
Κείμενο συμβολής για το 6ο συνέδριο νΚΑ: εθισμοί – εξαρτήσεις
των Δ. Θωμοπούλου, Ν. Ζερβού, Οργάνωση Σπουδάζουσας Πανεπιστημίου Πάτρας
Συντρόφια, ήρθε η στιγμή να μιλήσουμε και για κάτι ακόμα…
Στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό, στο πλέον πιο βίαιο στάδιο του καπιταλισμού, όπου κάθε πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης και της φύσης αποτελεί μέσο κερδοφορίας για το κεφάλαιο, ο λαός και η νεολαία δεν βλέπουν καμία προοπτική ουσιαστικής βελτίωσης της ζωής τους. Ο σημερινός καπιταλισμός οξυνει την επίθεση του σε όλες τις πτυχές της ζωής μας με ραγδαίους ρυθμούς , με το άνοιγμα της ψαλίδας των ταξικών αντιθέσεων να μεγαλώνει διεθνώς. Υπάρχει τρομακτική αύξηση της εκμετάλλευσης και των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Είναι κανονικότητα η μερική απασχόληση, οι χαμηλοί μισθοί, τα μπλοκακια κλπ. Η συνδικαλιστική δράση ποινικοποιείται όλο και περισσότερο, ενώ εντείνεται η προσπάθεια εξατομίκευσης της διαπραγμάτευσης και του πολλαπλού κατακερματισμού της εργατικής δύναμης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο μέσο άνθρωπος προσπαθεί να βρει διεξόδους ώστε να επιβιώσει, όχι γιατί πιστεύει ότι θα ζήσει καλύτερα, αλλά για να βρεί ένα αποκούμπι, να ξεχαστεί, να προχωρήσει από την όποια δυσκολία. Μία από αυτές φαίνεται να αποτελεί και το κομμάτι των εθισμών για μεγάλη μερίδα της νέας γενιάς, χωρίς όμως να περιορίζεται εκεί. Το αλκοολ, τα τσιγάρα, οι καφέδες, τα social media, τα video games, ο τζόγος και τα ναρκωτικά, το καθένα με διαφορετικό τρόπο και με άλλη ένταση, κάνουν τον άνθρωπο είτε πιο “παραγωγικό” ,είτε τον “χαλαρώνουν”, ενώ, παράλληλα,τον βοηθούν να διαχειρίζεται την πραγματικότητα. Τέτοιες πρακτικές πηγάζουν από τις τάσεις υποταγής στην κυρίαρχη ιδεολογία, ενισχύοντας ,είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα , τον ατομικό δρόμο επίλυσης προβλημάτων. Το ΤΙΝΑ, ο ατομικός δρόμος, ο ανταγωνισμός και ο καριερισμός, η αντίληψη του “έτσι είναι η φύση του ανθρώπου, δεν αλλάζει”, του “ας ζήσουμε το παρόν” και του “αν δουλέψουμε θα βγάλουμε λεφτα” είναι αντιλήψεις που “θερίζουν” στη νεολαία και ενσωματώνονται ολοένα και περισσότερο στη κοινωνία, μία κοινωνία που καταποντίζει τις συλλογικές διαδικασίες και απομακρύνει τους ανθρώπους από την ταξική πάλη.
Το κεφάλαιο,συνεχώς, προσπαθεί να καταστέλλει,να τρομοκρατεί και να επιβάλλει τις συνθήκες που το εξυπηρετούν για να κερδοφορεί. Είναι αναμενόμενο, ότι αν δεν εξυπηρετούνταν ευρύτερα από τους εθισμούς και την ναρκοκουλτούρα πιο συγκεκριμένα, θα προσπαθούσε να πάρει μέτρα ώστε να τα καταπολεμήσει. Τέτοια πρόθεση, εντελώς εσκεμμένα, δεν υπάρχει. Ενδεικτικό είναι επίσης το πόσο εύκολη είναι η πρόσβαση σε “φρουτάκια”, η δημιουργία αλγορίθμων που αποσκοπούν στον εθισμό σε αυτά και η έντονη διαφήμισή τους σε κάθε ΜΜΕ. Η ανάγκη των ανθρώπων να “ξεφεύγουν” απ’ την εξάντληση και την εξαθλίωση της καθημερινότητας τους, ακόμα και αν δεν ισχύει, αποτελεί άλλο ένα πεδίο κερδοφορίας και εκμετάλλευσης για το σύστημα. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι το ζήτημα των εξαρτήσεων άρχισε να απασχολεί την κοινωνία σε μαζική κλίμακα μετά την άφιξη της βιομηχανικής επανάστασης.
Το μοτίβο πια είναι γνωστό: εξάντληση, ψυχολογική φθορά, άγχος, πίεση- “τυράκι διαφυγης” ή “γιατί είναι κουλ”. Ο μόνος κερδισμένος, ξανά, είναι το κεφάλαιο.
Λίγα λόγια για τη σχέση των εθισμών με το κοινωνικό-πολιτικό-οικονομικο πλαίσιο
Είναι σαφές ότι η τοξικομανία κάθε άλλο παρά “ελεύθερη επιλογή” είναι. Αντίθετα στο πολύ συγκεκριμένο κι ασφυκτικό κοινωνικό πλαίσιο της εξατομίκευσης, των εξαντλητικών ρυθμών εργασίας και ζωής, των χαμηλών κοινωνικών προσδοκιών και των μειωμένων συλλογικών αναπαραστάσεων, σε τελική ανάλυση ο εξαρτημένος ωθείται στο να πάρει μια ουσία και σε αυτή να επενδύσει, για την αντιμετώπιση της σκληρής προσωπικής και κοινωνικής πραγματικότητας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη σύνδεση της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών με τους σκληρούς όρους διαβίωσης και την απουσία θετικού προτάγματος είναι φανερή και στο φαινόμενο των υψηλών ποσοστών χρήσης εντός του στρατού, και ιδιαίτερα εν μέσω πολέμου.
Στον πόλεμο του Βιετνάμ περίπου το 20% των στρατιωτών έκαναν χρήση ηρωίνης όμως με το που γύρισαν πίσω το 95% αυτών δεν συνέχισε τη χρήση. Σε όλους τους εθισμούς παίζουν καθοριστικό ρόλο οι συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και θα ήταν λάθος να τις προσεγγίζουμε εκτός του πλαισίου αυτού.
Στο πλαίσιο των κοινωνικών συνθηκών, λοιπόν , παρατηρείται και το φαινόμενο κατά το οποίο κάθε παρέα ή κοινωνική κατηγορία προχωράει σε αυτόκλητες αναλύσεις –άνευ επιστημονικής τεκμηρίωσης– για τη χρήση συγκεκριμένων ναρκωτικών. “Γινόμαστε όλοι επιστήμονες” και διαλέγουμε κατά βούληση ποια ναρκωτικά είναι ελαφριά και μη εξαρτησιογόνα. Πλέον , έχει νομιμοποιηθεί στη συνείδηση των νέων χαρακτηριστικά το χασίσι και έχει απενοχοποιηθεί η χρήση του ως μη εθιστική. Όμως, ο κανόνας ορίζει πως μια συγκεκριμένη ναρκωτική ουσία σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και σε έναν συγκεκριμένο οργανισμό και ψυχολογικό προφίλ μπορεί να μετατραπεί σε άκρως εθιστική. Είναι πολλά τα παραδείγματα όπου παρέες κοινωνικοποιούνται, ταυτίζουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις και διασκεδάζουν –συνήθως “έξω από το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο”– μέσω της χρήσης κάνναβης (και όχι μόνο).
Είναι λογικό να επιζητάμε, συνεχώς χαρά, ευχαρίστηση, ηρεμία γιατί το ίδιο το σύστημα μας τα στερεί. Το κεφάλαιο στηρίζεται ακόμα και στο ότι ο εθισμός προκαλείται από τη διαταραχή των νευροδιαβιβαστών του εγκεφάλου (όπως η ντοπαμίνη και η σεροτονίνη), οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τη ρύθμιση της διάθεσης, της ευχαρίστησης και της ανταμοιβής. Όταν μια ουσία ή συμπεριφορά διεγείρει αυτά τα συστήματα συνεχώς, ο εγκέφαλος μπορεί να προσαρμοστεί, απαιτώντας όλο και μεγαλύτερη ποσότητα ή συχνότητα για την ίδια αίσθηση ικανοποίησης, οδηγώντας σε εξάρτηση. Άρα, οι εθισμοί καταλήγουν να “υποκαθιστούν” την πληρότητα που θα μας έδιναν οι υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις, ο ελεύθερος χρόνος που θα μας έδινε τη δυνατότητα για περισσότερο χρόνο με τους φίλους μας ή για αθλητισμό ή για σεξ, ή τέλος πάντων αυτό που θα έκανε το καθένα μας πιο ολοκληρωμένο.
Ποιά είναι τα αγαπημένα παιδιά του κεφαλαίου;
Χρησιμοποιώντας την αναλογία ενός παγόβουνου, θα λέγαμε ότι στην κορυφή του ανήκουν οι χρήστες μαζί με τους μικροπωλητές, τα άτομα που «σπρώχνουν» και πολλές φορές παιδιά λαϊκών γειτονιών. Στα υπόλοιπα επίπεδα αυτού του παγόβουνου υπάρχουν οι έμποροι, άνθρωποι που συνήθως έχουν άμεση σχέση με το κεφάλαιο, δραστηριοποιούνται οικονομικά σε διάφορους άλλους τομείς και αποτελούν κομμάτι της ντόπιας αστικής τάξης. Ανάλογα με τη θέση που έχει κάποιος στο παγόβουνο αυτό αντιμετωπίζεται και με αντίστοιχο τρόπο από το αστικό κράτος.
Χαρακτηριστικό του καπιταλισμού είναι το ότι προσπαθεί να “λύσει” προβλήματα που ο ίδιος δημιουργεί, προκειμένου να ενισχύσει το κοινό αίσθημα δικαίου. Επιδιώκει τη “δίωξη” των ναρκωτικών μέσα από την τρομοκρατία και την καταστολή, με ψαξιματικές σε πλατείες και ανήλικα παιδιά, διευθύνοντας και μετακινώντας κατά το δοκούν τις πιάτσες,ενώ παράλληλα νομιμοποιεί πλήρως την ναρκωκουλτούρα μέσω των επιχειρηματιών/μεγάλων εμπόρων και της αστυνομίας/μεγαλύτεροι διακινητές. Όλα αυτά την ίδια στιγμή που οι δομές απεξάρτησης καταρρέουν, υποχρηματοδοτούνται και κλείνουν, τα στεγνά προγράμματα καταργούνται και προωθούνται πρακτικές που στην καλύτερη αποσκοπούν στη μείωση της βλάβης, συχνά μέσα από την χορήγηση υποκαταστάτων χωρίς την περαιτέρω παρέμβαση που απαιτείται ακόμη και σε αυτά τα προγράμματα. Η επιφανειακή επίλυση που μας διαφημίζουν για το πρόβλημα, δεν αλλάζει με κανέναν τρόπο την κατάσταση. Η βλάβη δε μειώνεται όταν το κράτος και η αστυνομία κάνουν επιχειρήσεις “καθαρισμού” περιοχών από τοξικοεξαρτημένους ή αντίστοιχα όταν μπαίνουν στο στόχαστρο τα μικρά “βαποράκια”. Αντιθέτως, φαίνεται να την οξύνει. Και αυτή είναι μόνο η αρχή. Αν κάποιος συλληφθεί για κατοχή ή και διακίνηση κινδυνεύει με ποινή φυλάκισης ή με πρόστιμο που αγγίζει μέχρι και τα 1.000.000 ευρώ. Αλήθεια, ποιοί έχουν τα λεφτά αυτά και σε ποιους επιβάλλονται; Η σχέση του κράτους με το εμπόριο συνεχίζει στο βαθύ κράτος, στο παρακράτος, το οποίο έρχεται και συμπληρώνει τις λειτουργίες του νόμιμου αστικού κράτους και λειτουργεί σαν το μακρύ του χέρι. Αυτή η στάση ακριβώς, κρίνουμε, ότι οδηγεί στη περιθωριοποίηση κομματιών της κοινωνίας, συγκεκριμένα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Τα άτομα αυτά αποτελούν προϊόντα του ίδιου συστήματος που ποινικοποιεί και τις δράσεις τους.
Ο αγώνας κατά των εθισμών ως κομμάτι του αντικαπιταλιστικού πλαισίου πάλης
Το πρόβλημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται με καμία εθνική πολιτική κατά των ναρκωτικών, δεν αντιμετωπίζεται με προγράμματα που δε θέτουν στο στόχαστρο τη ρίζα του προβλήματος, δεν αντιμετωπίζεται με τη νομιμοποίηση ή την καταστολή. Δεν θα αλλάξει κάτι αν αυξηθούν παραπάνω οι έλεγχοι σε πλατείες, οι φόροι στα τσιγάρα και στο αλκοόλ και αν τοποθετηθούν τεράστιες ενδείξεις κακόγουστων- αηδιαστικών φωτογραφιών, πάνω στα πακέτα τσιγάρων, ούτε αν απαγορεύεται το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους.
Δεν έχουμε αυταπάτες πως η κατάσταση αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός καπιταλισμού, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχουν διεκδικήσεις που μπορούν να ενταχθούν στο σήμερα στα γενικότερα αιτήματα του λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος και να αποτελέσουν οργανικό κομμάτι αυτού. Η διεκδίκηση δημόσιας και δωρεάν παροχής υπηρεσιών πρόληψης και περίθαλψης, η απεξάρτηση με προγράμματα που θα σέβονται τους χρήστες και δε θα είναι κακοποιητικά προς αυτούς, που θα στοχεύουν στην ουσιαστική στήριξη και στην κοινωνική τους επανένταξη, με πλήρη χρηματοδότηση από το κράτος και επαρκές επιστημονικό προσωπικό χωρίς συμμετοχή ιδιωτών, θα πρέπει να γίνουν υπόθεση πάλης του λαϊκού κινήματος. Είναι αναγκαίο να γίνει επαναπροσδιορισμός της λειτουργίας των προγραμμάτων και του ρόλου των επιστημών που θα τα στελεχώνουν, δηλαδή να μπουν σε μία τροχιά που θα λειτουργούν με γνώμονα την ψυχική και σωματική υγεία των ωφελουμενων και άρα να μην είναι τιμωρητικά και να έχουν μια φροντιστική προσέγγιση προς το άτομο. Η παροχή περίθαλψης, ψυχολογικής υποστήριξης και ευρύτερα βοήθειας πρέπει να είναι δεδομένη για κάθε άτομο που κάνει χρήση, για κάθε άτομο που ανά περιόδους κυνηγάει η αστυνομία στα πάρκα και τις πλατείες. Όπως αντίστοιχα και η προσπάθεια της επανένταξης στο κοινωνικό σύνολο με επαγγελματικα προγράμματα. Είναι κρίσιμο οι άνθρωποι αυτοί να αναπτύξουν μια κοινωνική και οικονομική ανεξαρτησία. Μέχρι τότε, χρειάζεται μέριμνα για ασφαλή χρήση και παροχή καταλυμάτων/ φαγητού/ ρουχισμού για όσα άτομα δεν είναι έτοιμα να ενταχθούν σε κάποιο πρόγραμμα. Με αυτό το τρόπο δεν θα γίνεται διάκριση μεταξύ επιλύσημων και μη επιλύσιμων υποθέσεων. Είναι κρίσιμης σημασίας οι κοινότητες απεξάρτησης που περιγράφουμε να είναι κοινότητες εντός των πόλεων, ώστε τα άτομα αυτά να γίνονται αντιληπτά σαν κομμάτι της κοινωνίας και όχι ως κάτι ξένο. Να υπάρχουν σε δομές “της γειτονίας” που οι θεραπευόμενοι, με τους θεραπευτές τους (ψυχίατροι, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι ) θα χτίζουν σχέσεις εμπιστοσύνης.
Η αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι αναπόσπαστα δεμένη με το βαθμό ανάπτυξης του λαϊκού κινήματος, με τον αγώνα για μιαν άλλη κοινωνία. Και δένεται αυτός ο αγώνας, από τη μια, γιατί όσο θα αναπτύσσεται σε μια τέτοια κατεύθυνση το λαϊκό κίνημα θα μπορεί να βάζει φραγμούς στην επικίνδυνη κυρίαρχη πολιτική για τις εξαρτήσεις και να έχει κατακτήσεις και από την άλλη, γιατί αυτή η άνοδος του κινήματος θα διαπαιδαγωγεί, θα προπαγανδίζει και θα πολλαπλασιάζει την ανυπόταχτη στάση ζωής της νεολαίας που αποτελεί θωράκιση απέναντι στις εξαρτήσεις. Η αναγκαιότητα να προστεθεί η αιτηματολογία στο αντικαπιταλιστικό πλαίσιο πάλης προκύπτει από την κατεύθυνση που πρέπει να δώσουμε ώστε οι αγώνες μας να έχουν τα μάτια τους στραμμένα σε μία άλλη κοινωνία, όπου η ευχαρίστηση δε θα είναι ταυτισμένη με τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, το τσιγάρο, όπου οι άνθρωποι δε θα καταφεύγουν στις καταχρήσεις για να επιβιώσουν.
Για μια άλλη στάση ζωής, κομμουνιστ(ρι)ων, η οποία θα περνάει μέσα από τις γραμμές της νΚΑ
Όπως σε κάθε άλλη πτυχή της ζωής στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό, έτσι και στο κομμάτι των εξαρτήσεων και τον εθισμών μία κομμουνιστική νεολαία πρέπει να κάνει μία πρόταση η οποία θα έρχεται σε άμεση αντιπαράθεση με την κυρίαρχη ιδεολογία, θα θέτει υπό αμφισβήτηση το σύστημα που μας κλεβει το οξυγόνο και θα αποσκοπεί στην θετική υπέρβαση της υπάρχουσας κατάστασης. Δεν έχουμε αυταπάτες πως το ζήτημα των εθισμών πάσης φύσεως λύνεται με ευχολόγια και καλές απόψεις, ούτε λύνεται με απαγορεύσεις και τιμωρίες. Και σίγουρα δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να λυθεί εντός μιας οργάνωσης με διαγραφές μελών (βλ. ΚΝΕ). Όπως αναλύθηκε και πιο πάνω, η φύση του προβλήματος είναι τέτοια που θα ήταν αφελές να πούμε πως υπάρχει μία συγκεκριμένη μεθοδολογία που βλέπει προς την επίλυσή του.
Για εμάς, η νΚΑ πρέπει να προσπαθήσει να βαθύνει την ανάλυσή της γύρω από το ζήτημα των εξαρτήσεων, ενδεχομένως και με τη σύσταση μιας επιτροπής που θα καταπιάνεται με αυτό, η οποία θα αποσκοπεί στην διαπαιδαγώγηση της ίδια της οργάνωσης και παράλληλα θα βγάζει υλικά, τόσο για την εσωτερική μας κουβέντα, όσο και για εξώστρεφη παρέμβαση (πχ καμπάνιες). Παράλληλα, θα πρέπει να καλλιεργηθεί μια κουλτούρα στη βάση της οργάνωσης η οποία θα συγκροτείται στις αξίες της ουσιαστικής κατανόησης, αλληλοβοήθειας, συντροφικότητας, αλληλεγγύης και στη συλλογική ζωή, η οποία θα μας ωθεί να υπερβούμε τα κατάλοιπα της κυρίαρχης ιδεολογίας. Είμαστε κομμάτι μιας νεολαίας η οποία κάνει συστηματική χρήση ουσιών, μας είναι γνωστα τα περιστατικά αυτά και δεν περιορίζονται μόνο εκτός της αριστεράς ή της δικής μας οργάνωσης. Ως κομμουνίστριες, κομμουνιστές και κομμουνιστά που έχουμε επιλέξει να στρατευτούμε στις γραμμές της νΚΑ, πρέπει να αντιπροτείνουμε στην πράξη τον συλλόγικό δρόμο έναντι του ατομικού, με τη συνολική στάση ζωής/συνύπαρξης, βελτίωσης των ζωών μας και επίλυσης των προβλημάτων.
Μία κομμουνιστική οργάνωση πρέπει να διεκδικεί την ηγεμονία στην πάλη ενάντια στην κυρίαρχη ιδεολογία, να αποσκοπεί στην καλλιέργεια μιας σύγχρονης ταξικής συνείδησης και ενός απελευθερωτικού πολιτισμού. Παρατηρείται πως η κοινωνία αντιλαμβάνεται τους χρήστες ως βάρος και είναι χρέος μας να σπάσει αυτή η αστική αντίληψη. Είναι δηλαδή χρέος μας να προστατεύσουμε τους τοξικοεξαρτημένους, να κάνουμε τις ανάγκες τους αναπόσπαστο κομμάτι των κινημάτων. Πρέπει να είμαστε (μελλοντικά έστω) σε θέση να απαντήσουμε σε ερωτήσεις:“πως θα καταφέρουμε να απεμπλέξουμε κόσμο απ’ το δρόμο των εθισμών” ή “πως θα καταφέρουμε να εμπλέξουμε ουσιαστικά τα άτομα αυτά στους αγώνες μας”. Αυτά τα δύο ερωτήματα είναι αλλήλοδιαπλεκόμενα και απαντάει μόνο ο συλλογικός αγώνας και την ταξη πάλη, με προοπτική μια άλλη κοινωνία που δεν θα υπάρχει η ανάγκη υποκατάστατων.
Το κείμενο αυτό, θέλουμε να αποτελέσει μια αρχή πολιτικής κουβέντας και πολιτικών διεργασιών εντός της οργάνωσης, προς την υπερβαση παθογεννιών στο εσωτερικό μας αλλά και ευρύτερα στη κοινωνια. Κάνουμε την ανάγνωση και στις θέσεις, ότι οι εθισμοί αποτελούν τάση της νεολαίας και μάλιστα, της πιο φτωχης και πιο καταπιεσμένης. Πρέπει να μπορούμε να απευθυνθούμε μαζικα και σε αυτό το επίπεδο και να απαντήσουμε στους προβληματισμούς του.
Καλές αποφάσεις!