Άλεξ Μ., Άρης Γ., Κορ Ν.: “Μια συμβολή στη συζήτηση για τη συμπερίληψη, το φύλο και τη διαθεματικότητα”

Άλεξ Μ., Άρης Γ., Κορ Ν.: “Μια συμβολή στη συζήτηση για τη συμπερίληψη, το φύλο και τη διαθεματικότητα”

“Αρχικά είναι ΤΟ προλεταριάτο…”

Μια συμβολή στη συζήτηση για τη συμπερίληψη, το φύλο και τη διαθεματικότητα

των Άλεξ Μ., Οργάνωση Σπουδάζουσας ΠΑΔΑ – Άρης Γ., Οργάνωση Σπουδάζουσας ΕΜΠ2 – Κορ Ν., Οργάνωση Σπουδάζουσας ΕΜΠ2

Η αποδόμηση της ταυτότητας δεν ισοδυναμεί με αποδόμηση της πολιτικής· αντίθετα, εγκαθιδρύει ως πολιτικούς τους ίδιους τους όρους μέσω των οποίων αρθρώνεται η ταυτότητα.”

Judith Butler

Ξεκινώντας ένα κείμενο για το έμφυλο ζήτημα, κανείς θα περίμενε ότι θα γινόταν μια αναδρομή σε συζητήσεις, διαφωνίες και ελλείμματα. Η αλήθεια όμως είναι ότι ως σχετικά νέα μέλη της οργάνωσης, η γνώση μας πάνω σε αυτά είναι μερική και μεταφερόμενη από μεγαλύτερα συντρόφια. Θεωρήσαμε παρόλα αυτά ότι είναι αναγκαίο ένα wake up call, μιας που στον χρόνο που είμαστε μέλη, έχουμε έρθει αντιμέτωπα με ανεπάρκειες τόσο θεωρητικές/πολιτικές σε επίπεδο ανάλυσης, όσο και σε επίπεδο πολιτικής πρακτικής και δράσης.

Πριν διατυπωθούν κριτικές, διαφωνίες και πριν αναδειχθούν οι ελλείψεις μας, θα γίνει προσπάθεια διατύπωσης πολιτικών θέσεων και ανάλυσης πάνω σε κομβικά ζητήματα γραμμής που αφορούν το έμφυλο ζήτημα.

  1. Η έννοια του φύλου.

Σε αυτή τη συζήτηση πρέπει να ξεκινήσουμε από τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα συλλαμβάνουν το φύλο τους.

Βιολογικό φύλο: Αποδίδεται κατά τη γέννηση και αναφέρεται σε ένα σύνολο βιολογικών χαρακτηριστικών (όπως είναι τα χρωμοσώματα, οι επικρατούσες ορμόνες, τα αναπαραγωγικά όργανα και τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά φύλου), σύμφωνα με τα οποία ένα άτομο προσδιορίζεται ως αρσενικό ή θηλυκό.

Κοινωνικό φύλογένος, στα ελληνικά — στα αγγλικά gender): Οι κοινωνικά καθορισμένοι ρόλοι, συμπεριφορές, νόρμες και χαρακτηριστικά που η εκάστοτε κοινωνία, αποδίδει ως «τυπικά» της γυναίκας και του άνδρα (έχοντας ως βάση το μοντέλο της δυαδικότητας του φύλου).

Ταυτότητα φύλου: Ο τρόπος με τον οποίο το κάθε άτομο συλλαμβάνει το φύλο του. Τα άτομα αναπτύσσουν την ταυτότητα φύλου με δύο βασικούς άξονες: Μέσα από μια έμφυτη αίσθηση της δικής τους ταυτότητας και μέσω των εμπειριών της ζωής και των αλληλεπιδράσεων τους με τα υπόλοιπα άτομα της κοινωνίας.

Ανεξαρτήτως του φύλου που αποδίδεται κατά την γέννηση, τα άτομα μεγαλώνοντας διαμορφώνουν μια ταυτότητα που μπορεί να διαφέρει από αυτά τα στοιχεία που με εξαιρέσεις θεωρούνται “de facto”. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μια ταυτότητα φύλου, του άνδρα ή της γυναίκας (ή αγόρι ή κορίτσι), αλλά για μερικά άτομα αυτή δεν ταιριαζει σε αυτή που εχει αποδοθει εκ γενετής και για καποια ατομα δεν ταιριαζει σε μια από τις δύο υπαρχουσες επιλογες. Η ταυτότητα φύλου είναι ο πυρήνας στον οποίο προσδιορίζεται η εικόνα που έχουν οι άνθρωποι για το ποιοί είναι.

Διεμφυλικό/τρανς (απόδοση του αγγλικού transgender): Ονομάζεται ένα άτομο του οποίου το κοινωνικό φύλο διαφοροποιείται από το βιολογικό φύλο. Ο όρος διεμφυλικός/ή/ό περιλαμβάνει, δηλαδή, όλες τις ταυτότητες φύλου που διαφέρουν απ’ το καταγεγραμμένο βιολογικό φύλο.

//Το φύλο είναι φάσμα

Ο έμφυλος δυϊσμός, η αντίληψη δηλαδή ότι οι άντρες και οι γυναίκες μπορούν να προσδιοριστούν ετεροκαθοριστικά στη βάση μιας αντικειμενικής παρατήρησης του σώματος, είναι ένα κοινωνικό κατασκεύασμα. Δε θα μπορούσαν άλλωστε δύο άτομα να αυτοπροσδιορίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, είτε αυτό αφορά την έκφραση φύλου1 τους είτε αυτό αφορά την ενσώματη αίσθηση του κάθε ατόμου. Υπάρχουν κυρίαρχες (με την έννοια των συνηθέστερων) εκφράσεις φύλου, οι οποίες, όπως είναι σαφές, δημιουργούνται από τη μαζική κουλτούρα, τις κυρίαρχες αντιλήψεις και τα έμφυλα-πατριαρχικά πρότυπα.

Στο κείμενο αυτό, το μη δυαδικό αναφέρεται σε «ό,τι δεν είναι ούτε θηλυκό ούτε αρσενικό» ή «το εξαιρούμενο από το δυαδικό διαχωρισμό θηλυκό/αρσενικό».

Στο δυτικό κόσμο, το φύλο γίνεται αντιληπτό ως αποκλειστικά δυαδικό και αποτελεί κυρίαρχη κατηγορία ιεράρχησης και ταξινόμησης των υποκειμένων που διαπερνά όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής δράσης και πρακτικής. Το πρώτο πράγμα που μας λένε πριν γεννηθεί ένα παιδί, είναι αν είναι αγόρι ή κορίτσι, και ο προσδιορισμός του δυαδικού φύλου πρέπει να αναγράφεται στο πιστοποιητικό γέννησης. Ας αρχίσουμε, όμως, από την πολλή αρχή: Το αφήγημα περί δυαδικότητας του φύλου καταρρίπτεται τόσο ιστορικά όσο και επιστημονικά.

Έχει αξία να αναφερθούμε σε ιστορικές κοινότητες που χαρακτηρίζονταν από την άρνησή τους να προσδιορίσουν το φύλο δυαδικά. Παρόλο που στις δυτικές κοινωνίες η αναγνώριση των φύλων εκτός του αρσενικού και του θηλυκού είναι μια σχετικά πρόσφατη συζήτηση, τα άτομα με μη δυαδική έκφραση φύλου έχουν παίξει σημαντικό ρόλο ακόμη και σε προ καπιταλιστικές κοινωνίες. Από το Hijra στην Νότια Ασία του 400π.Χ. μέχρι το Fa’afafine στη Πολυνησία του 18ου αιώνα, υπήρχαν πάντα άτομα τα οποία δεν συλλάμβαναν το φύλο τους ως δυαδικό. Αυτή η mini ιστορική αναδρομή δεν παίζει τον ρόλο της διδαχής, αλλά απαντά μερικώς σε μια κοινώς διαδεδομένη άποψη στην σημερινή κοινωνία, ότι είναι μόδα και μια ¨φάση της εποχής¨ ο αυτοπροσδιορισμός του φύλου έξω από τα στενά δυαδικά όρια.

Ακόμα και από την επιστήμη της βιολογίας έχει καταρριφθεί η αντίληψη ότι το φύλο είναι αποκλειστικά δυαδικό. Μέχρι και 1.7% του γενικού πληθυσμού γεννιούνται με έναν συνδυασμό χαρακτηριστικών (χρωμοσωμικών, γενετικών ή ορμονικών) που δεν εμπίπτουν στο δυαδικό διαχωρισμό θηλυκού/αρσενικού. Τα άτομα αυτά αναφέρονται συνήθως ως ίντερσεξ και παρά την ύπαρξη τους, ένα δυαδικό μοντέλο του φύλου ως αναμφισβήτητα αρσενικό ή θηλυκό παραμένει σχεδόν καθολικό αξίωμα. Τα στοιχεία για τα ίντερσεξ άτομα, σε μεγάλο βαθμό, αποκρύπτονται από τη δημόσια συζήτηση, κλείνονται πίσω από τις πόρτες του νοσοκομείου ή αντιμετωπίζονται ως οικογενειακά μυστικά.

//Ο βιολογισμός είναι συντηρητικός

Μπορεί η βιολογία να οδεύει προς μια πιο συγκροτημένη άποψη για την ταυτότητα φύλου, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και (αν και περιθωριακά) πολλά ρεύματα του κινήματος, καταλήγουν σε μια αντίληψη, με ιδεολογικό πυρήνα τον βιολογισμό. Ο βιολογισμός προβάλλει τις βιολογικές διαφορές ανδρών και γυναικών ως απόλυτα καθοριστικές για τη θέση του ατόμου στην κοινωνία, αποκλείοντας τις κοινωνικές και ιστορικές δυναμικές που διαμορφώνουν το φύλο και τις ταυτότητες. Αρνούμενος την κοινωνική κατασκευή του φύλου, παρουσιάζει το υπάρχον σύστημα έμφυλων ρόλων ως «φυσικό» και αναπόφευκτο, ενισχύοντας εντέλει τη νομιμοποίηση των υφιστάμενων έμφυλων διακρίσεων. Ο βιολογισμός, επομένως, ανάγει ως βάση της έμφυλης διάκρισης τις βιολογικές διαφορές, αρνείται τη σημασία του αυτοπροσδιορισμού, αρνείται την ίδια την ύπαρξη της καταπίεσης που δέχονται τα τρανς άτομα στην πατριαρχία και τελικά έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον φεμινισμό ως κίνημα.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα με το οποίο ίσως είμαστε πιο εξοικειωμένα είναι το πως αντιλαμβάνεται το ΚΚΕ το κοινωνικό φύλο, ως καπιταλιστικό κατασκεύασμα, ζήτημα αμελητέο, που στον κομμουνισμό δε θα υπάρχει.

//Τα τρανς άτομα υφίστανται καταπίεση

Θα μπορούσε αυτή η υπό-ενότητα να περιλαμβάνει ως τεκμήρια για τους άπιστους, στατιστικά, δυστυχώς όμως τα τρανς άτομα στις περισσότερες χώρες δεν αναγνωρίζονται από τους επίσημους κρατικούς φορείς ή σε άλλες περιπτώσεις δεν είναι δυνατό για αυτά να εκφραστούν ανοιχτά και έτσι δεν καταγράφονται. Τα ποσοστά λοιπόν σε αυτή την περίπτωση δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να συλλάβουμε το μέγεθος αυτού του φαινομένου, την έκτασή και έντασή του. Ωστόσο, οι αμέτρητες μαρτυρίες δυαδικών και μη-δυαδικών τρανς ατόμων, κυρίως στα κοινωνικά δίκτυα, μας δίνει μια σχετική εικόνα της καταπίεσης που βιώνουν· από την περσινή επίθεση περισσότερων από 100 ατόμων σε μη δυαδικό άτομο στην Θεσσαλονίκη μέχρι την Άννα, την τρανς μετανάστρια που βρέθηκε δολοφονημένη στο διαμέρισμά της στον Άγιο Παντελεήμονα. Ας τα πάρουμε όμως ένα ένα.

Τα τρανς άτομα αντιμετωπίζουν διακρίσεις, μισαλλοδοξία και απερίφραστη βία. Τα βασικά τους ανθρώπινα δικαιώματα καταστρατηγούνται, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στη ζωή, του δικαιώματος στην φυσική τους ακεραιότητα και αξιοπρέπεια, του δικαιώματος στην υγεία.

Οι πρώτες διακρίσεις που αντιμετωπίζουν, συνήθως, προέρχονται από το οικογενειακό τους περιβάλλον και ενδέχεται να εκδηλώνονται με τη μορφή της αδιαφορίας, της ανοιχτής εχθρότητας ή και της σωματικής βίας. Πολλές φορές θα εξαναγκαστούν στην απομόνωση, χωρίς καμία οικονομική βοήθεια από τις οικογένειες τους είτε γιατί έχουν έρθει σε οριστική ρήξη με αυτές είτε γιατί ακριβώς από αυτές προσπαθούν να ξεφύγουν. Αργότερα, στο σχολικό τους περιβάλλον, θα αντιμετωπίσουν διακρίσεις, εκφοβισμό / παρενόχληση, ή και απειλές κατά της ζωής τους, λόγω της ¨εξωτερίκευσης¨ του πραγματικού έμφυλου εαυτού τους ο οποίος δεν συνάδει με τις κοινωνικές νόρμες.

Για να μπορέσει ένα τρανς άτομο να προχωρήσει σε φυλομετάβαση2, εφόσον αυτό το επιθυμεί, θα πρέπει να μπει σε μια μακρόχρονη και οικονομικά κοστοβόρα ιατρική και νομική διαδικασία. Η ορμονοθεραπεία, αν και απαραίτητη για την επιβίωση πολλών εξ αυτών, δεν παρέχεται δωρεάν ακόμη και για τα ασφαλισμένα άτομα και για τις οποιεσδήποτε χειρουργικές επεμβάσεις δεν υπάρχει καμία απολύτως κάλυψη, αφού αυτές θεωρούνται κοσμετικές. Η νομική διαδικασία, για τα δυαδικά τρανς άτομα, αφού τα μη δυαδικά δεν αναγνωρίζονται από το ελληνικό κράτος, εκτός από το οικονομικό κόστος, προϋποθέτει την ύπαρξη και τη δυνατότητα πρόσβασης σε νομικά έγγραφα, που σε περιπτώσεις όπου το άτομο είναι μετανάστης/ρια ή έχει έρθει σε συνολική ρήξη με την οικογένειά του, αυτό είναι αδύνατο.

Η μη αναγνώριση των μη δυαδικών ατόμων και η μη διεξαγωγή αυτής της νομικής διαδικασίας για τα δυαδικά τρανς άτομα, έχει ως συνέπεια την ασυμφωνία των νομιμοποιητικών εγγράφων αυτών των ατόμων με την ταυτότητά τους, όπως αυτή απεικονίζεται στην εξωτερική τους εμφάνιση και οδηγεί πολύ συχνά στη μη πρόσληψη και τελικά τον αποκλεισμό τους από την εργασία. Παράλληλα, τα εργαζόμενα, τις περισσότερες φορές θα έρθουν αντιμέτωπα με αρνητικά σχόλια συναδέλφων, τρανσφοφοβικά αστεία και λεκτικές προσβολές, καθιστώντας δύσκολο να διατηρήσουν την οποιαδήποτε δουλειά. Προκειμένου, λοιπόν, να αποφύγουν την οποιαδήποτε διάκριση, πολλές φορές τα τρανς άτομα θα επιλέξουν το δρόμο της μαύρης εργασίας ή και της σεξεργασίας, και θα βρεθούν ανασφάλιστα, χωρίς πρόσβαση στο χώρο της υγείας. Ακόμη, όμως, και με δημόσια ασφάλιση θα αντιμετωπίσουν εμπόδια στη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, αφού η τρανσφοβία είναι διασκορπισμένη στους περισσότερους επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου του Ελληνικού Εθνικού Συστήματος Υγείας. Η προσβλητική γλώσσα, τα ακατάλληλα αστεία, οι αδιάκριτες ερωτήσεις και η άρνηση παροχής υγειονομικής περίθαλψης από γιατρούς και ιατρικό προσωπικό είναι πολύ συχνές, σε συνδυασμό με την έλλειψη ιατρικής γνώσης για τις ανάγκες υγείας των τρανς ασθενών, (ειδικά από τη στιγμή που αυτά έχουν προβεί σε φυλλομετάβαση), εντείνουν τον φόβο των διακρίσεων, του στιγματισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού στα άτομα αυτά και συχνά τα οδηγούν στην εξ ολοκλήρου αποφυγή ιατρικών επισκέψεων και εξετάσεων.

Αμελητέα δεν είναι και η συζήτηση για την ψυχική υγεία των τρανς ατόμων. Τα στατιστικά από σχετικές έρευνες είναι στενάχωρα, με πιο τρανταχτό την έρευνα του National Transgender Discrimination Survey (NTDS) της Αμερικής το 2016, στην οποία το 41% των 6.450 ερωτηθέντων απάντησαν πώς έχουν κάνει τουλάχιστον μια απόπειρα κατά της ζωής τους. Αυτό είναι ένα γεγονός το οποίο δεν μας εκπλήσει, αφού πολλές φορές τα τρανς άτομα αναγκάζονται να μένουν στον δρόμο, αφού αυτός είναι συχνά πιο ασφαλείς από τα ίδια τους τα σπίτια, δεν μπορούν να διατηρήσουν κάποια σταθερή εργασία, δεν έχουν πρόσβαση στην απαραίτητη για αυτά ιατρική περίθαλψη ενώ παράλληλα δέχονται καθημερινές επιθέσεις και διακρίσεις από την κοινωνία συνολικά.

Ιδιαίτερα επισφαλής είναι η συνθήκη για τα τρανς άτομα που είναι και προσφύγ(ισσ)ες/α. Παρότι συχνά προέρχονται από χώρες όπου η τρανς ταυτότητα θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή τους, αυτό από μόνο του σπάνια αναγνωρίζεται ως επαρκής λόγος χορήγησης ασύλου. Αντιθέτως, καλούνται να αποδείξουν επιπλέον αιτιολόγηση για την αποδοχή της αίτησης. Μέχρι να ολοκληρωθεί αυτή η μακρόχρονη νομική διαδικασία, αναγκάζονται να διαμένουν σε δομές ασύλου, οι οποίες είναι διαποτισμένες από τρανσφοβικές αντιλήψεις, γεγονός που καθιστά επικίνδυνη την ίδια τους την παρουσία εκεί. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις τρανς προσφύγ(ισσ)ων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις δομές αυτές, για να προστατεύσουν τη σωματική τους ακεραιότητα, χωρίς καν να μπουν στη διαδικασία νομιμοποίησης της παραμονής τους. Η απουσία χαρτιών καθιστά σχεδόν αδύνατη την εύρεση αξιοπρεπούς εργασίας και τα σπρώχνει αναγκαστικά σε μαύρη εργασία, ενώ οι δύσκολες υλικές τους συνθήκες θέτουν την έκφραση του πραγματικού έμφυλου εαυτού τους σε δεύτερη μοίρα. Όσο για τη φυλομετάβαση, δίχως πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας, η μοναδική επιλογή τους είναι μέσω των ΜΚΟ – μια πραγματικότητα που αναδεικνύει το πώς αυτές γεμίζουν τα κενά ενός αστικού κράτους που αδυνατεί ή αρνείται να καλύψει τις ανάγκες των πιο καταπιεσμένων.

Βλέπουμε δηλαδή, ότι το αν και το κατά πόσο τα τρανς άτομα θα μπορέσουν να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την τάξη στην οποία ανήκουν. Άν έχουν τα χρήματα και τον χρόνο να πηγαίνουν για μήνες (ή και χρόνια) στους απαραίτητους γιατρούς, αν έχουν τα χρήματα να πληρώσουν για τις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις, τις ορμόνες και τα χειρουργεία, αν έχουν τα χρήματα και τα απαραίτητα νομικά έγγραφα για να προβούν στην διαδικασία αλλαγής της αστυνομικής τους ταυτότητας και των λοιπών νομικών τους εγγράφων, το αν το να χάσουν την δουλειά τους λόγω της ταυτότητάς τους, τα οδηγήσει στον δρόμο.

  1. H διαθεματικότητα δεν είναι εμπόδιο στον ταξικό αγώνα, αλλά εργαλείο ενίσχυσής του

Για να μπορέσει κάποιο να μιλήσει για τη συγκρότηση οποιουδήποτε κινήματος, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η κατανόηση της ταυτότητας που συγκροτεί το υποκείμενο. Το υποκείμενο δεν είναι ενιαίο ούτε στατικό· συγκροτείται μέσα από πολλαπλές, αλληλοεπικαλυπτόμενες ταυτότητες, οι οποίες δεν παράγονται μόνο από την ταξική θέση αλλά και από έμφυλους, φυλετικούς, σεξουαλικούς και άλλους άξονες κοινωνικής διαφοροποίησης και καταπίεσης. Η αντίθεση κεφάλαιο–εργασία δεν μπορεί να καλύψει το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων και την πολυπλοκότητα των καταπιέσεων που βιώνουν τα υποκείμενα. Αυτός είναι και ο λόγος που ιστορικά, διάφορα προοδευτικά κινήματα συγκρότησαν ταυτότητες πέρα από την εργατική· φεμινιστικά, ΛΟΑΤΚΙ+, αντιρατσιστικά, αντιιμπεριαλιστικά κινήματα συγκροτήθηκαν, αναδεικνύοντας πλευρές της καταπίεσης που η παραδοσιακή ταξική ανάλυση συχνά αγνοούσε ή περιθωριοποιούσε. Τέτοια κινήματα, προφανώς θα ευνοούν τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα της αστικής τάξης, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι βρισκόμαστε σε κοινό αγώνα μαζί τους. Η ταξική θέση είναι κομβικής σημασίας και αναφερόμαστε σε μια πάλη της οποίας το υποκείμενο είναι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Πολλές φορές, η συγκρότηση ταυτοτήτων με βάση ιδιαίτερες μορφές καταπίεσης – όπως αυτή που βιώνουν τα τρανς άτομα – απορρίπτεται με τη δικαιολογία ότι απειλεί την συγκρότηση της ενιαίας ταξικής ταυτότητας. Εγείρεται ένας φόβος μονοθεματικότητας, αποσπασματικότητας των αγώνων και μετατόπισης της πολιτικής πάλης από την συγκροτητική αντίθεση κεφάλαιο-εργασία σε επιμέρους διεκδικήσεις ταυτοτήτων. Ωστόσο, αυτή η οπτική συχνά παραγνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο κάθε μαζικό κίνημα, από το εργατικό μέχρι το φεμινιστικό, συγκροτείται πάντοτε με όρους ταυτότητας. Η ταυτότητα του “εργάτη”, του “μισθωτού”, της “γυναίκας”, του “μετανάστη”, του “μαύρου”, δεν είναι προ-πολιτικές ή φυσικές κατηγορίες· είναι το αποτέλεσμα ενός πολιτικού αγώνα για αναγνώριση και συλλογική δράση. Το ίδιο το εργατικό κίνημα δεν θα μπορούσε να συγκροτηθεί αν δεν υπήρχε η παραγωγή της εργατικής ταυτότητας ως υποκειμένου αντίστασης. Η διαφορά δεν είναι ανάμεσα σε ταξική πολιτική και πολιτική ταυτοτήτων. Η διαφορά είναι ποια ταυτότητα συγκροτείται, από ποιον, με ποιους όρους και προς ποιον ορίζοντα. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η απόρριψη της διαθεματικότητας, αρνείται την ίδια την ύπαρξη της ιδιαίτερης καταπίεσης, προέρχεται συνήθως από άτομα που δεν την βιώνουν και σε τελική ανάλυση συγκαλύπτει την υπεράσπιση μιας θέσης κυριαρχίας – για παράδειγμα, της ετεροκανονικότητας. Έτσι, η επιλεκτική αναγνώριση των καταπιέσεων γίνεται εργαλείο αποκλεισμού, ακόμα και εντός των ίδιων των κινημάτων.

Η διαθεματικότητα αποτελεί μια απόπειρα συνάρθρωσης πολλαπλών και επικαλυπτόμενων μορφών καταπίεσης και εκμετάλλευσης που συνυπάρχουν με διαφορετικό τρόπο για κάθε άτομο και συντίθενται σε μια μοναδική εμπειρία. Ως εκ τούτου, τα μαύρα μη δυαδικά άτομα δεν είναι απλώς «διπλά καταπιεσμένα» –δηλαδή η καταπίεση που βιώνουν, δεν αφορά δύο ξεχωριστές εμπειρίες που απλά προστίθενται η μία στην άλλη. Δεν βιώνουν το ρατσισμό με τον ίδιο τρόπο που τον βιώνουν οι μαύροι άντρες και παράλληλα τη τρανσφοβία με τον ίδιο τρόπο που την βιώνουν τα λευκά μη δυαδικά άτομα. Αντίθετα, ο ρατσισμός επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο τα μαύρα μη δυαδικά άτομα καταπιέζονται τόσο ως μη δυαδικά, όσο και ως μαύρα άτομα. Οι μορφές καταπίεσης συνδιαμορφώνουν και επηρεάζουν η μία την άλλη, δημιουργώντας μοναδικές εμπειρίες που απαιτούν μια ανάλογα σύνθετη πολιτική απάντηση.

Η διαθεματικότητα, λοιπόν, δεν είναι ένα μεταμοντέρνο ιδεολόγημα ή ένας πολλαπλασιασμός «εαυτών». Αντίθετα, είναι μια πολιτική αναγνώριση ότι οι σχέσεις εξουσίας – ταξικές, έμφυλες, φυλετικές, σεξουαλικές – δεν δρουν απομονωμένα αλλά διαπλέκονται σε συγκεκριμένα υλικά σώματα και συνθήκες ζωής. Η αγνόηση αυτών των διασταυρώσεων δεν οδηγεί σε ταξική καθαρότητα, αλλά σε ορατές και υλικές εξαιρέσεις εντός των ίδιων των κινημάτων.

Η αντίληψη ότι οι διεκδικήσεις τους αποδυναμώνουν τον ταξικό αγώνα είναι όχι μόνο πολιτικά αβάσιμη αλλά και ιστορικά εσφαλμένη. Αντίθετα, η αποτυχία πολλών κινημάτων να ενσωματώσουν αυτές τις εμπειρίες, να τις συναρθρώσουν με τα δικά τους αιτήματα, είναι ένας από τους βασικούς λόγους για την αποδυνάμωσή τους. Όταν το κίνημα για την ψήφο των γυναικών αγνόησε τις μαύρες γυναίκες για να μη δυσαρεστήσει τις λευκές του Νότου, κατέληξε να χάσει και τα δύο.

Αν δεχόμαστε, ότι η συνείδηση του υποκειμένου διαμορφώνεται από τις διαφορετικές πολλαπλές καταπιέσεις και την ταξική εκμετάλλευση, που στην σύγχρονη πραγματικότητα αλληλοδιαπλέκονται, τότε μπορούμε να καταλήξουμε στην εξής διατύπωση: Η συζήτηση για το επαναστατικό υποκείμενο περιλαμβάνει αναγκαστικά τη συζήτηση για τις πολλαπλές καταπιέσεις και ο μόνος τρόπος να μπορέσει αυτό το υποκείμενο να αρθρώσει λόγο και πράξη για το σύνολο των καταπιέσεων που δέχεται είναι με ένα συμπεριληπτικό, ταξικό, διαθεματικό, αντικαπιταλιστικό, αντιφασιστικό κίνημα, που δεν στέκεται δίπλα αλλά εντός του εργατικού κινήματος ως οργανικό του τμήμα. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οδηγούμαστε σε μονοθεματικότητα ή απλή παράθεση των επιμέρους κινημάτων.

Στην πράξη, πολλές φορές, καταλήγουμε με αφορμή τη συγκυρία ή το επίδικο της περιόδου να ιεραρχούμε τις καταπιέσεις , αντί να παλεύουμε συνολικά και μαζί ενάντια σε όλες τους. Το έμφυλο ζήτημα καταλήγει να ανοίγεται εντός οργάνωσης απομονωμένα, και συχνά περιορίζεται σε μία ξεχωριστή παράγραφο στα κείμενα θέσεων, αποκομμένο από τη συνολική πολιτική ανάλυση – λες και πρόκειται για δευτερεύουσα ή «ειδική» θεματολογία. Το ζήτημα αυτό αναδεικνύεται ιδιαίτερα έντονα στο φοιτητικό, όπου η καθημερινότητα γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων στις σχολές εμπεριέχει συγκεκριμένες μορφές καταπίεσης που δεν αναγνωρίζονται ούτε περιγράφονται επαρκώς σε κείμενα των συνδικαλιστικών σχημάτων που συμμετέχουμε. Όταν αυτές οι εμπειρίες αγνοούνται, τότε το κίνημα χάνει τη δυνατότητα να τις μετασχηματίσει σε πολιτικό λόγο και πράξη. Επομένως, η διαθεματικότητα πρέπει να ειδωθεί ως εργαλείο σύνδεσης του εργατικού με το φεμινιστικό και το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα: οργανική σύνδεση και όχι απλή συγκόλληση.

Ένα σύγχρονο κομμουνιστικό κίνημα, εάν θέλει να είναι πραγματικά απελευθερωτικό, οφείλει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη του το πώς συγκροτείται το υποκείμενο στο σήμερα. Πρέπει να αναπτύξει μια θεωρία και πρακτική που θα ενσωματώνει όχι μόνο την ταξική αλλά και την έμφυλη, φυλετική, σεξουαλική κλπ. διάσταση της καταπίεσης. Μόνο έτσι μπορεί να αρθρωθεί μια απελευθερωτική θεωρία που θα περιγράφει το υποκείμενο στο σύνολό του – και όχι μόνο ένα μέρος του.

  1. Επίλογος

Ως νΚΑ, ήρθαμε αντιμέτωπα με μία ηχηρή πραγματικότητα, ότι πρέπει να πολιτικοποιήσουμε και να πολιτικοποιηθούμε, στο πλαίσιο μιας κοινωνικής συγκυρίας, οπου το έμφυλο είναι ένα φλέγον ζήτημα της κοινωνίας. Καλεστήκαμε, λοιπόν, σε μια περιοδο που η τρανς εμπειρια έρχεται πιο έντονα στο προσκηνιο, να τοποθετηθούμε πολιτικα επί αυτού, και να αρθρώσουμε συλλογικά μια πολιτική γραμμή. Είναι εμφανές ωστόσο, ότι αντιμετωπίζουμε με φοβικότητα τη συζήτηση γύρω από τα τρανς άτομα, είτε μέσα από την αμηχανία, είτε μέσα από την διαρκή αναβολή της συζήτησης.

Στο επαναστατικό υποκείμενο υπάρχουν τάσεις υποταγής και τάσεις χειραφέτησης. Στον εν λόγω χρόνο ο τρόπος με τον οποίο αυτό, αντιμετωπίζει το έμφυλο ζήτημα (με βάση τις τάσεις υποταγής του), καταλήγει πολλές φορές να περιορίζεται, σε ρεφορμιστικές ή μηδενιστικές αντιλήψεις. Σκοπός μιας κομμουνιστικής οργάνωσης είναι να μπορέσει να εγκολπώσει στις γραμμές της, τρόπους που μπορεί να παρασύρει και να δυναμώσει τις τάσεις χειραφέτησης του υποκειμένου και εν τέλη να φέρει την επαναστατική προοπτική στα ρεύματα που εμφανίζονται μέσα στην κοινωνία.

Δεν είναι τυχαία και δεν θα έπρεπε να είναι καθόλου αδιάφορη η χαμηλή εκπροσώπηση τρανς ατόμων σε πολιτικές διεργασίες· από τοποθετήσεις στις οβ ,μέχρι σε συνεδριακούς διαλόγους και από πολιτική καθοδήγηση μέχρι τις θεωρητικές επεξεργασίες της οργάνωσης. Κλιμάκωση αυτού, είναι η δικιά μας (ως μέλη της νΚΑ και τρανς άτομα) αλλεπάλληλη ανάγκη να βρούμε λύση που μας οδηγεί να εστιάζουμε στο πως θα μπορούσαμε να απαντάμε και να παράγουμε πολιτική πάνω σε αυτό το θέμα, αντί να συγκεντρωνόμαστε στην συνολικότερη πολιτικοποίηση και πολιτική μας δουλειά.

Παρολο που κατανοούμε, ότι υπάρχουν διαφορες ελλειματικες και διαφωνιες, θεωρούμε ότι η ιδια η οργανωση και τα μελη της προβληματιζονται, και μέσα από αυτή τη συζήτηση μπορει να προκυψει κατι προτοπωρο εντος της οργανωσης, να λειτουργούμε με καλυτερους ορους, να τροφοδοτησουμε την Attack με πολιτικα εργαλεια και να συμβάλλουμε με αυτό το τρόπο στην ενεργή, αντικαπιταλιστική πτέρυγα που θέλουμε να φτιάξουμε και να αλληλοτροφοδοτούμαστε από αυτήν.

Παρά τα ελλείμματα μας, υπαρχουν τρανς άτομα μέσα στην οργάνωση και αυτό πρέπει να το λαμβάνουμε ως θετικό· γιατί ως νΚΑ, θέλουμε μία οργάνωση με τα μάτια στραμμένα στο κίνημα, με την συμπεριληπτικότητα που αξίζει σε κάθε συγχρονη κομμουνιστική οργάνωση, με σύγχρονα επαναστατικα αιτήματα και τακτικές. Πρεπει να δώσουμε χώρο να ακουμε τις ιστοριούλες τους για να μας τροφοδοτήσουν με αυτά που έχει ανάγκη και ζητάει η κοινωνία. Να κοιτάξουμε τη πραγματικοτητα στα ματια, δίνοντας πρωτοπόρες λύσεις σε νέα ζητήματα, ενισχύοντας τις τασεις χειραφετησης του επαναστατικού υποκειμένου στο σήμερα, φτιάχνοντας την δικιά μας ανατρεπτική προοπτική.

Το κείμενο αυτό αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια να ανοίξει η συζήτηση στο εσωτερικό της οργάνωσής μας για τα μη δυαδικά και τρανς άτομα και τη συμπερίληψή τους. Η πάλη ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης και η σύνδεσή της με τον αντικαπιταλιστικό αγώνα, μας φέρνει σε καλύτερες θέσεις μάχης. Σε καμία περίπτωση όμως, δεν θεωρούμε πως πρόκειται για μια προσέγγιση που απαντάει σε όλους τους προβληματισμούς ή θεωρητικές ελλείψεις που υπάρχουν εντός της οργάνωσης. Αυτό όμως που επιδιώκουμε είναι, μεταφέροντας και ένα προσωπικό βίωμα, να δώσουμε μια βάση στη συζήτηση μιας μικρής, αλλά βαθιά πληττόμενης ομάδας της κοινωνίας.

1 Εκφραση φύλου: Αναφέρεται στους τρόπους με τους οποίους ένα άτομο εξωτερικεύει το φύλο του μέσω της εμφάνισης του, της συμπεριφοράς του, του λόγου του και γενικά τη συνολική του κοινωνική παρουσία. Αφορά τα εξωτερικά χαρακτηριστικά που κοινωνικά συνδέονται με τον άντρα και τη γυναίκα, όπως το χτένισμα, το ντύσιμο, την ομιλία ή την κινησιολογία ενός ατόμου.

2Φυλομετάβαση: Είναι η διαδικασία που ακολουθεί ένα άτομο έτσι ώστε να αλλάξει τον τρόπο που το φύλο του παρουσιάζεται κοινωνικά ή/και ιατρικά ή/και νομικά. Κοινωνικά ακολουθώντας τις νόρμες και συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν το επιθυμητό κοινωνικό φύλο, ιατρικά μέσω ορμονοθεραπείας, επεμβάσεων επαναπροσδιορισμού φύλου κλπ, και νομικά αλλάζοντας το φύλο στα αντίστοιχα επίσημα έγγραφα. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαφέρει σημαντικά από άτομο σε άτομο.