Σημείωμα για το ζήτημα της ανεργίας του γραφείου της οργάνωσης νέων εργαζομένων Αθήνας

Ο αγώνας ενάντια στις απολύσεις είναι ένας αγώνας που μας αφορά όλους, εργαζόμενους και άνεργους. Όπως ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα σημείωνε ο Κ. Μαρξ στον Α΄ τόμο του «Κεφαλαίου»:

Για αυτό μόλις οι εργάτες ανακαλύψουν το μυστικό του πώς (βλ. Δ΄: παράρτημα) συμβαίνει ώστε, όσο περισσότερο εργάζονται, όσο περισσότερο ξένο πλούτο παράγουν και όσο περισσότερο αυξάνει η παραγωγική δύναμη της εργασίας τους, τόσο πιο επισφαλής να γίνεται για αυτούς ακόμη και η λειτουργία τους σα μέσο αξιοποίησης του κεφαλαίου ∙ μόλις ανακαλύψουν πώς ο βαθμός εντατικότητας του συναγωνισμού μεταξύ τους εξαρτιέται ολότελα από την πίεση του σχετικού υπερπληθυσμού∙ επομένως, μόλις επιχειρήσουν με τα εργατικά σωματεία κλπ να οργανώσουν μια σχεδιασμένη συνεργασία εργαζομένων και ανέργων για να σπάσουν ή να εξασθενίσουν τις καταστρεπτικές για την τάξη τους συνέπειες αυτού του φυσικού νόμου της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, βάζουν τις φωνές το κεφάλαιο και ο συκοφάντης οικονομολόγος του για καταπάτηση του «αιώνιου» και σα να λέμε «ιερού» νόμου της ζήτησης και της προσφοράς. Γιατί κάθε αλληλεγγύη ανάμεσα στους εργαζόμενους και τους άνεργους διαταράζει το «καθαρό» παιχνίδι αυτού του νόμου.

(σ.663, 1996, σύγχρονη εποχή)

Περιεχόμενα
Α. Βασικά σημεία για την προσέγγιση του ζητήματος: 1

Β. Ζητήματα περιεχομένου της πάλης 4

Γ. Μορφές Πάλης 6

Δ. Παράρτημα 7

Α. Βασικά σημεία για την προσέγγιση του ζητήματος:

Είναι γεγονός ότι ειδικά αυτή την περίοδο και μέσα στην όξυνση της επίθεσης υπάρχει ένα πρωτοφανές κύμα απολύσεων και κατακόρυφη αύξηση των ποσοστών ανεργίας. Εξάλλου, οι βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προβλέψεις για ένα μόνιμο ποσοστό ανεργίας περίπου 20% (επίσημη ανεργία στο 15,4% το 2011 στην Ελλάδα, ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της πραγματικής στο 1 εκατομμύριο, αύξηση της ανεργίας των νέων και των γυναικών, αύξηση των μακροχρόνια ανέργων και των άνεργων επιστημόνων) τα επόμενα χρόνια, μετατρέπουν σε εφιάλτη την εργασιακή προοπτική και την ίδια την κοινωνική ένταξη της νεολαίας.

Κεντρικό πυλώνα για την αστική στρατηγική που συνολικά θέλει να τσακίσει τις δυνάμεις της εργασίας αποτελεί η «ρευστοποίηση» – κατάρρευση των ορίων σταθερής εργασίας και ανεργίας. Η περίοδος – σήμερα – της κρίσης αξιοποιείται ως ευκαιρία από τις δυνάμεις του κεφαλαίου για τη δημιουργία μιας τεράστιας ζώνης ημιαπασχόλησης – ημιανεργίας ή αλλιώς «εξωτερικής ευελιξίας» (μπλοκάκι, τετράωρα, αναπληρωτές και ωρομίσθιοι, δόκιμοι, επινοικιαζόμενοι, έκτακτοι, συμβασιούχοι κ.λπ.). Ταυτόχρονα αυξάνονται συγκεκριμένες μορφές ανεργίας που θεωρούνται «φυσιολογικές» αλλά που στην ουσία δεν είναι: μικρής διάρκειας ανεργία «τριβής» (μετάβαση από μια θέση εργασίας σε κάποια άλλη), εποχιακή ανεργία (π.χ. γεωργία, τουρισμός). Ωστόσο, ποιοτική διαφορά σε σχέση με το παρελθόν αποτελεί το γεγονός ότι αυτές οι μορφές επιδιώκεται να γίνουν το κυρίαρχο εργασιακό στάτους στις νέες γενιές εργαζομένων και δεν βιώνουμε απλώς μια έκτακτη κατάσταση.

Οι τάσεις αυτές τροφοδοτούνται από πολλές συγκλίνουσες διαδικασίες, όπως: η μη ανανέωση των συμβάσεων στο δημόσιο, το κλείσιμο δημοτικών επιχειρήσεων και η κατάργηση δημόσιων οργανισμών, το κλείσιμο ιδιωτικών επιχειρήσεων, οι απολύσεις και ο νέος νόμος που τις διευκολύνει (μείωση αποζημίωσης, αύξηση ορίου στο 5%), το ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς, η συντριβή των μεσαίων στρωμάτων της πόλης και της μικρής αστικής τάξης, η μετεγκατάσταση επιχειρήσεων σε άλλες χώρες, οι τεχνολογικές αλλαγές που αντικαθιστούν ζωντανή με νεκρή εργασία, η μεγαλύτερη παραμονή στην εργασία (λόγω των νέων νόμων για την ασφάλιση, των μειωμένων αποδοχών κλπ.) των πιο ηλικιωμένων.

Οι θέσεις και η πρακτική του αστικοποιημένου συνδικαλισμού των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ είναι για μια ακόμη φορά τραγικές. Αντί να προσπαθούν να ενοποιήσουν τη θιγόμενη εργατική πλειοψηφία και να οργανώσουν μαζικούς αγώνες για την ανατροπή των μέτρων, περιορίζονται σε κινητοποιήσεις εθιμοτυπικού χαρακτήρα που σπέρνουν απογοήτευση και απέχουν παρασάγγας από τις ανάγκες του κόσμου της δουλειάς στο σήμερα. Κινούνται στη λογική του παρακαλετού προς την κυβέρνηση και των κινήτρων (για μια ακόμη φορά), προς τους επιχειρηματίες, εκλιπαρώντας τους να προσλάβουν ή να μην απολύσουν εργαζόμενους, βοηθώντας τους στη βασική στρατηγική τους (της βίαιης και μαζικής υποτίμησης της αξίας της μέσης εργατικής δύναμης). Η λογική τους διαπνέεται από αυτή του «κοινωνικού εταίρου», του συνεργάτη και σε καμία περίπτωση του υπερασπιστή των εργατικών αναγκών και κατακτήσεων.

Ταυτόχρονα με την άνοδο της ανεργίας επιδεινώνονται και οι όροι ζωής των ανέργων: το επίδομα ανεργίας χορηγείται σε λίγους, για μικρότερο χρονικό διάστημα και βαίνει μειούμενο. Οι περισσότεροι άνεργοι δεν έχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ασφάλιση (ο νόμος Πετραλιά αύξησε σε 100 τα μεροκάματα που δίνουν πλήρη κάλυψη). Η περίοδος ανεργίας δεν είναι συντάξιμη, επομένως ανεβάζει εκ των πραγμάτων όλο και πιο πολύ την ηλικία συνταξιοδότησης.

Γύρω από το πρόβλημα της ανεργίας εκδηλώνεται με ακραίο τρόπο όλη η κοινωνική βαρβαρότητα του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού και της κρίσης του. Τη στιγμή που διογκώνεται η ανεργία, ψαλιδίζεται μέχρις εξαφανίσεως το κοινωνικό δίχτυ προστασίας των ανέργων. Τη στιγμή που οι εργοδότες επιλέγουν τις απολύσεις για να αυξήσουν τα κέρδη, τους ανοίγει διάπλατα ο δρόμος των απολύσεων με το νέο νόμο. Τη στιγμή που οι νέοι, απόφοιτοι ΑΕΙ ή μη, αγωνιούν για το μέλλον τους, το σύστημα τους δηλώνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ανεργία, ότι πρέπει να μάθουν να ζουν με αυτή, ότι ακόμη κι αν υπάρχει ανάπτυξη και ξεφύγουμε από τη κρίση και πάλι η ανεργία δεν θα μειωθεί (jobless growth). Ταυτόχρονα η ανεργία δημιουργεί μετανάστευση του εργατικού δυναμικού από τις περιοχές της χαμηλής προς τις περιοχές της υψηλής ζήτησης είτε εντός του ίδιου κράτους (από περιοχή σε περιοχή) είτε προς άλλες χώρες της ΕΕ είτε σε παγκόσμια κλίμακα.

Παράλληλα, το σύστημα, η εργοδοσία, η κυβέρνηση (αυτοί, δηλαδή, που ευθύνονται για το πρόβλημα), προσπαθούν να αξιοποιήσουν την ανεργία, την ύπαρξη του «εφεδρικού στρατού εργασίας» για: α) Να μειώσουν συνολικά τους μισθούς και τα μεροκάματα και των ήδη εργαζόμενων και κυρίως των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας (εξ ου και οι προσλήψεις με τα 592 ευρώ ή ο εξαναγκασμός σε μειωμένες αποδοχές ή σε μειωμένες αποδοχές και μειωμένο ωράριο κάτω από το φόβο της απόλυσης). β) Να γενικεύσουν τη ζώνη της ημιεργασίας-ημιαπασχόλησης και γενικότερα της ελαστικής εργασίας, κάνοντάς την κανόνα και όχι εξαίρεση – ιδιαίτερα για τις νέες εργατικές γενιές. γ) Να μεταφέρουν ένα μέρος του κόστους εργασίας και του κόστους ασφάλισης από τον εργοδότη στο κράτος και από αυτό στους εργαζόμενους μέσω της φορολογίας (επιδοτούμενες προσλήψεις). δ) Να αντικαταστήσουν τα επιδόματα ανεργίας (που χορηγούνται στους ανέργους) με ενισχύσεις που χορηγούνται στους εργοδότες, ώστε να προσλάβουν ή να καταρτίσουν ανέργους. ε) Να ισχυροποιήσουν κοινωνικά και πολιτικά τη θέση τους συνολικά απέναντι στη μισθωτή εργασία και τη νεολαία. Αυτό είναι το νόημα των λεγόμενων «ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης», που τείνουν να αντικαταστήσουν τις προϋπάρχουσες «παθητικές πολιτικές».

Ταυτόχρονα οι απολύσεις αποτελούν ένα από τα βασικά όπλα της τρομοκρατίας των εργοδοτών απέναντι στους πρωτοπόρους εργάτες που προσπαθούν να οργανώσουν τη συνδικαλιστική δράση στους χώρους δουλειάς. Είναι ο ρόλος-κλειδί που έχουν οι μαζικές απολύσεις στον πολιτικό και ιδεολογικό εκβιασμό του κεφαλαίου και των αστικών κυβερνήσεων απέναντι στο συλλογικό εργαζόμενο και στη συνολική ανάπτυξη της ταξικής πάλης.

Η έκταση και τα χαρακτηριστικά της ανεργίας, ωστόσο, δεν παύουν να είναι ένα πρόβλημα και για τον ίδιο τον καπιταλισμό. Πρόβλημα οικονομικό-κοινωνικό, διότι οι άνεργοι περιθωριοποιούνται και τίθενται εκτός του μηχανισμού παραγωγής υπεραξίας-πράγμάτωσής της, λιγότερο ή περισσότερο μόνιμα. Και πρόβλημα πολιτικό-ιδεολογικό, διότι οι άνεργοι ενσωματώνονται πιο δύσκολα, διαπνέονται από εχθρότητα προς το σύστημα, τους πολιτικούς διαχειριστές και τις αρχές του, συχνά υιοθετούν ριζοσπαστική στάση και πρωταγωνιστούν σε κοινωνικές εκρήξεις. Ωστόσο, ο σημερινός ολοκληρωτικός καπιταλισμός δεν μπορεί να υπερβεί αυτή την αντίφαση και –όπως δείχνει η στρατηγική του για την υπέρβαση της κρίσης- δεν μπορεί ούτε να ακολουθήσει έναν νεοκεϊνσιανό δρόμο ούτε να κάνει κάτι διαφορετικό από αυτά που κάνει.

Γύρω από την ερμηνεία της ανεργίας γίνεται ιδεολογική και πολιτική διαπάλη. Το αστικό στρατόπεδο την αντιμετωπίζει ως φυσικό και μοιραίο φαινόμενο και την αποδίδει στην ακαμψία των εργασιακών σχέσεων, στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας, στη φυλακή των συλλογικών συμβάσεων και του κατώτερου μισθού, στα άκαμπτα συνδικάτα, στον κρατισμό και στις πελατειακές σχέσεις, στα επιδόματα ανεργίας που ευνοούν την τεμπελιά, στο ακατάλληλο εκπαιδευτικό σύστημα και στην έλλειψη διά βίου μάθησης και σύνδεσής του με τη παραγωγή, και –στις πιο ακραίες και ρατσιστικές εκδοχές- στους μετανάστες. Ανάλογες είναι και οι προτάσεις για την αντιμετώπισή της. Το στρατόπεδο της σοσιαλδημοκρατίας, του νεοκεϊνσιανισμού, της διαχειριστικής Αριστεράς την αποδίδει στο νεοφιλελευθερισμό, στις αγορές, στη μη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, οπότε ανάλογες είναι και οι προτάσεις του. Η εργατική-αντικαπιταλιστική Αριστερά και το ταξικό σ.κ. πρέπει να παρέμβουν σε αυτή την ιδεολογική αναμέτρηση, εξηγώντας ότι η ανεργία είναι σύμφυτο του συστήματος της εκμετάλλευσης και των αγορών, είναι απότοκο όχι της έλλειψης αλλά της αποθέωσης της ανταγωνιστικότητας, όχι των άκαμπτων εργασιακών σχέσεων αλλά του ίδιου του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα της μισθωτής σχέσης εργασίας, όχι της μη αξιοποίησης αλλά ακριβώς της συμμόρφωσης στα δεδομένα της ΕΕ και του ευρώ, όχι του οπισθοδρομικού αλλά του προσαρμοσμένου στις ανάγκες του κεφαλαίου εκπαιδευτικού συστήματος. Προφανής είναι και η λογική, το κόκκινο νήμα των λύσεων που προτείνουν.

Η επίδραση της ανεργίας στη συνείδηση και τη συμπεριφορά των εργαζομένων και των νέων είναι αντιφατική, καθώς πέρα από τις υλικές επισύρονται και μια σειρά ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις. για τους περισσότερους ανθρώπους η εργασία αποτελεί έναν «ψυχοκοινωνικό» σταθεροποιητικό παράγοντα, ο οποίος καθορίζει τη «δομή» της καθημερινότητας τους (πρόγραμμα) και τον κοινωνικό τους περίγυρο. Στα ψυχολογικά επακόλουθα προσμετρούνται η απογοήτευση, η απώλεια της ελπίδας, η μείωση της αυτοπεποίθησης, καθώς επίσης η «συνθηκολόγηση», ο συμβιβασμός. Η ανεργία μπορεί να οδηγεί σε απόψεις και στάσεις συμβιβασμού, συνδιαλλαγής, πρόσδεσης στον εργοδότη, «κοινού μετώπου για τη σωτηρία της επιχείρησης και των θέσεων εργασίας», ρατσισμού. Μπορεί, όμως, να οδηγεί και σε ριζοσπαστικές, μαχητικές και χειραφετητικές τάσεις. Συνήθως συνυπάρχουν και τα δύο και το τι επικρατεί είναι διακύβευμα, αντικείμενο ταξικής διαπάλης σε ιδεολογικό, πολιτικό και κινηματικό επίπεδο.

Β. Ζητήματα περιεχομένου της πάλης

Η εποχή μας έχει ανάγκη ένα ενιαίο ταξικό κίνημα εργαζομένων – ανέργων, σταθερά-ελαστικά απασχολούμενων, Ελλήνων – μεταναστών, νέων – μεγαλύτερων, Ελλήνων – εργαζομένων στις γειτονικές χώρες και όχι απλώς ένα κίνημα συμπαράστασης στους κάθε φορά πληττόμενους. Ένα κίνημα που θα βρίσκεται στα χέρια των ίδιων των εργαζομένων, των πρωτοβάθμιων σωματείων τους, των ανέργων, των εργατικών συνελεύσεων στους χώρους δουλειάς και των εργατικών πρωτοβουλιών και επιτροπών. Μόνο ένα τέτοιο αναγεννημένο εργατικό κίνημα μπορεί να απαντήσει στον πρωτόγνωρο σημερινό κοινωνικό οδοστρωτήρα.

Δίνουμε τη μάχη κατά των απολύσεων με όρους αποφασιστικού πολιτικού εργατικού αγώνα για την ανατροπή της επίθεσης, των νόμων της ΕΕ και των κυβερνήσεων, τα νέα μνημόνια, τη διεύρυνση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων.

Απαιτείται η συμμετοχή των ανέργων στα συνδικάτα (επιχειρησιακά ή κλαδικά) με τη φιλοδοξία οι άνεργοι και οι απολυμένοι να σηκώσουν το γάντι αυτής της αναμέτρησης μέσα από όλα τα συνδικάτα (όχι μόνο τα θιγόμενα) μαζί με τους εργαζόμενους. Ακόμα χρειάζεται κάθε μάχη σε κάθε χώρο δουλειάς που κλείνει ή απολύει μαζικά να γίνεται μάχη όλου του εργατικού κινήματος, να έχει την αλληλεγγύη όλων των εργαζομένων.

Kεντρικό ζήτημα στην πάλη ενάντια στην ανεργία και τις απολύσεις είναι η διατήρηση και διεύρυνση των εργατικών δικαιωμάτων. Από αυτή τη σκοπιά πρέπει να μπαίνει το «να μην απολυθεί κανείς» ή το «να μην κλείσει η εταιρεία». Με αυτή τη λογική οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να συναινούν στην απόλυσή τους και να νομιμοποιούν τις διαδικασίες της. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι κεντρικό το «αγωνιζόμαστε όλοι μαζί και συλλογικά», να ερχόμαστε εμπράκτως σε αντιπαράθεση με τις ψευδαισθήσεις του ατομικού βολέματος ή με το «αν είμαι πειθαρχική/ός και παραγωγική/ός θα τη γλιτώσω».

Με αιτήματα:

Νομοθετική απαγόρευση των απολύσεων. Άμεσα απαγόρευση απολύσεων σε κάθε επιχείρηση η οποία έχει οποιαδήποτε μορφής ενίσχυσης από το κράτος, όπως: διακανονισμό χρεών σε εφορία ή ασφαλιστικούς οργανισμούς, επιδότηση από αναπτυξιακό νόμο, ένταξη σε προγράμματα για ανεργία, ένταξη σε ευρωπαϊκά προγράμματα ή προγράμματα υπουργείων με εθνικούς πόρους.

Δέσμευση των κινητών ή ακίνητων περιουσιακών στοιχείων (προσωπικών ή άλλων εταιριών) του ιδιοκτήτη της εταιρίας που πτωχεύει ή κλείνει. Απ’ αυτά να εξασφαλίζονται (στο βαθμό που είναι εφικτό) οι αποζημιώσεις και τα επιδόματα ανεργίας των απολυμένων. Κατά περίπτωση κρατικοποίηση, με δήμευση της περιουσίας τους και εργατικό έλεγχο.

Επίδομα ανεργίας, για όλο το διάστημα που βρίσκονται στην ανεργία, ίσο με τον προτεινόμενο βασικό μισθό των 1.400 ευρώ για όλους τους ανέργους, χωρίς προϋποθέσεις (παλιοί ή νεοεισερχόμενοι). Για να ζει ο άνεργος με αξιοπρέπεια, αλλά και ως αντικίνητρο στην απόλυση.

Πλήρη, δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, με ανανέωση των βιβλιαρίων του ΙΚΑ και των άλλων ταμείων, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Η κάλυψη να είναι από το κράτος με χρηματοδότηση 100%, συμπεριλαμβανομένων και των οικογενειών τους. Μείωση των τιμολογίων ΔΕΚΟ με παράλληλη απαγόρευση της διακοπής παροχής νερού, ρεύματος και σταθερού τηλεφώνου.

Χορήγηση δωρεάν κάρτας απεριόριστων διαδρομών στις αστικές συγκοινωνίες.

Ο χρόνος ανεργίας να υπολογίζεται ως συντάξιμος χρόνος ασφάλισης και να βαρύνει το κράτος και τους εργοδότες.

Διαγραφή χρεών από τόκους και πάγωμα αποπληρωμής δανείων για όσο καιρό κάποιος είναι άνεργος.

Επιδότηση ενοικίου στο 100% της αξίας του από το κράτος.

Πλήρη κάλυψη του κόστους των σπουδών για φοιτητές που οι γονείς τους είναι άνεργοι και φτωχοί αγρότες.

Καμία απόλυση συμβασιούχων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Προσλήψεις στους τομείς Υγείας, Πρόνοιας, Εκπαίδευσης και σε άλλα έργα κοινωνικών υποδομών για μείωση της ανεργίας και κάλυψη των μεγάλων κενών που υπάρχουν, σε θέσεις εργασίας μόνιμης, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης

Να αρθεί ο περιορισμός για τα παιδιά των ανέργων που δε γίνονται δεκτά σήμερα στους παιδικούς σταθμούς.

Κατάργηση των ιδιωτικών ΟΑΕΔ-δουλεμπορικών

Ίσα δικαιώματα στους ξένους εργάτες. (Η κρίση θα χτυπήσει περισσότερο τμήματα της μαύρης και ανειδίκευτης εργασίας, ενώ η προσπάθεια γενικευμένης μείωσης των εργασιακών δικαιωμάτων ακόμα και στα πιο προστατευμένα τμήματα της τάξης πιθανώς να ενοχοποιήσει τους μετανάστες στα τμήματα αυτά με αποτέλεσμα επικίνδυνες εργατικές διαιρέσεις και συγκρούσεις).

Αποζημίωση όλων των απολυόμενων με βάση την υπαλληλική αποζημίωση και όχι το μεροκάματο.

Συνταξιοδότηση νωρίτερα, στην περίπτωση παραμονής σε ανεργία πάνω από δύο χρόνια.

Κατάργηση της μαθητείας ως απλήρωτης εργασίας.

Λιγότερη δουλειά, δουλειά για όλους. Μείωση του εργάσιμου χρόνου, χωρίς μείωση των αποδοχών. 35ωρο με προοπτική το 30ωρο, πενθήμερο με σταθερή εργασία και πλήρεις αποδοχές.
Αύξηση του ελάχιστου χρόνου διακοπών στις 5 βδομάδες

Σύνταξη στα 55 ή στα 30 χρόνια δουλειάς,

Κανονικές προσλήψεις στους συμβασιούχους, απασχολούμενους με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών και γενικά κατάργηση επισφαλούς εργασίας.

Κατάργηση ή περιορισμός των υπεργολαβιών στον ιδιωτικό τομέα. Κατάργηση εδώ και τώρα στο δημόσιο. Κατάργηση ενοικίασης εργαζομένων. Να απαγορευτούν οι δουλεμπορικές.

Κατάργηση της οδηγίας Μπολκενστάιν της ΕΕ καθώς και των πρόσφατων αποφάσεων της για το 65ωρο κλπ.

Πάλη ενάντια στις νέες μεθόδους οργάνωσης της παραγωγικότητας, την ευέλικτη εργασία, την εντατικοποίηση, τον πλήρη σφετερισμό των δικαιωμάτων και την καθήλωση του ρόλου της ζωντανής εργασίας από μέρους του κεφαλαίου.

Γ. Μορφές Πάλης

Το μέτωπο κατά των απολύσεων δεν πρέπει όμως να αρκείται σε διακηρύξεις, ούτε σε απλές εκδηλώσεις αλληλεγγύης στα εργοστάσια που κλείνουν. Απαιτεί δυναμικές μορφές πάλης με:

γενικές συνελεύσεις στους τόπους δουλειάς, με πρωτοβουλία των επιχειρησιακών ή των κλαδικών σωματείων ή των εργατικών κέντρων, για να συζητηθεί το θέμα της οικονομικής κρίσης και της υπεράσπισης της απασχόλησης.

καταλήψεις των επιχειρήσεων που κλείνουν ή απολύουν μαζικά, δήμευση των κερδών και της περιουσίας του ιδιοκτήτη τους και λειτουργίας τους από τους ίδιους τους εργαζόμενους.

διαδηλώσεις στις πρωτεύουσες των νομών και στην Αθήνα, με παράλληλο κίνημα αλληλεγγύης στην κοινωνία.

Κοινό μέτωπο αγώνα των εργατών όλων των επιχειρήσεων και των κλάδων που είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης (οικοδομή, κλωστοϋφαντουργία, μεταλλουργία κ.λπ.), οριζόντιο αγωνιστικό συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων, επιτροπών αγώνα, συνελεύσεων ανέργων (τοπικών και κλαδικών).

Παράλληλα, το εργατικό κίνημα πρέπει να απαντήσει στην προσπάθεια διαίρεσης των εργαζομένων, με δημοκρατική αναπροσαρμογή της δομής και λειτουργίας του στην κατεύθυνση της ταξικής ανασυγκρότησης και της αγωνιστικής ταξικής ενότητας των εργαζομένων, προωθώντας άμεσα:

Κάλυψη των απολυμένων. Όλοι οι άνεργοι που απολύονται, εξακολουθούν να ανήκουν, να υποστηρίζονται και να καλύπτονται, να εκλέγουν και να εκλέγονται από το κλαδικό ή τοπικό ή/και επιχειρησιακό συνδικάτο.

Οργάνωση των ανέργων. Ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων θα μπορούσε να συμβάλει, ώστε όλοι οι απολυμένοι άνεργοι καθώς και οι νεοεισερχόμενοι άνεργοι (που δεν έχουν δουλέψει ποτέ), να συγκροτήσουν συνελεύσεις ανέργων κατά κλάδο και σε γειτονιές καθώς και τον κεντρικό συντονισμό τους. Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει άμεσα να γίνει καταγραφή των ανέργων από τα σωματεία του ιδιωτικού τομέα καθώς και των απολυμένων συμβασιούχων. Επίσης, να προσανατολιστούμε σε μεγάλη κινητοποίηση για το ζήτημα των απολυμένων-ανέργων γύρω στα μέσα Γενάρη.

Εγγραφή στα συνδικάτα όλων των συμβασιούχων και των απασχολούμενων με Δελτία Παροχής Υπηρεσιών, με ίδια δικαιώματα με τα άλλα μέλη.

Οι εργαζόμενοι στις υπεργολαβίες ανήκουν στο κλαδικό συνδικάτο, αλλά στην περίπτωση που προσφέρουν επαναλαμβανόμενη απασχόληση σε μια επιχείρηση, για το διάστημα αυτό, καλύπτονται αυτοδίκαια και πλήρως και από το επιχειρησιακό σωματείο.

Τεράστια σημασία έχει το ζήτημα της αλληλεγγύης στους απολυμένους. Όχι μόνο από τη συνδικαλιστική σκοπιά, αλλά και από την παροχή κάθε νομικής και οικονομικής βοήθειας από ένα δίκτυο αλληλεγγύης και νομικής υποστήριξης των απολυθέντων (όλοι γνωρίζουμε πόσο χρονοβόρα, ψυχοφθόρα και οικονομική αιμορραγία προκαλεί μια εργατική δικαστική διεκδίκηση). Μια αλληλεγγύη που θα διασφαλίζει κάθε μορφής στήριξης στον απολυμένο, αλλά και στους εργαζόμενους που υπόκεινται στις απειλές και τους εκβιασμούς ενώ βρίσκονται στην εργασία.

Σε αυτή τη μάχη κανείς να μη μείνει μόνος!

Δ. Παράρτημα

Σχετικά χωρία από τον Α΄ τόμο του κεφαλαίου, τα οποία παρουσιάζουν το πώς λειτουργεί η διαμόρφωση του εφεδρικού στρατού των ανέργων:

1. Ο σχετικός υπερπληθυσμός υπάρχει σε όλες τις πιθανές αποχρώσεις. Κάθε εργάτης ανήκει σε αυτόν στο χρονικό διάστημα που τον μισοαπασχολούν ή που μένει τελείως χωρίς δουλειά. Άσχετα από τις μεγάλες, περιοδικά επαναλαμβανόμενες μορφές, που η εναλλαγή των φάσεων του βιομηχανικού κύκλου προσδίδει στο σχετικό υπερπληθυσμό, έτσι ώστε να εμφανίζεται πότε με οξεία μορφή – στις κρίσεις – και πότε με χρόνια – σε περίοδες των χαλαρών εργασιών.(σ.664)

2. Η υπερβολική εργασία του απασχολημένου μέρους της εργατικής τάξης πληθαίνει τις γραμμές της εφεδρείας της, ενώ αντίθετα η αυξημένη πίεση, που η εφεδρεία ασκεί με τον συναγωνισμό της στους απασχολημένους εργάτες, τους υποχρεώνει μα εργάζονται υπερβολικά και να υποτάσσονται στις προσταγές του κεφαλαίου. Η καταδίκη ενός μέρους της εργατικής τάξης σε αναγκαστική αργία εξαιτίας της υπερβολικής εργασίας του άλλου μέρους, και αντίστροφα, μετατρέπεται σε μέσο πλουτισμού του ξεχωριστού κεφαλαιοκράτη και επιταχύνει ταυτόχρονα τη δημιουργία του εφεδρικού στρατού σε κλίμακα που να ανταποκρίνεται στην πρόοδο της κοινωνικής συσσώρευσης[…] Αν αύριο η εργασία περιοριζόταν γενικά σε ένα λογικό μέτρο κι αν ακόμη διαβαθμιζόταν κατά ηλικία και γένος για τα διάφορα στρώματα της εργατικής τάξης, ο υπάρχων εργατικός πληθυσμός θα ήταν απόλυτα ανεπαρκής για τη συνέχιση της εθνικής παραγωγής στην τωρινή της κλίμακα (σ.659).

3. Σε χοντρές γραμμές, οι γενικές κινήσεις του μισθού της εργασίας ρυθμίζονται αποκλειστικά από τη διαστολή και συστολή του εφεδρικού βιομηχανικού στρατού που αντιστοιχούν στην εναλλαγή των περιόδων του βιομηχανικού κύκλου[…] Η πτώση του μισθού εργασίας και η αντίστοιχη αυξημένη εκμετάλλευση του εργάτη επιταχύνουν πάλι τη συσσώρευση (σ. 660).

4. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κοινωνικός πλούτος, το κεφάλαιο που λειτουργεί, η έκταση και η ένταση της αύξησής του, επομένως και το απόλυτο μέγεθος του προλεταριάτου και η παραγωγική δύναμη της εργασίας του, τόσο μεγαλύτερος είναι ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός. Η αύξηση της διαθέσιμης εργατικής δύναμης προκαλείται από τις ίδιες αιτίες που προκαλούν την αύξηση της επεκτατικής δύναμης του κεφαλαίου. Επομένως, το σχετικό μέγεθος του βιομηχανικού εφεδρικού στρατού αυξάνει μαζί με τις δυνάμεις του πλούτου. Όσο μεγαλύτερος, όμως, είναι αυτός ο εφεδρικός στρατός σε σχέση με τον εν ενεργεία εργατικό στρατό, τόσο μαζικότερος είναι ο σταθεροποιημένος πληθυσμός, που η φτώχεια του είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τα βάσανα της δουλειάς του. Τέλος, όσο πιο μεγάλο είναι το εξαθλιωμένο στρώμα της εργατικής τάξης και ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός, τόσο πιο μεγάλος είναι και ο επίσημος παουπερισμός (έσχατη εξαθλίωση). Αυτός είναι ο απόλυτος, γενικός νόμος της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης (σ.667).

Γραφείο Οργάνωσης Νέων Εργαζομένων

Αθήνα 17/12/2010