΤΚΙ+ κινήματος και η ταξική του πτέρυγα.

Χρειαζόμαστε την ψηλάφηση ενός αριστερού αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης για τα ζητήματα της έμφυλης καταπίεσης καθώς και μια αριστερή αντικαπιταλιστική πολιτική συλλογικότητα που θα καταπιάνεται με την έμφυλη καταπίεση τόσο για τις γυναίκες όσο και για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Σε αυτή την προσπάθεια είναι σημαντική η εμπειρία, η συμβολή και ο αναγνωρισμένος ρόλος της SABBAT, η οποία αποτελεί και το όχημα της παρέμβασής μας στο φεμινιστικό κίνημα και η ν.Κ.Α. επιδιώκει την ανάπτυξη και τον μετασχηματισμό της στην παραπάνω κατεύθυνση. Υπό αυτό το πρίσμα επιδιώκουμε τη δημιουργία φεμινιστικών συλλογικοτήτων και σε άλλες πόλεις. Σημαντικός πολιτικός μας στόχος πρέπει να είναι να δοθεί περισσότερος χώρος για την πρωταγωνιστική συμμετοχή περισσότερων γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων και τη στράτευση αυτών στις γραμμές μας.

Βασικός κρίκος για τα παραπάνω είναι η ανάπτυξη της δικής μας θεωρητικής αντίληψης, η καλύτερη μελέτη και κριτική των άλλων ρευμάτων που δρουν στο κίνημα, και κατ’ επέκταση η συγκρότηση πολιτικού σχεδίου, προγράμματος και ιεραρχήσεων. Η έλλειψη, αυτή που έχουμε καθυστερήσει αρκετά με ευθύνη των οργάνων να την αντιμετωπίσουμε, δρομολογούμε να την καλύψουμε καταρχάς με μια οργανωμένη πανελλαδικής κλίμακας συζήτηση σε όλες τις Ο.Β. του ΝΑΡ και της ν.Κ.Α. με ευθύνη της Π.Ε. και του Κ.Σ. και με αποφασιστική συμβολή της επιτροπής για το έμφυλο της οργάνωσης και αναβαθμισμένο ρόλο στην προετοιμασία της.

 

  • Πόλη, Χώρος, Περιβάλλον

Το περιβαλλοντικό ζήτημα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής μας για το που μπορεί να οδηγήσει η αχαλίνωτη δίψα του καπιταλισμού για κέρδος. Η διαρκής πρωταρχική συσσώρευση και η αλόγιστη καπιταλιστική ανάπτυξη έχει διαρρήξει την ισορροπημένη σχέση “ανθρώπου-φύσης”, οδηγώντας από τη μία στην καταστροφή του περιβάλλοντος που αντιμετωπίζεται κατά βάση ως ένα ακόμα πεδίο κερδοφορίας και από την άλλη σε επικίνδυνα φυσικά φαινόμενα τα οποία θα εντείνονται όλο και περισσότερο, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια την ζωή, ακόμα και το μέλλον του πλανήτη και της ανθρωπότητας, εάν δεν ανατραπεί άμεσα το βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα που τα γεννά. Η λεγόμενη “πράσινη” ανάπτυξη δεν έχει σχέση με την ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος, αλλά αποτελεί ένα ακόμη πεδίο κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Αυτή η κατάσταση προκαλεί έναν διχασμό στις τάξεις του κεφαλαίου. Από τη μία ένα κομμάτι που επενδύει στις νέες πράσινες τεχνολογίες σα δρόμο ξεπεράσματος της κρίσης (όπως κάνει κομμάτι του ευρωπαϊκού κεφαλαίου) και από την άλλη εκείνη η μερίδα που υπερασπίζεται τα κεκτημένα της (εταιρείες εξόρυξης πετρελαίου, κτλ). Παράλληλα στη σημερινή περίοδο της κρίσης, της έντασης της αντεργατικής – αντιλαϊκής επίθεσης και της πολιτικής του διαρκούς μνημονίου η πόλη αποτελεί κέντρο των εξελίξεων και βασικό πεδίο έκφρασης της όξυνσης του κοινωνικού ζητήματος σε όλα τα επίπεδα. Το ζήτημα της κατοικίας, ο ελεύθερος χρόνος, οι νέες μορφές εργασίας, η ανάγκη για πολιτισμό και αθλητισμό είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα που διαδραματίζονται με φόντο τις γειτονιές μας. Η παρέμβαση μας σε αυτά τα μέτωπα, αποκτά αναβαθμισμένο χαρακτήρα, χωρίς να ξεχνάμε ότι για μας η πόλη, ο χώρος, το περιβάλλον, καθώς και όλη η σφαίρα αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, δεν νοείται έξω από τις ίδιες τις κοινωνικές σχέσεις και την διαμόρφωση τους. Ιδιαίτερη γοητεία ασκούν τα ζητήματα αυτά στη νεολαία, όπως φαίνεται και από την συμμετοχή της στα κινήματα ενάντια στις ανεμογεννήτριες, στην κάυση των απορριμάτων κ.α. και πρέπει να αποτελούν ιδιαίτερο πεδίο της δικής μας στόχευσης.  Ιεραρχούμε από την πλευρά μας τα εξής:

– Την συγκρότηση ενός μαζικού και ανατρεπτικού λαϊκού κινήματος που θα βασίζεται στις γειτονιές των πόλεων και στα χωριά με ξέσπασμα αγώνων για κάθε μικρό ή μεγάλο ζήτημα σχετικά με τις λαϊκές ανάγκες και την λεηλασία της φύσης. Με επιδίωξη την ανατροπή των επίμαχων νομοσχεδίων, την προστασία των ελεύθερων χώρων και του περιβάλλοντος, και την ανακούφιση των ίδιων των πληγέντων. Στηρίζουμε και συμμετέχουμε ενεργά σε προσπάθειες αυτοοργάνωσης, όπως οι πρόσφατες επιτροπές πυρόπληκτων. Βέβαια, ουσιαστική απάντηση μπορεί να δοθεί μόνο με την ανάπτυξη διεκδικήσεων για το περιβαλλοντικό ζήτημα ως στοιχείο της συνολικής αντικαπιταλιστικής πάλης, με ανεξάρτητες μορφές συγκρότησης και δράσης, που θα συνδέει τις διεκδικήσεις κατά της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο με το μέτωπο κατά της λεηλασίας της φύσης. Εκκινώντας από τη σύγκρουση με τις επιπτώσεις της κερδοφορίας του κεφαλαίου στη φύση και επιδιώκοντας τελικά συνολικά μια άλλη αρμονική σχέση ανθρώπου-φύσης.

– Την ανάπτυξη της συμμετοχής της ν.Κ.Α. στις αριστερές αντικαπιταλιστικές κινήσεις πόλης και περιφερειών, που αποτελούν μαζικό και αναπόσπαστο κομμάτι της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας, και μπορούν να παίξουν κρίσιμο ρόλο οργανωτή για θέματα περιβαλλοντικού ή και ευρύτερα λαϊκού χαρακτήρα στις πόλεις (πρόνοια, ελεύθεροι, χώροι, κακοποιητικές συμπεριφορές, νοίκια-εξώσεις κτλ). Αντίστοιχα αξιοποιούμε τις ευρύτερες εργατικές και λαϊκές συλλογικότητες (λαϊκές συνελεύσεις, εργατικές λέσχες, αντιφασιστικές πρωτοβουλίες κ.α.) Η παρέμβαση της ν.Κ.Α στις κινήσεις αυτές αποσκοπεί τόσο στην αναζωογόνηση τους όσο και στο άνοιγμα δρόμων στην δουλειά που θέλουμε να ανοίξουμε στις γειτονιές με έμφαση στα πιο πληβειακά τμήματα της τεχνικής εκπαίδευσης, των νυχτερινών λυκείων και των ΕΠΑΛ.

– Την ανάπτυξη της αυτοτελούς παρέμβασης της ν.Κ.Α. γύρω από τα ζητήματα αυτά. Αξιοποιούμε την μπροσούρα του ΝΑΡ για τα ζητήματα της ενέργειας που θα εκδοθεί μέσα στο 2022, και δρομολογούμε κύκλους παρουσίασής της σε σχολές και χώρους νεολαίας. Αναπτύσσουμε το σχετικό σκέλος της καμπάνιας Communism back to the future αναφορικά με το περιβάλλον σε προσπάθεια σύνδεσης της με την δουλειά μας σε συγκεκριμένους κλάδους (π.χ. τεχνικοί) ή χώρους σπουδών (βιολογικές ή πολυτεχνικές σχολές).

 

  • Στο πεδίο του ανατρεπτικού πολιτισμού

Το συνέδριο θέλουμε να σηματοδοτήσει μια ποιοτική αλλαγή στη μεθοδολογία και την πρακτική μας, σκιαγραφώντας ορισμένα καθοριστικά βήματα για την αντεπίθεση των ανατρεπτικών ιδεών που μπορεί να μας ανοίξει ευρύτερους δρόμους απεύθυνσης στη νεολαία.

Πρώτα και κύρια προωθούμε την άμεση συγκρότηση κοινής επιτροπής Πολιτισμού ΝΑΡ-ν.Κ.Α. που θα μπορεί να προσανατολίζει, τροφοδοτεί και να ενοποιεί την πανελλαδική παρέμβαση της οργάνωσης στον Πολιτισμό, και να παρακολουθεί συστηματικά τις νέες ριζοσπαστικές τάσεις αλλά και την αστική παρέμβαση. Ανασυγκροτούμε την επιτροπή των Αναιρέσεων του Κ.Σ. η οποία θα συντονίζει και θα τροφοδοτεί όλη μας την παρέμβαση δια των Αναιρέσεων πανελλαδικά. Φυσικά, η παρέμβαση αυτή δεν μπορεί να είναι έργο μόνο ενός κλειστού επιτελείου ειδικών, αλλά θέλουμε να εμπλέκει το σύνολο της ν.Κ.Α. κόσμου των σχημάτων και του κινήματος. Η ανώτερη ενασχόληση όλης της οργάνωσης με τα ζητήματα αυτά αποτελεί ουσιαστικό μέτρο και κριτήριο του κομμουνιστικού μετασχηματισμού.

Προωθούμε αποφασιστικά την σταθερή εμφάνιση και ανάπτυξη του εγχειρήματος των Αναιρέσεων σε κάθε πόλη που υπάρχει παρέμβαση της ν.Κ.Α. Με μόνιμη και σταθερή παρέμβαση στο μέτωπο του ανατρεπτικού πολιτισμού και των απελευθερωτικών ιδεών, με ποικιλία εκδηλώσεων και πρωτοβουλιών για όλα τα θέματα που απασχολούν τη νεολαία (πολιτική, θεωρία, τέχνη, αθλητισμός, ιστορία κ.α.), με ανάπτυξη ομάδων των αναιρέσεων που θα εμπλέκουν ευρύτερο δυναμικό και θα αναπτύσσουν την δικιά τους εσωτερική ζωή και δραστηριότητα, όπου τα φεστιβάλ θα αποτελούν την ετήσια κορύφωση μιας αναπτυσσόμενης παρέμβασης και όχι ξεκομμένα πυροτεχνήματα. Οι προσπάθειες «οι αναιρέσεις πάνε πλατεία», οι ιστορικοί περίπατοι κ.α. δείχνουν ότι υπάρχουν δυνατότητες για μια μαζικού χαρακτήρα παρέμβαση σε αυτά τα πεδία, με σταθερότητα και ποικιλία μορφών. Κομβικής σημασίας, είναι η ανεύρεση κατάλληλου χώρου για την Λέσχη Αναιρέσεις μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2022 στην Αθήνα, η απώλεια του οποίου ενέτεινε τα προβλήματα μας σε αυτόν τον τομέα. Στις υπόλοιπες πόλεις, της Ελλάδος, συνδυάζουμε αυτή την πλευρά με την ύπαρξη των γραφείων της οργάνωσης. Σχετικά με το camping Αναιρέσεις, χρειάζεται να επανανοημαδοτηθεί καταρχάς ως μια πραγματικά διαφορετική πρόταση διακοπών που θα συνδυάζει την πολιτικό-ιδεολογική συζήτηση, την ποιοτική ψυχαγωγία με τη δυνατότητα φτηνών διακοπών για την εργαζόμενη και σπουδάζουσα νεολαία. Με ευθύνη του επόμενου Κ.Σ. επείγει η έγκαιρη ανεύρεση χώρου και προπαγάνδιση του.

Οργανώνουμε πιο αποφασιστικά την στήριξη και ανάπτυξη των ανατρεπτικών τάσεων που εμφανίζονται στο χώρο της καλλιτεχνικής έκφρασης και του πολιτισμού συνολικά, και την προσπάθεια γονιμοποίησης αυτών των τάσεων με τη σύγχρονη κομμουνιστική απελευθερωτική αντίληψη. Αναπτύσσουμε με πιο συστηματικό τρόπο τις σχέσεις μας με τους ίδιους τους καλλιτέχνες η πλειοψηφία των οποίων ανήκει στη σύγχρονη εργατική τάξη και μαζί με τη μάχη της δημιουργίας δίνει τη μάχη της επιβίωσης. Δίνουμε την μάχη ώστε οι Αναιρέσεις να φιλοξενούν τις πιο ανήσυχες και ριζοσπαστικές καλλιτεχνικές φωνές (όχι μόνο στον χώρο της μουσικής). Ιδιαίτερα ιεραρχούμε, την υποστήριξη κάθε είδους ερασιτεχνικής δημιουργίας, από τα μαθητικά συγκροτήματα, μέχρι τις πολυποίκιλες «ομάδες δρόμου».

Εν τέλει, η ν.Κ.Α. πρέπει να πρωτοστατεί ώστε να κατακτάται μια σταθερή πολιτιστική παρέμβαση των ίδιων των φορέων του μαζικού κινήματος (φοιτητικοί σύλλογοι, σωματεία) και της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας, μέτρο και κριτήριο του κατά πόσο συμβάλλουμε όντως στην απελευθερωτική κίνηση της εργατικής τάξης ή τσαλαβουτάμε στα ρηχά νερά της καθημερινότητας.

 

  • Στο πεδίο της επαναστατικής θεωρίας

Σχετικά με την καμπάνια «Ccommunism: back to the future», προωθούμε καταρχάς την ολοκλήρωση των βασικών υλικών και στους 3 άξονες της: Α. Φύση-Άνθρωπος-Περιβάλλον, Β. Ολοκληρωτισμός-Πόλεμος-Ελευθερίες, Γ. Εκπαίδευση-Εργασία-Νέες τεχνολογίες (εκκρεμεί μπροσούρα και αφίσα για το Β’ κύκλο). Η καμπάνια, για να μπορέσει να προχωρήσει, χρειάζεται συνδυασμό κεντρικών υλικών (συνολικών αλλά και επιμέρους με βάση την επικαιρότητα) και σύνδεση της με την καθημερινότητα της οργάνωσης (π.χ. με την ανάγκη βαθύτερης κριτικής στις επιστήμες και τις σπουδές σε όλους τους βασικούς κλάδους).

Στα πλαίσια αυτά θέλουμε από το 2022 να επαναλειτουργήσει το μαρξιστικό εργαστήρι πανελλαδικά, το οποίο πρέπει να μπορεί να λειτουργεί συστηματικά, με συγκεκριμένες χρεώσεις ΝΑΡ-ν.Κ.Α. και να αποτελεί βασικό κρίκο της σχετικά πιο πλατιάς μας ιδεολογικής δουλειάς με ένα ευρύτερο δυναμικό. Πρώτη θεματική που οργανώνουμε είναι σε σχέση με το χαρακτήρα του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε και την κομμουνιστική απελευθέρωση που έχουμε ανάγκη στην εποχή μας, η οποία μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά στην ευρύτερη μας προσπάθεια για κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα. Στο πρώτο 6μηνο του 22 βάζουμε τον στόχο να συζητήσουμε πανελλαδικά για την εμπειρία της ΕΣΣΔ με βάση και τις αντίστοιχες επεξεργασίες του ΝΑΡ, και στην συνέχεια βάζουμε στόχο για να συζητήσουμε για την εμπειρία της Κούβας, της Κίνας, των Λαϊκών δημοκρατιών, το «Παγκόσμιο 1968» και τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα.

Τέλος, η ν.Κ.Α. στα πλαίσια της αυτοτελούς της παρέμβασης, μπορεί και πρέπει να διοργανώνει και κεντρικές εκδηλώσειςημερίδες σε χώρους της νεολαίας. Με αφορμή τα ζητήματα που έχουν προκύψει στην περίοδο της πανδημίας, η ν.Κ.Α. παίρνει την πρωτοβουλία να οργανώσει μέσα στο 22 μια ημερίδα αφιερωμένη στον Ευτύχη Μπιτσάκη και το έργο του, με θέμα: «ο διαλεκτικός υλισμός όπλο για την ερμηνεία του κόσμου ενάντια σε τεχνοκρατισμό/ανορθολογισμό».

 

  • Διεθνή

Επιδιώκουμε να αναπτύξουμε αποφασιστικά την ενασχόληση μας με τα διεθνή, καθώς ο διεθνισμός πρέπει να αποτελεί οργανική πλευρά ενός σύγχρονου κομμουνιστικού ρεύματος. Εντείνουμε τις κοινές πρωτοβουλίες μας με άλλες οργανώσεις του εξωτερικού με εκδηλώσεις, κοινά κείμενα, αρθρογραφία κτλ. Στα πλαίσια της καμπάνιας «Communism: back to the future» και της αντίστοιχης ενότητας «Ολοκληρωτισμός-Πόλεμος-Ελευθερίες» οργανώνουμε εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα με συντρόφους από Τουρκία, Γαλλία, Αλβανία κ.α. για το θέμα σύγχρονος πόλεμος και ολοκληρωτισμός.

Κρίσιμος κρίκος για να κάνουμε μια πιο συστηματική δουλειά, είναι η ουσιαστική συμμετοχή της ν.Κ.Α. στην επιτροπή διεθνών με σταθερές χρεώσεις, και διασύνδεση της δουλειάς της επιτροπής με την οργάνωση. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η συγκρότηση των δυνάμεων μας στο εξωτερικό και το προχώρημα της συνδιάσκεψης ΝΑΡ-ν.Κ.Α. εξωτερικού.  Μόνο έτσι μπορούμε να κάνουμε ένα άλμα στην δουλειά μας και να ξεφύγουμε από την αποσπασματικότητα των επιμέρους κινήσεων, και να καταφέρουμε αφενός να παρακολουθούμε στενότερα τις  κυρίαρχες τάσεις διεθνώς σε οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, αλλά και να αναπτύξουμε περαιτέρω τις σχέσεις με οργανώσεις στο εξωτερικό που μπορούν να παίξουν έναν ρόλο στην αναγκαιότητα συγκρότησης ενός διεθνούς επαναστατικού αντικαπιταλιστικού κομμουνιστικού ρεύματος.

 

4. Η ν.Κ.Α. μετά το 5ο συνέδριο

Η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση σήμερα βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, όπου θα κριθεί το κατά πόσο θα κάνει τολμηρά βήματα σε μια κατεύθυνση κομμουνιστικού μετασχηματισμού, ή θα καθηλωθεί σε σχετικά χαμηλές πτήσεις. Από το 4ο συνέδριο της ν.Κ.Α. τον Γενάρη του 2017 το βέλος κίνησης της οργάνωσης μας είναι αντιφατικό. Από την μια έχουμε ελπιδοφόρα δείγματα μιας ανώτερης κομμουνιστικής ποιότητας, όπως ο εν δυνάμει πρωταγωνιστικός ρόλος της ν.Κ.Α. σε κρίσιμες καμπές του νεολαιίστικου κινήματος, οι θετικές τάσεις μιας πιο πλατιάς οικοδόμησης στη νεολαία αλλά και στοιχεία μιας ανώτερης κομμουνιστικής φυσιογνωμίας. Από την άλλη τα παραπάνω συνυπάρχουν με την υποχώρηση της εργατικής δουλειάς της ν.Κ.Α σε σχέση με το προηγούμενο συνέδριο, τα διαρκή “μπρος-πίσω” στο φοιτητικό κίνημα και στην ΕΑΑΚ, την στάσιμη οργανωτική μας ανάπτυξη που διαμορφώνει προβλήματα σε κρίσιμες πόλεις κ.α.

Η εναλλαγή των προωθητικών και καθηλωτικών στιγμών στην πρόσφατη διαδρομή της ν.Κ.Α., δεν είναι ξέχωρη από την συμβολή αλλά και τα όρια συνολικά του ρεύματος της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης, οι οποίες αποτυπώθηκαν με ιδιαίτερο τρόπο στην πορεία της ν.Κ.Α. και αποτέλεσαν το υπέδαφος εμφάνισης και διόγκωσης μιας οξύτατης, επίπονης και μακρόχρονης πολιτικό-ιδεολογικής αντιπαράθεσης στο εσωτερικό μας, η οποία όπως ήταν λογικό δεν τελείωσε με το 4ο συνέδριο της ν.Κ.Α. τον Γενάρη του 2017. Εκεί κορυφώθηκε, και σε συνδυασμό και με το 4ο συνέδριο του ΝΑΡ οδήγησε σε σημαντικές αποχωρήσεις μελών και στελεχών της οργάνωσης, που τα προηγούμενα χρόνια είχαν καθοδηγητικό ρόλο κατά βάση στη ν.Κ.Α.

Η αντιπαράθεση αυτή είχε βαριές οργανωτικές και πολιτικές συνέπειες για τη ν.K.Α. με απώλεια πολύτιμων συντρόφων, ξόδεμα πολιτικής ενέργειας σε εσωστρεφείς και ψυχοφθόρες εσωοργανωτικές αντιπαραθέσεις αλλά και την διαμόρφωση ενός κλίματος φυγόκεντρων τάσεων που εκφράστηκε και με προσωπικές αποχωρήσεις πολλαπλών αφετηριών. Κυρίως όμως επηρέασε και την πολιτική δουλειά της οργάνωσης η οποία εμφάνισε σημαντικά στοιχεία υποχώρησης, ιδιαίτερα σε κρίσιμα πεδία όπως το φοιτητικό κίνημα. Έκτοτε η οργάνωση έχει εμφανίσει ενθαρρυντικά στοιχεία ανασυγκρότησης με κάλυψη του χαμένου εδάφους στο κίνημα, πολιτικές πρωτοβουλίες, νέες εντάξεις, ανασυγκρότηση της αυτοτελούς μας παρουσίας κτλ, στοιχεία που πρέπει να αναπτυχθούν και κυρίως να συντεθούν σε ένα συνολικό σχέδιο για τον κομμουνιστικό μετασχηματισμό της οργάνωσης και την συμβολή σε ένα σύγχρονο νεολαιίστικο κομμουνιστικό ρεύμα ως την πιο ουσιαστική έμπρακτη αυτοκριτική για τις αντιφάσεις της διαδρομής μας.

Κάνουμε την εκτίμηση ότι η ν.Κ.Α. σε αυτή την φάση είναι πιο ώριμη ώστε να προχωρήσει σε μια τομή στην κομμουνιστική της συγκρότηση και το συνέδριο μας θέλουμε να παίξει ουσιαστικό ρόλο σε αυτή την υπόθεση. Βασικός κρίκος σε αυτή την κατεύθυνση, είναι η ανάγκη του κομμουνιστικού μετασχηματισμού της ν.Κ.Α., καθώς και η συνολική της συμβολή σε ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα καθώς και στο αντίστοιχο ρεύμα στη νεολαία, στόχοι οι οποίοι αναλύονται στο κεφάλαιο 3 της πολιτικής απόφασης. Ξεχωρίζουμε ορισμένα οργανωτικά ζητήματα, τα οποία θεωρούμε ότι είναι καθοριστικής σημασίας για την πορεία της οργάνωσης.

 

Η αναβάθμιση της αυτοτελούς δουλειάς της ν.Κ.Α.

Πρώτα και κύρια, πρέπει να αποκαταστήσουμε σε πολιτικό επίπεδο την ίδια την έννοια και την ανάγκη της αυτοτελούς δουλειάς της οργάνωσης. Δε νοείται κομμουνιστική οργάνωση η οποία δεν θα ξεκινάει πρώτα και κύρια από τον δικό της σχεδιασμό και από την ανάγκη να παρεμβαίνει με το σύνολο της αντίληψης της στη νεολαία και στο κίνημα. Για χρόνια η αυτοτελής δουλειά της ν.Κ.Α. παρέμενε εξόριστη, εξαιτίας μιας λαθεμένης αντίληψης για την σχέση τακτικής- στρατηγικής και κόμματος-μετώπου, υποταγμένη σε έναν ιδιόμορφο συγκεντρωτισμό των εκάστοτε σχημάτων με αποτέλεσμα και τα σχήματα να υπερπολιτικοποιούνται αλλά και η δικιά μας πολιτική δράση να φτωχαίνει καθώς λειτουργούσαμε κατά βάση ως ιδιότυπo «γραφείο» των σχημάτων. Χρειάζεται με αποφασιστικό τρόπο να αποκαταστήσουμε αυτή την ιστορική ιδιομορφία, με ανάπτυξη της αυτοτελούς μας παρέμβασης, χωρίς φυσικά να «λυγίζουμε την βέργα και από την ανάποδη».

Είναι αυτονόητο ότι η έμφαση στην «αυτοτελή πολιτική παρέμβαση της ν.Κ.Α.» δεν μπορεί να καταργεί τις ειδικές μορφές παρέμβασης στο «μέτωπο» (πολιτικό ή συνδικαλιστικό) και το κίνημα. Σημαίνει όμως ότι παντού και πάντα πρέπει να εμφανίζεται καθαρά η δική μας άποψη (είτε αυτοτελώς μέσω της ν.Κ.Α. είτε μέσω των πολιτικοσυνδικαλιστικών και κινηματικών μορφωμάτων που παρεμβαίνουμε). Αυτή η επιδίωξη δε σημαίνει ότι δεν δίνουμε την μάχη για ευρύτερη μετωπική συσπείρωση δυνάμεων πάνω στο κάθε φορά αναγκαίο πολιτικό πρόγραμμα, ότι δεν συνδιαμορφώνουμε με αγωνιστές ή σύμμαχες δυνάμεις ή ότι αδιαφορούμε για την ανώτερη ενοποίηση των μετωπικών σχημάτων στα οποία συμμετέχουμε (όταν αυτή είναι προωθητική για τους συνολικούς μας σκοπούς). Σημαίνει ότι θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας την ιδιότυπη καθήλωση της οργάνωσης στο επίπεδο των σχημάτων.

Με αυτή την έννοια απαιτείται μια ριζική αλλαγή στην λειτουργία της οργάνωσης, από «πάνω» μέχρι «κάτω», από το γραφείο μέχρι την Ο.Β. παλεύουμε ενιαία να βάλουμε στο κέντρο της δραστηριότητας μας την αυτοτελή πολιτική, θεωρητική και πολιτιστική παρέμβαση της ν.Κ.Α.

  • Η Ο.Β. φροντίζει τουλάχιστον μια φορά τον μήνα να συζητάει, να σχεδιάζει και να αποτιμά όλα τα ζητήματα σχετικά με την αυτοτελή μας παρουσία και παρέμβαση στον χώρο ευθύνης της. Οργανώνει την πολιτική παρέμβαση στον χώρο αλλά και για ζητήματα θεωρίας, επιστήμης, πολιτισμού, με εκδηλώσεις, ανακοινώσεις, φροντίδα για μόνιμη παρουσία της ν.Κ.Α. σε μαζικούς χώρους κ.α. Σχεδιάζει ειδικές μορφές οικονομικής εξόρμησης και αναβαθμισμένη αξιοποίηση των εντύπων της οργάνωσης (ΠΡΙΝ, Αναιρέσεις, Τετράδια Μαρξισμού κ.α.). Ειδική μέριμνα για το ΠΡΙΝ, όπου πέρα από την πολιτικοποίηση της ίδιας της οργάνωσης, μπορεί να βοηθήσει συγκεκριμένα και στην αναβάθμιση της ευρύτερης μας πολιτικής επιρροής. Βάζουμε συγκεκριμένους στόχους πώλησης ανά χώρο. Τέλος και σαν συμπύκνωση όλων των παραπάνω η Ο.Β. οργανώνει, ελέγχει και αναλαμβάνει πολιτικές πρωτοβουλίες για την ένταξη νέων μελών στις γραμμές της, και την γενικότερη άνοδο του κύκλου επιρροής της σε όλα τα επίπεδα.
  • Τα γραφεία πόλεων και σε κεντρικό επίπεδο το Κ.Σ. της ν.Κ.Α. αναλαμβάνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα να μαζεύουν την εικόνα και τα αποτελέσματα της αυτοτελούς μας παρέμβασης, και να παίρνουν μέτρα για τον εμπλουτισμό της. Τα στελέχη της ν.Κ.Α. καλούνται να παίξουν αναβαθμισμένο ρόλο σε αυτή την προσπάθεια.
  • Για την καλύτερη απεύθυνση της ν.Κ.Α. στη νεολαία, δρομολογούμε την μετατροπή του εντύπου των Αναιρέσεων σε μια πιο εφ΄όλης της ύλης παρέμβαση για τα ζητήματα που απασχολούν τη νεολαία (πολιτική, θεωρία, τέχνες, αθλητισμός κ.α.) Η πιο «θεωρητική» εκδοχή των Αναιρέσεων έδωσε σημαντικά καύσιμα στην δουλειά της οργάνωσης το προηγούμενο διάστημα, εν τούτοις θεωρούμε ότι έχει φτάσει πλέον σε ένα τέλμα όπως δείχνουν και οι χαμηλοί δείκτες διακίνησης και ενασχόλησης της οργάνωσης. Επίσης, η παράλληλη πορεία των Αναιρέσεων ως θεωρητικού περιοδικού, με τα Τετράδια Μαρξισμού δεν είναι αποδοτική, και στερεί και από τα Τετράδια την συμμετοχή της νεολαίας. Δρομολογούμε αφενός την ενεργή συμμετοχή της ν.Κ.Α. στην συντακτική επιτροπή των Τετραδίων Μαρξισμού, καθώς και την αποφασιστική τους διακίνηση ως βασικό εξώστρεφο θεωρητικό μας υλικό, και μέσα από τις Αναιρέσεις επιδιώκουμε μια πιο νεολαιίστικη εφ΄όλης της ύλης παρέμβαση, και με διαδικτυακό τρόπο. Ιδιαίτερα σε αυτή την φάση, που η ν.Κ.Α. έχει έναν ανεπτυγμένο περίγυρο από μαθητές, φοιτητές, νέους εργαζόμενους μια τέτοιου τύπου παρέμβαση μπορεί να αποτελέσει ένα βασικό εργαλείο της τρέχουσας παρέμβασης μας, να ενισχύσει την δουλειά μας αλλά και να την ενοποιεί.
  • Με βάση την μπροσούρα για τους μαθητές βγάζουμε ένα πιο συνολικό αντίστοιχο κείμενο της ν.Κ.Α. για όλη τη νεολαία. Το κείμενο αυτά θέλουμε να αποτελέσει βοηθητικό υλικό για την αυτοτελή μας παρέμβαση αλλά και τις στρατολογήσεις μας, με συμπύκνωση της πολιτικής μας πρότασης αλλά και των βασικότερων στοιχείων της αντίληψης μας.
  • Εκδίδουμε ένα τετρασέλιδο που με συμπυκνωμένο και αιχμηρό τρόπο αποτυπώνει το: «Τι είναι και για τι παλεύει η ν.Κ.Α.» Με παρουσίαση των βασικών θεμελιακών μας θέσεων, για την επικοινωνία μας με ένα ευρύτερο δυναμικό. Το τετρασέλιδο αυτό θέλουμε να είναι η πρώτη γνωριμία ενός νέου με τη ν.Κ.Α., χωρίς φυσικά να μπορεί να υποκαταστήσει την καθημερινή ζωντανή μας αλληλεπίδραση με τον κόσμο του αγώνα, καθώς φυσικά και τα συνολικότερα ντοκουμέντα της οργάνωσης.
  • Οργανώνουμε πλατιά εξώστρεφη δουλειά παρουσίασης της πολιτικής απόφασης του 5ου συνεδρίου της ν.Κ.Α. μαζί με αφίσα με βασικό σύνθημα οργανώσου στη ν.Κ.Α., ως ανοιχτό κάλεσμα συστράτευσης στην προσπάθεια της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης.
  • Εκδίδουμε με ευθύνη του επόμενου Κ.Σ. και συζητηθούν στις Ο.Β. σε ειδική έκδοση τους κανόνες λειτουργίας της ν.Κ.Α.

 

Με ανασυγκρότηση των οργάνων και την καθοδηγητικής μας δουλειάς.

Τα καθοδηγητικά όργανα είναι οργανωτικά και πολιτικά όργανα με την πλήρη έννοια του όρου. Είναι σημαντικός κρίκος για την ύπαρξη της οργανωμένης δημοκρατίας στο ΝΑΡ και τη ν.Κ.Α. Οργανώνουν τη συζήτηση, τη δράση, την οικοδόμηση και ανάπτυξη της οργάνωσης. Με βάση την εμπειρία του απερχόμενου Κ.Σ. βάζουμε τους εξής στόχους για την αναβάθμιση των οργάνων.

Α. Την ενίσχυση του πολιτικού χαρακτήρα του καθοδηγητικού ιστού και την πολύ πιο ουσιαστική επαφή του με το σύνολο της οργάνωσης. Πρώτα και κύρια πρέπει να δώσουμε βάρος στην έννοια του γραφείου και του συντονιστή της Ο.Β. που αποτελεί την πιο κρίσιμη στελεχιακή θέση για την ουσιαστική λειτουργία και ανάπτυξη της οργάνωσης. Απαιτείται ουσιαστική μέριμνα για την προώθηση του πολιτικού και οργανωτικού σχεδιασμού και κυρίως η ουσιαστική ενασχόληση με τον κάθε σύντροφο και συντρόφισσα. Δυστυχώς, στην πράξη αυτή η θέση συχνά υποτιμάται, με μετατροπή των συντονιστών σε απλούς «ταχυδρόμους» των κεντρικών αποφάσεων. Η κατάσταση αυτή θέλουμε να αλλάξει αποφασιστικά, και με ευθύνη του επόμενου Κ.Σ. επιδιώκουμε να συστηματοποιήσουμε την εμπειρία και τα καθήκοντα με ουσιαστική βοήθεια σε κάθε νέο σύντροφο και συντρόφισσά που θα αναλαμβάνει αυτό το κρίσιμο πόστο. Προτάσσουμε τη συγκρότηση ομάδων εργασίας σε κάθε Ο.Β. με στόχο την ανάπτυξη ανάλυσης και κατεύθυνσης για τον εκάστοτε κλάδο ή περιοχή.

Β. Η ενίσχυση του ρόλου της Ο.Β. και των καθοδηγητικών οργάνων σε επίπεδο Ο.Β. και τομέων θα βοηθήσει στην υπέρβαση ενός ιδιόμορφου υπερσυγκεντρωτισμού πολλών καθηκόντων στο γραφείο του Κ.Σ. με έναν πιο ουσιαστικό καταμερισμό και άπλωμα της δουλειάς μας. Κάθε μέλος του Κ.Σ. και των οργάνων της ν.Κ.Α. πρέπει να αναλαμβάνει ουσιαστικές πολιτικές και οργανωτικές ευθύνες και να πρωταγωνιστεί σε οργανωτικό, πολιτικό και θεωρητικό επίπεδο τόσο στην εσωτερική ζωή της ν.Κ.Α. όσο και (κυρίως) στο νεολαιίστικο κίνημα. Την ανάγκη το πολιτικό κέντρο της οργάνωσης που αντικειμενικά λειτουργεί κυρίως στην Αθήνα, να επιτελέσει με έναν πιο ουσιαστικό τρόπο την ανάγκη πανελλαδικής καθοδήγησης της οργάνωσης, με σταθερή επικοινωνία, πολιτική και ιδεολογική βοήθεια, στόχους και πλάνο ανάπτυξης των δυνάμεων μας ακόμα και εκεί που δεν υπάρχουμε. Η πλευρά αυτή πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι υποχώρησε σημαντικά ειδικά στα τελευταία χρόνια του απερχόμενου Κεντρικού Συμβουλίου, με αποτέλεσμα και την σημαντική μας υποχώρηση σε κρίσιμες πόλεις.

Γ) Με πιο μάχιμη πολιτική λειτουργία των οργάνων, καλύτερα συνδεδεμένες με τις πραγματικές ανάγκες και την συζήτηση της ίδιας της οργάνωσης, και κυρίως με επικέντρωση στην ανάπτυξη ενός συνολικού πολιτικού σχεδίου για το νεολαιίστικο κίνημα.

Δ) Η ανάγκη η οργάνωση να συζητάει συλλογικά σε πανελλαδικό επίπεδο ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το 5ο συνέδριο της ν.Κ.Α. διεξάγεται σχεδόν 5 χρόνια μετά το προηγούμενο, και όσο και αν μεσολάβησαν αντικειμενικές δυσκολίες και πρωτόγνωρες καταστάσεις, αποτελεί σημαντική ευθύνη του απερχόμενου Κ.Σ. η σημαντική αυτή καθυστέρηση.

Ε) Με επιδίωξη τα όργανα να έχουν μια σταθερότητα στην σύνθεση και την συγκρότηση τους με τρόπο που ούτε θα εξαντλεί συγκεκριμένους συντρόφους αλλά ούτε θα μας αναγκάζει να ανακαλύπτουμε διαρκώς τον τροχό. Πρέπει να βάλουμε τον στόχο για τα επόμενα δύο χρόνια, να υπάρχει ένας σταθερός καθοδηγητικός πυρήνας της ν.Κ.Α. πανελλαδικά που θα προσδίδει συνέχεια και μεταφορά εμπειρίας στην δουλειά μας, και θα προετοιμάζει την επόμενη πανελλαδική διαδικασία της οργάνωσης που θέλουμε να γίνει σε δύο χρόνια, με ουσιαστική μέριμνα για ανανέωση των οργάνων με ανάδειξη σε στελεχιακές θέσεις νέων εργατικής καταγωγής, γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ+.

 

Η καλύτερη σύνδεση της δουλειάς ΝΑΡν.Κ.Α.

Μια από τις μεγαλύτερες αντιφάσεις της 30χρονης πορείας του ρεύματος μας είναι η στρεβλή σχέση ΝΑΡ-ν.Κ.Α. Στην πράξη, πολλές φορές το ΝΑΡ και η ν.Κ.Α. αποτελούν δύο παράλληλες οργανώσεις, που συχνά δρουν διακριτά ακόμα και στον ίδιο κλάδο ή πόλη. Η κατάσταση αυτή πρώτα και κύρια «γερνάει» και τη ν.Κ.Α. αλλά και το ΝΑΡ, και από την άλλη αυτό το οργανωτικό μοντέλο «φτωχαίνει» πολιτικά και το ΝΑΡ και τη ν.Κ.Α. Χρειάζεται να αλλάξουμε αποφασιστικά, προκειμένου και να βοηθήσουμε την ουσιαστική ανανέωση του ΝΑΡ αλλά και στην πιο πλούσια ενασχόληση της ν.Κ.Α. με τις μικρότερες ηλικίες και κυρίως την εργατική νεολαία. Θέλουμε την καλύτερη σύνδεση των δυνάμεων μας στην γειτονιά, στην εργασία παντού. Με μεταφορά της εμπειρίας και των γνώσεων από τους μεγαλύτερους συντρόφους, αλλά και την όρεξη την ζωντάνια και την δημιουργικότητα από τους μικρότερους.  Με αυτή την έννοια, προωθούμε:

  • Την δυνατότητα διπλής ένταξης στο ΝΑΡ και τη ν.Κ.Α. Το μέλος της ν.Κ.Α. δεν είναι αυτόματα μέλος του ΝΑΡ, αλλά στο ΝΑΡ εντάσσονται εκείνα τα μέλη της ν.Κ.Α. που θέλουν και μπορούν, με βάση τα κριτήρια και τις διαδικασίες του ΝΑΡ. Τα μέλη αυτά εντάσσονται και συμμετέχουν κανονικά στις οργανώσεις, στις διαδικασίες και τα συνέδρια του ΝΑΡ, δεσμεύονται από αυτές με βάση την οργανωτική αρχή της «δημοκρατικής ενότητας δράσης», και είναι χρεωμένα στη ν.Κ.Α συμμετέχοντας στις διαδικασίες και την δράση της. Αυτή η αλλαγή μπορεί να επιδράσει στο να αποκτήσουν τα μέλη της ν.Κ.Α. πλήρη και σφαιρική αντίληψη για την πολιτική διαπάλη, αλλά και να εκπροσωπούν στο χώρο τους το συνολικό πολιτικό μας ρεύμα. Αυτή η οργανωτική αλλαγή που υιοθετεί η ν.Κ.Α., θα πρέπει να τεθεί και στο επερχόμενο συνέδριο του ΝΑΡ (Καλοκαίρι του ’22) προς έγκριση, και μέχρι τότε προχωράμε ως έχει. Τα μέλη της ν.Κ.Α. συμμετέχουν στις κεντρικές διαδικασίες του ΝΑΡ με το μισό μέτρο σε σχέση με το ΝΑΡ, είτε ισότιμα σε περίπτωση κοινών σωμάτων ΝΑΡ-ν.Κ.Α.
  • Διαμορφώνουμε έναν οργανωτικό σχεδιασμό σε πανελλαδικό επίπεδο για το έγκαιρο πέρασμα των μελών της ν.Κ.Α. στο ΝΑΡ. Τα μέλη της ν.Κ.Α. που έχουν περάσει τα 29 έτη, και δεν έχουν χρεωθεί από το Κ.Σ. ή άλλο όργανο της ν.Κ.Α. σε κάποια συγκεκριμένη οργανωτική δουλειά στη νεολαία περνάνε στο ΝΑΡ.Η δουλειά αυτή πρέπει να οργανωθεί με ευθύνη του επερχόμενου Κ.Σ. και ιδιαίτερα του γραφείου της ΟΝΕ της Αθήνας. Το πέρασμα μπορεί να γίνεται και πιο νωρίς από το παραπάνω ηλικιακό όριο, σε περίπτωση όπου ο/η σύντροφος/σα ασχολούνται καιρό με κάποιο συγκεκριμένο τομέα δουλειάς και κρίνεται ότι μπορούν να βοηθήσουν από τις γραμμές του ΝΑΡ. Ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να έχουμε για τις περιπτώσεις συντρόφων που αλλάζουν πόλεις ή φεύγουν στο εξωτερικό όπου εκεί συνήθως εμφανίζονται προβλήματα. Με ευθύνη των τωρινών μελών της ν.Κ.Α. που είναι και μέλη της Π.Ε., οργανώνουμε την υποδοχή των μελών της ν.Κ.Α. που θα περάσουν στο ΝΑΡ.
  • Προωθούμε τις κοινές επιτροπές του Κ.Σ. με την Π.Ε. με στόχο πιο σφαιρικές και συνολικές επεξεργασίες για την ενίσχυση της παρέμβασης τόσο της νΚΑ όσο και του ΝΑΡ. Οι βασικές επιτροπές επιδιώκουμε να είναι κοινές επιτροπές ΝΑΡ – ν.Κ.Α στις οποίες τα μέλη της ν.Κ.Α. συμμετέχουν ισότιμα, και σε τομείς ιδιαίτερου νεολαιίστικου βάρους θα υπάρχουν ξεχωριστές επιτροπές του Κ.Σ. (π.χ. Αναιρέσεις, μαθητική επιτροπή ή επιτροπή ΑΕΙ-ΤΕΙ).
  • Αναδιαμορφώνουμε την λογική της συγκρότησης των O.B. της Ο.Ν.Ε. Διαμορφώνουμε κατά βάση O.B. της ν.Κ.Α. στις γειτονιές με κύριο μέλημα την παρέμβαση στην μαθητιώσα νεολαία, στις δομές της τεχνικής εκπαίδευσης, στην εργατική νεολαία της γειτονιάς και ευρύτερα στην πόλη, ενώ δύναται να συγκροτηθούν εργατοπαραγωγικές Ο.Β. όπου απαιτείται εξειδικευμένη παρέμβαση στη νεολαία. Σε σχέση με τις εργατικές O.B. της ν.Κ.Α. προωθούμε την συγκρότηση τους στο ΝΑΡ ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες όπου δεν υπάρχει αντίστοιχη συγκροτημένη O.B. του ΝΑΡ στον κλάδο. Με τον τρόπο αυτό θέλουμε να ενιαιοποιήσουμε την εργατική μας δουλειά, που πρώτα και κύρια πρέπει να μας απασχολεί από την σκοπιά συνολικά της τάξης και όχι τόσο των ιδιαιτεροτήτων της νεολαίας, αλλά και να προσανατολίσουμε καλύτερα την εργατική δουλειά της ν.Κ.Α. στις μικρότερες ηλικίες. Με δεδομένο το τωρινό μας οργανωτικό μοντέλο, η αλλαγή αυτή δεν μπορεί να γίνει μονομιάς, αλλά να περάσει από κάποιους σημαντικούς σταθμούς, όπως την συγκρότηση της ν.Κ.Α. στην Αθήνα σε ενιαία οργάνωση (που είναι και ο μεγάλος όγκος των δυνάμεων μας) και όχι σε παράλληλες οργανώσεις όπως είναι τώρα (ΟΝΕ, Σπουδάζουσα, μαθητές) και κυρίως την συμβολή της ν.Κ.Α. στη νέα ανώτερη οργάνωση που θέλουμε να οικοδομήσουμε από κοινού με το ΝΑΡ.

 

Το 5ο Συνέδριο της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση
Αθήνα, 19 Δεκεμβρίου 2021